Ισχυρά πτωτικά κινούνται την Παρασκευή οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου, καθώς από τη μία πλευρά η κατρακύλα των ευρωπαϊκών τραπεζικών μετοχών και από την άλλη οι δηλώσεις της Αμερικανίδας υπουργού Ενέργειας Jennifer Granholm ότι η αποκατάσταση των Στρατηγικών Πετρελαϊκών Αποθεμάτων (SPR) των ΗΠΑ ίσως χρειαστεί αρκετά χρόνια, πλήττουν τις προοπτικές ζήτησης.
Το παγκόσμιο σημείο αναφοράς, πετρέλαιο τύπου Brent παράδοσης Μαΐου υποχωρούσε κατά 3,25%, στα 73,44 δολάρια το βαρέλι ενώ στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, το αμερικανικό αργό τύπου WTI παράδοσης Μαΐου “έχανε” 3,47%, στα 67,53 δολ. το βαρέλι στις 14.55 ώρα Ελλάδος.
Την προηγούμενη εβδομάδα, οι διεθνείς τιμές του αργού κατέγραψαν τη μεγαλύτερη πτώση τους εδώ και μήνες εν μέσω της τραπεζικής αναταραχής και φόβων για μια πιθανή παγκόσμια ύφεση.
Οι μετοχές των τραπεζών στην Ευρώπη δέχονται ισχυρό πλήγμα, με τους τίτλους των Deutsche Bank και UBS να υφίστανται πίεση από τις ανησυχίες ότι τα χειρότερα προβλήματα για τον χρηματοπιστωτικό κλάδο από τη χρηματοοικονομική κρίση του 2008 δεν έχουν ακόμη ελεγχθεί και περιοριστεί.
Το ισχυρότερο δολάριο ΗΠΑ, το οποίο ενισχύεται κατά 0,6% έναντι βασικών διεθνών ανταγωνιστικών του νομισμάτων, έδωσε ώθηση στο sell-off στο πετρέλαιο, καθώς κάνει το αργό πιο ακριβό για τους κατόχους άλλων νομισμάτων.
“Η απουσία αγοράς αργού για την αναπλήρωση των απωλειών στα SPR των ΗΠΑ αντιπροσωπεύει κομβικό πλήγμα για τις προοπτικές της ζήτησης αργού”, ανέφερε ο αναλυτής της PVM Oil, Stephen Brennock.
Το κύριο βάρος για τη στήριξη της ζήτησης, συνέχισε ο αναλυτής, πέφτει πλέον στην Κίνα.
Τον Οκτώβριο, ο Λευκός Οίκος είχε δηλώσει ότι θα αρχίσει να επαναγοράζει πετρέλαιο για την αναπληρώση των απωλειών στα SPR όταν η τιμή του αργού θα έφτανε στο εύρος 67 έως 72 δολαρίων το βαρέλι. Σήμερα, τα αποθέματα βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο από το 1983, λόγω των πωλήσεων με απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν μέσα στο 2022, προκειμένου να ελεγχθούν οι τιμές.
Σύμφωνα εξάλλου με τον αναπληρωτή πρωθυπουργό της Ρωσίας Αλεξάντερ Νόβακ, η Ρωσία έχει ως στόχο να μειώσει την ημερήσια παραγωγή της την περίοδο Μαρτίου – Ιουνίου στα 9,7 εκατ. βαρέλια, πράγμα που σημαίνει ότι η μείωση της ρωσικής παραγωγής θα είναι αρκετά μικρότερη της αναμενόμενης από την αγορά.