Προς υψηλότερα επίπεδα κινούνται τα κυριότερα χρηματιστήρια της Ευρώπης, καθώς οι επενδυτές στρέφουν το βλέμμα στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όπου οι αμερικανικές τράπεζες θα συνεχίσουν τη δημοσίευση των οικονομικών αποτελεσμάτων του α’ τριμήνου, σ΄ ένα πρώτο test για την υγεία της οικονομίας.
Είναι ενδεικτικό ότι ο πανευρωπαϊκός Stoxx 600 ενισχύεται κατά 0,28% και ανέρχεται στις 468 μονάδες, με τους περισσότερους κλάδους να βρίσκονται στο «πράσινο». Μέχρι στιγμής ξεχωρίζουν οι μετοχές των μεταλλευτικών (+1%) και των βιομηχανικών (+0,6%) εταιρειών, ενώ οι τεχνολογικές εταιρείες ακολουθούν στο +0,5%.
Στη Φρανκφούρτη ο DAX σημειώνει άνοδο κατά 0,32%, στη Βρετανία ο FTSE 100 καταγράφει αύξηση κατά 0,44% και στο Παρίσι ο CAC 40 διευρύνεται κατά 0,28%. Από εκεί και πέρα, στο Μιλάνο ο FTSE MIB ενισχύεται κατά 0,41%, ενώ στη Μαδρίτη ο IBEX 35 παρουσιάζει μικρά κέρδη κατά 0,13%.
Η θετική εκκίνηση των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων έρχεται να δώσει συνέχεια στο +1,7% της προηγούμενης εβδομάδας, όταν JP Morgan και Wells Fargo δημοσίευσαν αποτελέσματα καλύτερα των εκτιμήσεων. Σήμερα είναι η σειρά της Charles Schwab, ενώ έπονται οι Bank of America και Morgan Stanley.
Και φυσικά, το μυαλό των περισσότερων πηγαίνει αυτόματα στις πιθανές επιπτώσεις αφενός από την πρόσφατη κατάρρευση των Silicon Valley Bank – Signature Bank – Credit Suisse, αφετέρου από τις διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων της Federal Reserve, δηλαδή της ομοσπονδιακής τράπεζας.
Η προσοχή των επενδυτών εστιάζει, παράλληλα, και στην πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), καθώς δημοσκόπηση του πρακτορείου Bloomberg προαναγγείλει τρεις νέες αυξήσεις επιτοκίων των 25 μονάδων βάσης μέσα στο τρίμηνο Μαΐου – Ιουνίου – Ιουλίου.
Αυτό σημαίνει ότι το επιτόκιο καταθέσεων, το οποίο σήμερα βρίσκεται στο 3%, θα αυξηθεί στο 3,75%, όπου και θα παραμείνει έως το τέλος του τρέχοντος έτους.
Η έρευνα του Bloomberg δείχνει ότι οι εκτιμήσεις των οικονομολόγων ευθυγραμμίζονται μ’ αυτές των επενδυτών, οι οποίοι έσπευσαν να «κατεβάσουν» μερικώς τον στόχο για το ανώτατο ύψος των επιτοκίων, λόγω των τραπεζικών καταρρεύσεων σε ΗΠΑ και Ελβετία.
Άλλωστε, μην ξεχνάμε ότι τα υψηλά επιτόκια ναι μεν αναχαιτίζουν τον πληθωρισμό, αλλά ταυτόχρονα υπονομεύουν την ανάπτυξη και «φουσκώνουν» το κόστος δανεισμού.
Όπως είναι εύλογο, επομένως, το γεγονός ότι πλησιάζουμε προς το τέλος του τρέχοντος κύκλου σύσφιγξης καθιστά πιο αισιόδοξους τους επενδυτές, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η διάθεση για την ανάληψη ρίσκου.