Η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας αύξησε τα επιτόκια στο υψηλότερο επίπεδο εδώ και πάνω από ένα χρόνο μετά από έκτακτη συνεδρίαση που συγκλήθηκε προκειμένου να βρεθεί τρόπος να σταματήσει η κατρακύλα του εθνικού νομίσματος.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αύξησαν το σημείο αναφοράς στο 12% από 8,5%. Προηγουμένως το ρούβλι έσπασε για λίγο την ισοτιμία 100 προς ένα δολάριο για πρώτη φορά από τον Μάρτιο του περασμένου έτους.
«Η απόφαση στοχεύει στον περιορισμό των κινδύνων σταθερότητας των τιμών», ανέφερε η κεντρική τράπεζα σε δήλωση. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής δεν παρείχαν περαιτέρω καθοδήγηση και είπαν ότι σχεδιάζουν να επανεξετάσουν το κόστος δανεισμού στις 15 Σεπτεμβρίου.
Το ρούβλι κατευθύνθηκε προς το υψηλότερο κλείσιμό του από τις 7 Αυγούστου μετά την ανακοίνωση των επιτοκίων. Εξακολουθεί, όμως, να είναι μεταξύ των τριών με τις χειρότερες επιδόσεις στις αναπτυσσόμενες οικονομίες φέτος έχοντας απώλειες άνω του 22% έναντι του δολαρίου.
Για την εικόνα του νομίσματος ανώτατος αξιωματούχος του Κρεμλίνου υποστήριξε ότι φταίει η «ήπια» πολιτική της κεντρικής τράπεζας. Αυτή η διαμάχη που έρχεται στη δημοσιότητα, γράφει το Bloomberg, δίνει μια εικόνα για τις διαφορετικές ανταγωνιστικές προτεραιότητες που καθοδηγούν την οικονομική πολιτική της Ρωσίας. Αν και ένα ασθενέστερο ρούβλι είναι υποστηρικτικό για τα κρατικά έσοδα καθώς οι εισπράξεις από τις εξαγωγές πετρελαίου εκτινάχθηκαν σε υψηλό οκτώ μηνών, αυξάνει επίσης το κόστος των εισαγωγών και ενθαρρύνει τους ντόπιους να αναζητήσουν ασφάλεια μεταφέροντας χρήματα εκτός χώρας.
Το ασθενέστερο ρούβλι επιτάχυνε δραματικά το χρονοδιάγραμμα για τη νομισματική σύσφιξη, με τους οικονομολόγους που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Bloomberg στα τέλη Ιουλίου να αναμένουν ότι το βασικό επιτόκιο θα αυξηθεί όχι υψηλότερα από 9% αυτό το τρίμηνο.
Μόλις πριν από τρεις εβδομάδες, η κεντρική τράπεζα είχε προχωρήσει σε αύξηση κατά μια ποσοστιαία μονάδα. Είχαν προηγηθεί προειδοποιήσεις ότι τα υψηλότερα επιτόκια επρόκειτο να αντιμετωπίσουν τους πληθωριστικούς κινδύνους από τις βαριές κρατικές δαπάνες, τις κυρώσεις και τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού που προκλήθηκαν από τον πόλεμο.
Ωστόσο, το διακύβευμα ανέβηκε αυτόν τον μήνα, με την οικονομία να αποστραγγίζεται από εκροές κεφαλαίων και ετήσιο πληθωρισμό που ξεπέρασε τον στόχο του 4% της κεντρικής τράπεζας για πρώτη φορά από τον Φεβρουάριο.
Η πίεση για την κεντρική τράπεζα έγινε ακόμη μεγαλύτερη αφού ο σύμβουλος του Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν την κατηγόρησε ότι επέτρεψε ταχύτερη ανάπτυξη των δανείων η οποία «πλημμύρισε» την οικονομία με χρήματα και ζήτησε ένα «ισχυρό ρούβλι» που θα βοηθήσει τη Ρωσία να προσαρμοστεί.
Άλλες εξέχουσες φωνές εξέλαβαν την υποτίμηση ως απειλή για την κοινωνική σταθερότητα που έκανε τη Ρωσία να φαίνεται ευάλωτη σε μια εποχή κατά την οποία ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται και οι διεθνείς κυρώσεις έπληξαν το εμπόριο.
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής βασίζονται στην αύξηση των επιτοκίων για να τονώσουν την ελκυστικότητα των εγχώριων αποταμιεύσεων και να μετριάσουν τη ζήτηση από τους καταναλωτές που συνέβαλε στην επιδείνωση του εξωτερικού εμπορίου και έφερε το πλεόνασμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δύο ετών.