Σε θετικό έδαφος διατηρούνται τα κυριότερα χρηματιστήρια στην Ευρώπη, με τους επενδυτές να εστιάζουν στις κινεζικές εξελίξεις αλλά και στις διακυμάνσεις της τιμής του πετρελαίου.
Συγκεκριμένα, αυτή την ώρα (14:06), ο βρετανικός δείκτης FTSE 100 ενισχύεται κατά 1,04% στις 5.991 μονάδες, ο γερμανικός DAX καταγράφει άνοδο 0,78% στις 10.063 μονάδες, ενώ ο γαλλικός CAC 40 κινείται ανοδικά κατά 1,32% στις 4.436 μονάδες. Ο σύνθετος πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 σημειώνει σημαντική άνοδο 1,1% στις 346,98 μονάδες.
Στο ταμπλό, άνοδο άνω του 12% καταγράφει η μετοχή της Tullow Oil, ενώ κέρδη εμφανίζουν και οι μετοχές των Seadrill – Neste. Παράλληλα, η Anglo American ενισχύεται κατά 1,7% και η Glencore κατά 3,50%.
Στην Κίνα, παρά τα κέρδη των ασιατικών αγορών, το χρηματιστήριο της Σαγκάη υποχώρησε κατά 2,4% στις 2.949 μονάδες, ενώ το χρηματιστήριο της Σένζεν κατέγραψε πτώση 3,1% στις 483,50 μονάδες. Ο δείκτης CSI 300, ο οποίος περιλαμβάνει τις μεγαλύτερες εταιρείες της χώρας, έκλεισε πτωτικά κατά 2,19% στις 581 μονάδες.
Tην ίδια στιγμή, το πετρέλαιο ανακάμπτει από το χαμηλό των 12 ετών, παραμένοντας ωστόσο στο επίπεδο 31 δολαρίων ανά βαρέλι. Αυτή τη στιγμή, τα συμβόλαια WTI ενισχύονται κατά 2,30% στα 31,14 δολάρια και τα συμβόλαια Brent καταγράφουν άνοδο κατά 2,14% στα 31,52 δολάρια.
Στα οικονομικά νέα της ημέρας, κατά 0,4% υποχώρησαν οι πωλήσεις της Sainsbury τους τελευταίους τρεις μήνες του 2015 (Οκτώβριος – Δεκέμβριος). Παρά την πτώση ωστόσο, η βρετανική εταιρεία εμφανίζεται αισιόδοξη για τους πρώτους μήνες του νέου έτους, εκτιμώντας ότι οι πωλήσεις θα ανακάμψουν σημαντικά.
Σημειώνεται ότι η Sainsbury είναι η «νούμερο δύο» αλυσίδα σούπερ μάρκετ στη Μεγάλη Βρετανία, μετά την Tesco. Σημαντική βελτίωση εμφάνισε τους τελευταίους μήνες του 2015 ο τραπεζικός της βραχίονας, ο οποίος σημείωσε αύξηση 11% στη χορήγηση δανείων και 29% στη συναλλαγή χρημάτων.
Σε νέο ιστορικό ρεκόρ ανήλθε παράλληλα, το εμπορικό ισοζύγιο της Κίνας το 2015, παρά τη σημαντική επιβράδυνση των εξαγωγών. Συγκεκριμένα, το πλεόνασμα στο ισοζύγιο εμπορικών συναλλαγών ανήλθε στα 594,5 δισ. δολάρια έναντι 382,5 δισ. δολαρίων το 2014, καθώς οι εξαγωγές υποχώρησαν κατά 2,8% και οι εισαγωγές κατά 14,1%.
Τον Δεκέμβριο, τελευταίο μήνα του 2015, το εμπορικό πλεόνασμα διευρύνθηκε στα 60,1 δισ. δολάρια έναντι 54,1 δισ. δολαρίων τον Νοέμβριο. Οι εξαγωγές σημείωσαν πτώση 1,4% έναντι 6,8% τον Νοέμβριο, με τους αναλυτές να αναμένουν «βουτιά» 8%.
Παράλληλα, σήμα για τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων εξέπεμψε ο διοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας, Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό, καλώντας την κυβέρνηση να προβεί στη λήψη των απαιτούμενων μέτρων. «Η ανάπτυξη εξαρτάται πρωτίστως από τον εαυτό μας και τις μεταρρυθμίσεις που θα υλοποιήσουμε», ανέφερε ο Γάλλος τραπεζίτης, μιλώντας στο ραδιοφωνικό σταθμό Europe 1.
«Η νίκη ενάντια στην ανεργία δεν θα έρθει αν μία επιταχύνουμε και μία σταματάμε» συνέχισε, κάνοντας λόγο για «ένα αγώνα μεγάλης απόστασης που απαιτεί συνέχεια και ομαδικό πνεύμα». Ο Βιλερουά ντε Γκαλό κάλεσε την κυβέρνηση να καταβάλει περισσότερες προσπάθειες για την ενίσχυση της μαθητείας, τον περιορισμό της γραφειοκρατίας στην αγορά εργασίας και τη διευκόλυνση των συνομιλιών μεταξύ εργατικών συνδικάτων και εργοδοτών.
Στα 90,7 δισ. ευρώ διευρύνθηκε το γ’ τρίμηνο του 2015 το πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Ευρωζώνης, σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Σημειώνεται ότι το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2014, το πλεόνασμα είχε διαμορφωθεί στα 76,9 δισ. ευρώ. Η βελτίωση του ισοζυγίου αποδίδεται στην αύξηση του πλεονάσματος στον κλάδο των αγαθών και στη μείωση του ελλείμματος στον κλάδο του δευτερογενούς εισοδήματος.
Των νομισματικών μέτρων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας υπεραμύνθηκε από την πλευρά του, ο Πίτερ Πρετ, μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ, σημειώνοντας ότι εξαιτίας αυτών των παρεμβάσεων απετράπη ο κίνδυνος του αποπληθωρισμού και στηρίχθηκε η ευρωπαϊκή οικονομία. Σε άρθρο του στη γερμανική εφημερίδα Sueddeutsche Zeitung, ο Ευρωπαίος τραπεζίτης επανέλαβε ότι στόχος της ΕΚΤ παραμένει η ανάκαμψη του πληθωρισμού στα επίπεδα του 2% προσθέτοντας ότι η πτώση των τιμών υπονομεύει τις επενδύσεις και τη βελτίωση της οικονομίας.
Στη συνέχεια, προειδοποίησε για τους κινδύνους που απορρέουν από τον αποπληθωρισμό, σημειώνοντας ότι η ΕΚΤ, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, θα χάσει τον έλεγχο επί των επιτοκίων δανεισμού. «Εφόσον ο πληθωρισμός διατηρηθεί επί μακρόν διάστημα σε υποτονικά επίπεδα, τότε ο κίνδυνος του αποπληθωρισμού είναι σημαντικός» εκτίμησε ο Πρετ.
Στο απαισιόδοξο κλίμα συμβάλλει και η κλιμακούμενη πτώση στην τιμή του πετρελαίου, η οποία εντείνει τις ανησυχίες, πρόσθεσε σχετικά. Από την άλλη πλευρά, κατέληξε ο Πρετ, τα νομισματικά μέτρα της ΕΚΤ συνεπάγονται τη μείωση του χρηματοδοτικού κόστους για επιχειρήσεις και νοικοκυριά, διευκολύνοντας την ανάπτυξη της οικονομίας.