Πιστός στην πολιτική του παραμένει ο Μάριο Ντράγκι και μετά τη σημερινή συνεδρίαση της ΕΚΤ. Παράλληλα αντικρούει την κριτική της Γερμανίας, λέγοντας ότι «ακολουθεί το καταστατικό και όχι τους πολιτικούς».
Όπως αναμενόταν, ο Μάριο Ντράγκι διατηρεί το βασικό επιτόκιο στο μηδέν, με δεδηλωμένο στόχο την αποτροπή του αποπληθωρισμού. Στη Γερμανία οι αντιδράσεις είναι πιο έντονες από ποτέ: Στελέχη του βαυαρικού χριστιανοκοινωνικού κόμματος (CSU) λένε στην εφημερίδα Bild ότι «δεν αντέχουμε άλλον Ντράγκι» και ότι ο διάδοχός του «θα πρέπει να είναι Γερμανός, ακολουθώντας την παράδοση δημοσιονομικής πειθαρχίας της Bundesbank». Ακόμη πιο έντονη κριτική διατυπώνει πλέον ο υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος καθιστά συνυπεύθυνο τον Μάριο Ντράγκι για την άνοδο των ευρω-σκεπτικιστών στην ίδια τη Γερμανία. Οι Γερμανοί αγανακτούν με τον Ντράγκι, γιατί εκείνοι κυρίως υφίστανται τις συνέπειες της πολιτικής του, εξηγεί η αναλύτρια της Deutsche Welle Ζαν Ντανόνγκ.
Ποιες είναι οι συνέπειες από γερμανικό σκοπία; Το βιβλιάριο καταθέσεων δεν αποφέρει τίποτε, το «έθνος των αποταμιευτών» δεν ανταμείβεται πλέον για τις αρετές του. Οι γερμανικές τράπεζες κάνουν λόγο για «απώλειες δισεκατομμυρίων» στους πελάτες τους, ενώ αδυνατούν να διατηρήσουν το κλασικό επιχειρηματικό μοντέλο, στο οποίο οι καταθέσεις των πελατών αξιοποιούνται ως κεφάλαιο χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις. Μεγαλύτερη ακόμη είναι η οδύνη όσων είχαν επενδύσει σε ασφαλιστήρια συμβόλαια ή σε μία επιχειρησιακή, επικουρική σύνταξη. Με άλλα λόγια: ο Ντράγκι υποτίθεται ότι φταίει που εκατομμύρια Γερμανοί οδηγούνται προς τη φτώχεια της τρίτης ηλικίας. Και ο λόγος που ο επικεφαλής της ΕΚΤ δεν χαλαρώνει ακόμα περισσότερο τη νομισματική του πολιτική σήμερα, είναι ότι το είχε κάνει ήδη από τον Μάρτιο, όταν καθιέρωσε βασικό επιτόκιο 4%, επέβαλε «πέναλτι» 0,4% στις εμπορικές τράπεζες που «παρκάρουν» τα χρήματα τους στην ΕΚΤ και επιπλέον επέκτεινε σημαντικά το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων.
Αλλά ο λόγος που ο χαμογελαστός Ντράγκι ακολουθεί πλέον πολιτική μηδενικών ή και αρνητικών επιτοκίων, δεν είναι για να εκνευρίσει τους Γερμανούς, εξηγεί η Ζαν Ντανχόνγκ. Η οικονομική ανάπτυξη στην ευρωζώνη παραμένει σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα και ο πληθωρισμός έχει καθηλωθεί στο μηδέν, ενώ, σύμφωνα με τους θεματοφύλακες των συνθηκών, θα πρέπει να κυμαίνεται γύρω στο 2%. Ο Μάριο Ντράγκι μάλλον αδιαφορεί για το γεγονός ότι «φωνάζουν» για υψηλότερα επιτόκια η ακμάζουσα γερμανική οικονομία, αλλά και η επενδυτική άνοιξη στην αγορά ακινήτων, η οποία ωστόσο τείνει να εξελιχθεί σε φούσκα. Όμως δεν είναι η πρώτη φορά που ο επικεφαλής της ΕΚΤ δραστηριοποιείται με κριτήριο τις ανάγκες των ασθενέστερων μελών της ευρωζώνης. Πριν από δέκα ακριβώς χρόνια ήταν η ασθμαίνουσα γερμανική οικονομία που είχε επωφεληθεί από τα χαμηλά επιτόκια του προκατόχου του, Ζαν Κλωντ Τρισέ, τα οποία ωστόσο ενίσχυσαν μία «φούσκα ακινήτων» στη νότια Ευρώπη.
Είναι η ίδια η αρχιτεκτονική του ευρώ, που επιβάλει στην ΕΚΤ μία πολιτική, η οποία δεν μπορεί να ικανοποιεί τους πάντες. Όπως μία μητέρα αγαπάει περισσότερο τα πιο αδύναμα παιδιά της, έτσι και η ΕΚΤ πρέπει να συνδράμει τις χώρες της κρίσης. Άλλωστε ο Ντράγκι δεν είναι μόνος του. Πολιτική χαμηλών ή και αρνητικών επιτοκίων ακολουθούν πλέον η Ιαπωνία, η Σουηδία και η Ελβετία, ενώ οι ΗΠΑ κάνουν ένα διάλειμμα στη «στροφή των επιτοκίων» που πρόσφατα είχαν εξαγγείλει. Ένας διεθνής ανταγωνισμός υποτιμήσεων βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Η ΕΚΤ δεν μπορεί να μην συμμετάσχει σε αυτόν, εάν δεν θέλει να σκοτώσει την πρώτη φύτρα της οικονομικής ανάπτυξης. Και Γερμανός να ήταν ο διοικητής της, πάλι θα έπρεπε να ακολουθήσει παρόμοια πολιτική, προκειμένου να αποφύγει την κατηγορία ότι κινείται με βάση τα γερμανικά συμφέροντα. Εξάλλου: στην αρχή της θητείας του δεν αποκαλούσαν «Πρώσο από την Ιταλία» τον Μάριο Ντράγκι;