Πτώση άνω του 1% εμφάνισαν στη σημερινή συνεδρίαση τα κυριότερα χρηματιστήρια στην Ευρώπη, λόγω των προθέσεων της Federal Reserve να αυξήσει εκ νέου τα αμερικανικά επιτόκια ανοίγοντας περαιτέρω την «ψαλίδα» με την ΕΚΤ.
Συγκεκριμένα, ο βρετανικός δείκτης FTSE 100 ^FTSE-1,82% υποχώρησε κατά 1,68% στις 6.062 μονάδες, ο γερμανικός DAX ^GDAXI-1,48% κατέγραψε πτώση κατά 1,40% στις 9.805 μονάδες και ο γαλλικός CAC 40 ^FCHI-0,85% σημείωσε απώλειες κατά 0,75% στις 4.285 μονάδες. Ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx 600 κινήθηκε πτωτικά κατά 1,01% στις 334 μονάδες.
Στο ταμπλό, η μετοχή της Tui AG διολίσθησε άνω του 2% ενώ αντίθετα, της Deutsche Bank ενισχύθηκε στο 3% εν όψει της κρίσιμης συνεδρίασης του διοικητικού της συμβουλίου. Πτώση κατά 4% εμφάνισε από την πλευρά της, η μετοχή της Royal Mail.
Στο μεταξύ, η τιμή του πετρελαίου καταγράφει σημαντικές απώλειες, λόγω της αύξησης των εξαγωγών του πετρελαίου από το Ιράν. Ως αποτέλεσμα, τα συμβόλαια WTI διολισθαίνουν κατά 2,43% στα 47,07 δολάρια και τα συμβόλαια Brent κατά 2,43% στα 47,46 δολάρια.
Σύμφωνα με τα πρακτικά της συνεδρίασης του Απριλίου, η αμερικανική κεντρική τράπεζα (Federal Reserve) αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο νέας αύξησης του επιτοκίου τον προσεχή Ιούνιο, υπό την προϋπόθεση να βελτιωθούν περαιτέρω τα μακροοικονομικά μεγέθη των ΗΠΑ. Άλλωστε, οι Αμερικανοί τραπεζίτες εκφράζουν την πεποίθηση πως πλέον, ο πληθωρισμός κινείται σταθερά προς τον στόχο του 2%, η αγορά εργασίας ενισχύεται και η οικονομική ανάπτυξη επιταχύνεται.
Βαρίδι στο επενδυτικό κλίμα συνιστά και το θρίλερ με το αεροσκάφος των Αιγυπτιακών Αερογραμμών, το οποίο συνετρίβη νότια της Καρπάθου, στον αιγυπτιακό εναέριο χώρο. Στο αεροπλάνο, το οποίο εκτελούσε το δρομολόγιο Παρίσι – Κάιρο, επέβαιναν 66 άτομα.
Στην Ιαπωνία, ο Nikkei 225 ενισχύθηκε οριακά κατά 0,01% στις 16.647 μονάδες, ενώ στη Νότια Κορέα, ο Kospi κινήθηκε πτωτικά κατά 0,51% στις 1.947 μονάδες. Στην Αυστραλία, ο ASX 200 σημείωσε απώλειες κατά 0,61% στις 5.324 μονάδες.
Στην Κίνα, το χρηματιστήριο της Σαγκάη διολίσθησε κατά 0,06% στις 2.806 μονάδες, ενώ της Σένζεν κινήθηκε ανοδικά κατά 0,65% στις 475 μονάδες. Στο Χονγκ Κονγκ τέλος, ο Χανγκ Σενγκ εμφάνισε πτώση κατά 0,61% στις 19.705 μονάδες.
Στα οικονομικά νέα της ημέρας, αμετάβλητη στο 10,2% διατηρήθηκε στο α’ τρίμηνο του 2016, η ανεργία στη Γαλλία, σύμφωνα με τη στατιστική υπηρεσία της χώρας. Εξαιρουμένων των υπεράκτιων εδαφών, το ποσοστό της ανεργίας υποχώρησε στο 9,9%, καθώς εκτός αγοράς εργασίας παρέμειναν περίπου 2,8 εκατ. πολίτες. Στο δ’ τρίμηνο του 2015, η ανεργία στην ηπειρωτική Γαλλία είχε διαμορφωθεί στο 10%.
Την ίδια ώρα, σημαντική αύξηση εμφάνισαν τον Απρίλιο οι λιανικές πωλήσεις στη Βρετανία, παρά την αβεβαιότητα εν όψει του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίoυ. Συγκεκριμένα, σημείωσαν άνοδο κατά 1,3% έναντι του Μαρτίου του 2016 και κατά 4,3% έναντι του Απριλίου του 2015.
Παράλληλα, πτώση εμφάνισε τον Μάρτιο του 2016 η κατασκευαστική παραγωγή της Ευρωζώνης και της Ε.Ε., σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat. Συγκεκριμένα, παρουσίασε μείωση κατά 0,9% στις χώρες της Ευρωζώνης και κατά 1,4% στις χώρες της Ε.Ε. Σημειώνεται ότι τον Φεβρουάριο, η παραγωγή συρρικνώθηκε κατά 0,6% και στις δύο περιοχές.
Η μεγαλύτερη μηνιαία μείωση παρατηρήθηκε στη Σλοβενία (8,5%) και στην Ουγγαρία (6,3%), ενώ η υψηλότερη άνοδος στη Σουηδία (3,5%) και στη Γαλλία (1,2%). Σε ετήσιο επίπεδο, η κατασκευαστική παραγωγή εμφάνισε πτώση κατά 0,5% στην Ευρωζώνη και κατά 1,4% στην Ε.Ε.
Στα εταιρικά αποτελέσματα, πτώση εμφάνισαν, κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 12 μηνών, τα καθαρά κέρδη της Royal Mail, τα οποία επλήγησαν από το υψηλό κόστος λειτουργίας. Συγκεκριμένα, η κερδοφορία των βρετανικών ταχυδρομείων ανήλθε στα 241 εκατ. στερλίνες, έναντι 325 εκατ. στερλινών το αντίστοιχο δωδεκάμηνο του 2015. Τα έσοδα παράλληλα, υποχώρησαν στα 9,25 δισ. στερλίνες έναντι 9,33 δισ. στερλινών το προηγούμενο έτος.
Τέλος, σε προκαταρκτικές συζητήσεις για την εξαγορά της Monsanto Co. φέρεται να βρίσκεται η Bayer AG, σύμφωνα με δημοσίευμα της The Wall Street Journal. Η αμερικανική εφημερίδα δεν παραθέτει πληροφορίες σχετικά με την πρόταση της Bayer, ενώ δηλώνει άγνοια και για την πρώτη αντίδραση της Monsanto.
Eφόσον πάντως, οι διαπραγματεύσεις τελεσφορήσουν, τότε θα συγκροτηθεί μία εταιρεία, με ετήσιες πωλήσεις άνω των 67 δισ. δολαρίων, καθιστώντας το κοινό σχήμα τη μεγαλύτερη αγρο-χημική βιομηχανία. Ωστόσο, πηγές της Wall Street Journal σπεύδουν να διευκρινίσουν ότι η έγκριση της συμφωνίας από τις εποπτικές αρχές θα αποτελέσει μία «αρκετά δύσκολη υπόθεση».