Στην πρώτη μετά τα Χριστούγεννα συνεδρίαση, ο Γενικός Δείκτης στο Χ.Α. εμφανίστηκε αρκετά «ανίσχυρος», αφού μόλις που κατάφερε ν’ αποφύγει ένα νέο χαμηλό για το 2010 (παρά 0,28 μονάδες, έκλεισε στις 1.404,20).
Να υπενθυμίσουμε ότι το χαμηλότερο κλείσιμο για το τρέχον έτος σημειώθηκε στις 7 Ιουνίου, όταν ο δείκτης έκλεισε στις 1.403,92 μονάδες.
Το σημερινό (27/12) αυτό γεγονός δεν αφήνει και πολλά περιθώρια αισιοδοξίας, ακόμη και γι΄αυτούς που θέλουν να εμφανίζονται αφελώς υπεραισιόδοξοι. Άλλωστε, στην διάρκεια της συνεδρίασης η «βουτιά» του δείκτη άγγιξε τις 1.403,66 μονάδες, δηλαδή έσπασε το «φράγμα» της 7ης Ιουνίου, και μόνο τη τελευταία στιγμή κατάφερε –έστω κι ελάχιστα- να ορθωθεί.
Αιτία, ασφαλώς, η εικόνα που παρουσιάζουν οι διεθνείς αγορές, με τους «μεγάλους» των ευρωπαϊκών χρηματιστηρίων να «αδειάζουν» εσπευσμένα τα χαρτοφυλάκιά τους, επηρεασμένοι από την είδηση ότι η Κεντρική Τράπεζα της Κίνας προχωράει σε αύξηση επιτοκίων -για δεύτερη φορά μέσα στους τελευταίους δύο μήνες (η πρώτη ήταν στις 19 Οκτωβρίου).
Η κίνηση αυτή των Κινέζων έχει να κάνει με την αμείλικτη προσπάθεια του Πεκίνου για συγκράτηση του πληθωρισμού, καθώς και με τους φόβους μήπως σκάσει η «φούσκα» στην κινεζική αγορά ακινήτων. Σε αυτό συγκλίνουν και οι εκτιμήσεις των JP Morgan Chase και Morgan Stanley -με την διαφορά ότι τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια αντέδρασαν όντας σε «υψηλά διετίας» και η Wall Street, παρ’ ό,τι ξεκίνησε την «κούρσα» από χαμηλότερα επίπεδα, δείχνει αντοχές σε μακροπρόθεσμη βάση, ενώ το ελληνικό ΧΑ παρουσιάζει έντονη «κόπωση», προσεγγίζοντας νέα χαμηλά δωδεκαετίας.
Πιέσεις στους τραπεζικούς τίτλους
Η πτωτική εικόνα δεν φαίνεται να αλλάζει σύντομα, καθώς δεν υφίσταται διάθεση για ανάληψη ρίσκου τοποθετήσεων, αλλά ούτε και παρατηρείται η παραμικρή σημαντική ροή εισερχομένων επενδυτικών κεφαλαίων. Και η δικαιολογία, ότι ο χαμηλός τζίρος οφείλεται στην εορταστική περίοδο που διανύουμε (επομένως η πτωτική πορεία είναι απολύτως φυσιολογική), είναι τουλάχιστον αστεία. Αρκεί να ανατρέξει κανείς σε άλλες, περισσότερο «δραστήριες» χρονιές, για να αντιληφθεί περί τίνος πρόκειται.
Σημασία έχει ότι ουδείς φαίνεται πρόθυμος να κάνει κινήσεις, ενόψει νέων υποβαθμίσεων της ελληνικής οικονομίας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας. Άλλωστε η ελληνική αγορά είναι υπέρ του δέοντος τραπεζοκεντρική, συνεπώς εύλογα επηρεάζεται από την γενικότερη εικόνα της πραγματικής οικονομίας, η οποία με την σειρά της υποκύπτει στις πιέσεις των αρνητικών μηνυμάτων από τις αγορές του εξωτερικού. Χαρακτηριστική είναι η εκτίμηση επαγγελματιών χρηματιστών, ότι υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός επενδυτών που έχει αποφασίσει να απαλλάξει το χαρτοφυλάκιό του από τα λεγόμενα «βαριά χαρτιά» των τραπεζών, αλλά παραμένει εγκλωβισμένος σε αξίες πρωτόγνωρα χαμηλές. Εθνική Τράπεζα, Eurobank και Alpha Bank, που μέχρι πρότινος θεωρούνταν στιβαρά χαρτιά, τώρα δείχνουν έτοιμες να ακολουθήσουν τον Τραπεζικό Δείκτη στην νέα του καταρακύλα σε χαμηλά διετίας!
Εν είδει Τιτανικού…
Η τελική εικόνα στο Χ.Α., με μόνο 27 ανοδικές και137 πτωτικές μετοχές (29 από τις οποίες έκλεισαν με ημερήσιες απώλειες 7 – 18,99%), παραπέμπει σε… ναυάγιο. Ο Γενικός Δείκτης κινήθηκε διακρώς με αρνητικό πρόσημο για να κλείσει τελικά στις 1.404,20 μονάδες με απώλειες της τάξης του 2,77%. Ο τζίρος πλησίασε τα 58 εκατομμύρια ευρώ, από τα οποία τα 12,5 αφορούσαν σε προσυμφωνημένες συναλλαγές.
Φόβητρο η κρίση χρεών των Ευρωπαίων εταίρων
Μέσα σε όλη αυτή την αβεβαιότητα, το αρνητικό κλίμα οξύνεται περισσότερο από τις αμφισβητήσεις για το μέλλον της ευρωζώνης. Η Πορτογαλία εκτιμάται ότι συντόμως θα ζητήσει βοήθεια από τον μηχανισμό στήριξης της ευρωζώνης –κάτι που οι αναλυτές της Deutsche Bank θεωρούν ως αναπόφευκτο. Ο Thomas Mayer, επικεφαλής του Τμήματος Αναλύσεων Οικονομικών Στοιχείων της γερμανικής τράπεζας, σε συνέντευξή του στην Frankfurter Allgemeine δήλωσε: «Δεν θα μου προκαλέσει έκπληξη εάν η Πορτογαλία ζητήσει στήριξη στο κοντινό μέλλον, όπως έγινε και με την Ελλάδα και την Ιρλανδία».
Ωστόσο, χώρες με πιο υγιή δημοσιονομική εικόνα, ικανές ν’ αντιμετωπίσουν μόνες τους τα ελλείμματά τους (π.χ. Ισπανία, Βέλγιο, Ιταλία και Γαλλία –για την οποία μάλιστα η Standard & Poor’s επιβεβαίωσε την αξιολόγηση ΑΑΑ) δεν θα χρειαστεί να προστρέξουν άμεσα στον μηχανισμό στήριξης. Όλες όμως οι χώρες θα αναγκαστούν να αντιμετωπίσουν την αναμενόμενη επιβράδυνση της χρονιάς που έρχεται, καθώς τα αυστηρά μέτρα λιτότητας που έχουν λάβει οι κυβερνήσεις τους για να επιτευχθεί η αναγκαία δημοσιονομική προσαρμογή θα οδηγήσουν αναπόφευκτα σε οικονομική ύφεση. Τα ανάλογα αναμένονται και στις ΗΠΑ, σύμφωνα με έρευνα του πρακτορείου Reuters, καθώς κι εκεί οι περικοπές στις δημόσιες δαπάνες σχεδιάζονται με τα πλέον αυστηρά κριτήρια. Κι αν κάποια σημάδια ανάκαμψης αναμένονται εντός της νέας χρονιάς, αυτά πάλι από τις ΗΠΑ –εκτιμάται- θα προέλθουν.
Ελλάδα: Το «πειραματόζωο» της Ευρωζώνης
Ο υπεύθυνος του τμήματος ανάλυσης της Solidus ΑΧΕΠΕΥ, Στρατής Πολυχρονέας, θεωρεί το 2011 ως ένα έτος εξαιρετικά σημαντικό για την ευρωζώνη.
Ήδη το 2010 ειπώθηκαν πολλά για Ευρώπη δύο ταχυτήτων, για αναδιαρθρώσεις χρέους και στάσεις πληρωμών, ακόμη και για επιστροφές στα εθνικά νομίσματα για τις χώρες του ατάσθαλου ευρωπαϊκού Νότου, αλλά και για την εκρηκτική κατάσταση της Ιρλανδίας. Ελλάδα και Ιρλανδία προσέφυγαν στο Μηχανισμό Στήριξης των ΕΕ-ΔΝΤ, ενώ Πορτογαλία, Ισπανία και Ιταλία είδαν το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους τους να αυξάνεται σημαντικά.
Τίποτα από τα παραπάνω δεν συνέβη, όσοι όμως τα προέβλεψαν απλώς μετέφεραν το χρόνο πραγματοποίησής τους μέσα στο 2011, λέει στον Θανάση Σταυρόπουλο ο κ. Πολυχρονέας. Αναμφισβήτητα η καλλιέργεια και προώθηση αυτών των σεναρίων ευνοείται από την απουσία Κοινής Ευρωπαϊκής Στρατηγικής και Συνοχής, προκειμένου να αποφευχθεί η επέκταση της κρίσης και σε άλλες χώρες της Ευρώπης, καθώς η ΕΕ συνεχίζει να λειτουργεί με το μοντέλο της καταστολής και όχι με αυτό της πρόληψης.
Η Ελλάδα χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται ως πειραματόζωο της Ευρωζώνης, χωρίς να υπάρχει αληθινό ενδιαφέρον για την πραγματική της ανάπτυξη και την ταχεία έξοδο από την κρίση. Πώς είναι δυνατόν να υποχωρήσουν τα spreads και να μπορέσουν να βελτιωθούν οι συνθήκες δανεισμού των εγχώριων Επιχειρήσεων, όταν κάθε τρίμηνο αντιμετωπιζόμαστε με μεγάλη καχυποψία από τους ίδιους τους εταίρους που μας δανείζουν και οι εκταμιεύσεις των δόσεων καθυστερούν;
Αλήθεια, πού είναι αυτός ο περίφημος οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης της ΕΕ; Ποια είναι τα μέλη-κράτη εκείνα της ΕΕ, όχι τόσο που εννοούνται, αλλά που δεν έχουν επηρεασθεί από την ύφεση που πλήττει τον ευρωπαϊκό Νότο και πώς επηρεάζουν τις αποφάσεις της ΕΕ; Θα μπορούσαν τα Κράτη αυτά να συνεχίσουν να ανακάμπτουν επί μεγάλο χρονικό διάστημα, όταν σημαντικό μέρος της εσωτερικής Αγοράς βιώνει συνθήκες ύφεσης; Γιατί δεν προωθείται η έκδοση του Ευρωομολόγου;
Το 2011 προβάλλει αναμφισβήτητα έως το πιο καθοριστικό έτος από τη δημιουργία της Ευρωζώνης, καθώς χώρες όπως η Ελλάδα και Ιρλανδία βρίσκονται αντιμέτωπες με νέες υποβαθμίσεις, δηλαδή με επιδείνωση των συνθηκών δανεισμού τους και με ανησυχίες για την απρόσκοπτη εκταμίευση των δόσεων από ΕΕ-ΔΝΤ, Χώρες όπως Πορτογαλία και Ισπανία προβάλλουν ως οι επόμενες υποψήφιες για την εισαγωγή τους στο Μηχανισμό Στήριξης, ενώ Χώρες όπως η Ιταλία, το Βέλγιο και η Γαλλία ανησυχούν για την επιδείνωση των συνθηκών δανεισμού τους.
Ωστόσο, ίσως μεγαλύτερη σημασία, από την πορεία των Ευρωπαϊκού Νότου και των παρακείμενων Χωρών, να έχει ο ρυθμός ανάπτυξης του BRIC και των αναδυόμενων Αγορών, μαζί βεβαίως με αυτόν των ΗΠΑ, καθώς οι ρυθμοί ανάπτυξής τους θα καθορίσουν αν η κρίση στην Ευρώπη θα είναι ήπιας μορφής ή μη, σύμφωνα με τον αναλυτή της Solidus Sec.
Συγκρατημένα απαισιόδοξος δηλώνει και ο Αντώνης Χριστοφίδης, Διευθυντής ‘Ερευνας και Ανάλυσης της ΑΤΕ Χρηματιστηριακής, σύμφωνα με τον οποίο «ιδιαίτερα συντηρητικές – ανησυχητικές» δείχνουν οι συγκλίνουσες εκτιμήσεις για την πορεία του Χ.Α. το α΄ εξάμηνο του 2011 και με τις επικείμενες αυξήσεις κεφαλαίου να απορροφούν περαιτέρω ρευστότητα και τον Τραπεζικό κλάδο να παραμένει ευάλωτος στις τρέχουσες συνθήκες της Αγοράς.
Επίσης τα αναμενόμενα αυστηρότερα “stress tests” για τον Ευρωπαϊκό Τραπεζικό κλάδο και πολύ περισσότερο για τον Ελληνικό, εντείνουν την νευρικότητα στο ταμπλό και -σύμφωνα με τον κ. Χριστοφίδη- δημιουργούν πιέσεις για περαιτέρω ενίσχυση της ρευστότητας και της κεφαλαιακής επάρκειας των Τραπεζικών Ιδρυμάτων.