Με τις τιμές να έχουν πάρει την ανιούσα, όλο και περισσότεροι καταναλωτές αποφασίζουν να πουλήσουν παλιά χρυσαφικά
Όλο και περισσότεροι στρέφονται στην αγορά χρυσού, εξαιτίας των πολιτικών των μηδενικών επιτοκίων με αποτέλεσμα την εκτόξευση του ευγενούς μετάλλου στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων χρόνων, όπως αναφέρει σε σχετικό δημοσίευμα η Deutsche Welle.
Η αυξημένη ζήτηση οδηγεί φυσικά σε συνεχείς ανατιμήσεις, που αποτυπώνονται συνακόλουθα και στον χρυσό ως επενδυτικό προϊόν αλλά και στην αγορά κοσμημάτων. Την ίδια ώρα και με τις τιμές να έχουν πάρει την ανιούσα, όλο και περισσότεροι καταναλωτές αποφασίζουν να πουλήσουν παλιά χρυσαφικά. «Σε ευρώ η τιμή του χρυσού έχει φτάσει σε επίπεδα-ρεκόρ», επισημαίνει ο Μίχαελ Οϊμπελ, επικεφαλής του τμήματος αγοραπωλησίας ευγενών μετάλλων της τράπεζας BayernLB, η οποία διακίνησε το 2019 πάνω από 60 τόνους χρυσού. Στην παρούσα φάση ο χρυσός στο Λονδίνο αγγίζει τη διαπραγματευτική τιμή των 1.400 ευρώ ανά ουγγιά που είναι η υψηλότερη τιμή από την εισαγωγή του ευρώ. Πολλοί ειδικοί εκτιμούν ότι η τιμή του χρυσού θα συνεχίσει να αυξάνεται.
Αξίζει να σημειωθεί βέβαια ότι το ευρώ δεν είναι σημείο αναφοράς όσον αφορά τον χρυσό. «Ο κόσμος υπολογίζει την τιμή του χρυσού σε δολάρια και εκεί εξακολουθούμε να είμαστε περίπου 400 δολάρια κάτω από το αποκορύφωμα του 2011, όταν μία ουγγιά είχε φτάσει τα 1.900 δολάρια», εξηγεί ο Μ. Οϊμπελ. Ποιοι είναι όμως οι λόγοι που ο χρυσός έχει γίνει και πάλι τόσο ελκυστικός; «Η όλη συζήτηση ξεκινάει και τελειώνει στα αρνητικά επιτόκια», εξηγεί ο Μπέντζαμιν Σούμα, εκπρόσωπος Τύπου της εταιρείας εμπορίας χρυσού Pro Aurum, και προσθέτει: «Η συζήτηση έχει φτάσει πλέον και στα αυτιά των μικροαποταμιευτών».
Πολλές τράπεζες και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αξιώνουν ήδη εδώ και καιρό αρνητικούς τόκους από πελάτες που έχουν μεγάλες καταθέσεις, ενώ ορισμένα επιβάλλουν επιτόκια ακόμη και από το πρώτο ευρώ. Συνυπολογίζοντας τον πληθωρισμό, οι αποταμιευτές χάνουν ακόμη και όταν δεν πληρώνουν τιμωρητικά επιτόκια.
Ο χρυσός, αντιθέτως, είχε πάντα τη φήμη μιας ασφαλούς επένδυσης, ενός ασφαλούς λιμανιού. «Πριν από την αλλαγή του χρόνου είχαμε σχεδόν ξεπουλήσει, δεν είχαμε άλλο χρυσό», λέει ο Σούμα. Οι Γερμανοί δείχνουν ιδιαίτερη προτίμηση στον χρυσό. «Βάσει πληθυσμού, η Γερμανία καταγράφει τη μεγαλύτερη ζήτηση», λέει ο Οϊμπελ. Κάθε χρόνο οι Γερμανοί αγοράζουν περίπου 100 τόνους του λαμπερού μετάλλου. Πέραν αυτού, με πάνω από 3.300 τόνους η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας, η Bundesbank, διαθέτει τα δεύτερα μεγαλύτερα αποθέματα χρυσού στον κόσμο, όπως αναφέρει η DW.
Σημαντική αύξηση καταγράφουν την ίδια ώρα και οι κοσμηματοπώλες. Στα κοσμήματα, βέβαια, το ζητούμενο δεν είναι η απόδοση. «Τα χρυσά κοσμήματα δεν είναι μια επένδυση χρημάτων, αλλά αξίας», επισημαίνει ο Γιοάχιμ Ντίνκελμαν από τον Ομοσπονδιακό Σύνδεσμο Κοσμηματοπωλών στην Γερμανία. Η αύξηση της ζήτησης στον κλάδο του δεν οφείλεται στις χρηματαγορές, όπως λέει. Οι λόγοι είναι πιο απλοί: «Απλώς σήμερα παντρεύονται περισσότεροι». Σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία, το 2018 έγιναν 449.000 γάμοι στη Γερμανία, 70.000 περισσότεροι από ό,τι δέκα χρόνια πριν. Η αγορά του χρυσού επηρεάζει φυσικά την αγορά των κοσμημάτων. Οταν αυξάνεται η τιμή του χρυσού, αυξάνονται σε βάθος χρόνου και οι τιμές των κοσμημάτων χρυσού. Εντούτοις δεν ισχύει και το αντίθετο. Η αυξημένη ζήτηση κοσμημάτων χρυσού δεν επηρεάζει ουδόλως την τιμή του ευγενούς μετάλλου.