Με τις πληθωριστικές εκπλήξεις να συνεχίζονται η αγορά ομολόγων έφτασε σε σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα στα τέλη Ιανουαρίου με την καθοδική πορεία να μην δείχνει σημάδια αναστροφής τουλάχιστον σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα.
Συγκεκριμένα, τον Ιανουάριο ο Δείκτης Κρατικών ομολόγων σημείωσε χαμηλό 18 μηνών στις 665 μονάδες (31/01/2021). Η άνοδος που κατέγραψε ο δείκτης τον Νοέμβριο αντιστράφηκε τον επόμενο μήνα ενώ η καθοδική πορεία επιταχύνθηκε μετά την συνεδρίαση της ΕΚΤ στις 16 Δεκεμβρίου. Τον Ιανουάριο, ο δείκτης συνέχισε την καθοδική του πορεία καταγράφοντας ζημιές της τάξης του 2,72%. Σε ετήσια βάση ο Δείκτης κατέγραψε απώλειες το 2021 κατά 2,13%, αντιστρέφοντας για πρώτη φορά τις θετικές αποδόσεις των προηγούμενων ετών. Ωστόσο, δεδομένης της σημαντικής ανοδικής τάσης στις τιμές των ελληνικών ομολόγων τα προηγούμενα έτη καθώς και της αβεβαιότητας από τις πληθωριστικές πιέσεις στις αγορές ομολόγων της Ευρωζώνης το ίδιο έτος, η επιβράδυνση στην ελληνική αγορά ομολόγων ήταν αναμενόμενη.
Σε αυτό το πλαίσιο, η καμπύλη επιτοκίων μετατοπίστηκε προς τα πάνω τον Ιανουάριο με τις μεγαλύτερες αυξήσεις στα επιτόκια να καταγράφονται στο μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο κομμάτι της καμπύλης. Συγκεκριμένα, αύξηση άνω των 30 μονάδων βάσης (μβ) κατέγραψαν τα επιτόκια για λήξεις άνω των 5 ετών ενώ τα επιτόκια με λήξεις άνω των 8 ετών ξεπέρασαν τα επίπεδα του Δεκεμβρίου κατά 40-45 μβ. Σε αυτό το περιβάλλον αβεβαιότητας προχώρησε ο ΟΔΔΗΧ με την πρώτη έκδοση ομολόγου για το 2022 με το 10ετές ομόλογο αξίας €3 δισ. να σημειώνει υπερκάλυψη κατά 5 φορές με σημαντικά υψηλότερη απόδοση. Συγκεκριμένα, η ζήτηση για το ομόλογο διαμορφώθηκε σε χαμηλότερα επίπεδα από την έκδοση του 10ετούς ομολόγου τον Ιούνιο του προηγούμενου έτους ενώ η απόδοση του βρέθηκε να είναι κατά 100 μβ μεγαλύτερη στο 1.84% σηματοδοτώντας τα νέα δεδομένα στις διεθνείς αγορές ομολόγων. Η έξοδος στις αγορές ήταν η πρώτη για φέτος και έρχεται λίγες ημέρες αφότου η Fitch αναβάθμισε τις προοπτικές της οικονομίας από “σταθερές” σε “θετικές”, διατηρώντας την χώρα μας στην κλίμακα BB, δηλαδή χαμηλότερα από το επίπεδο επενδυτικής βαθμίδας. Οι αποδόσεις του ελληνικού 10ετούς ομολόγου κατέγραψαν σημαντική αύξηση την πρώτη βδομάδα του Φεβρουαρίου με την απόδοση να σημειώνει απώλειες πάνω από 64 μβ φτάνοντας 2,52% ( στις 7/2/2022), το υψηλότερο επίπεδο από τον Απρίλιο του 2020, αντανακλώντας μια ευρύτερη άνοδο των αποδόσεων των ομολόγων της ευρωζώνης.
Ίσως πιο ανησυχητικό είναι η αύξηση του 10ετούς spread συγκριτικά με την απόδοση της γερμανικής 10ετίας καθώς τον Ιανουάριο ενισχύθηκε κατά 37 μβ στις 188 μβ ύστερα από μια μείωση κατά 10 μβ τον μήνα Δεκέμβριο. Επιπλέον, την πρώτη βδομάδα του Φεβρουαρίου το 10ετές spread ενισχύθηκε στις 231 μβ φτάνοντας στα επίπεδα του Μαΐου 2020, δηλαδή την περίοδο της εισαγωγής των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα PEPP της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Με τις αγορές να έχουν ξεκινήσει να τιμολογούν την διακοπή του προγράμματος PEPP έστω και με τους ευέλικτους όρους για την Ελλάδα που ανακοινώθηκαν τον Δεκέμβριο του προηγούμενου έτους, οι αποτιμήσεις σύμφωνα με το ποσοτικό μοντέλο παραμένουν χαμηλές σε σχέση με το τρέχον επίπεδο. Συγκεκριμένα με τα στοιχεία του Ιανουαρίου μια “δίκαιη” τιμή για το spread βρίσκεται στις 142 μβ στηριζόμενη κυρίως από τους υψηλούς ρυθμούς οικονομικής δραστηριότητας αλλά και το σχετικά χαμηλό επίπεδο μεταβλητότητας στις διεθνείς αγορές ομολόγων. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Δείκτη Ισορροπίας Κινδύνων η πιθανότητα για υψηλότερα spread στο μέλλον (αρνητικό σενάριο για τα ελληνικά ομόλογα) έχει σταδιακά ενισχυθεί από τον Νοέμβριο του 2021 σε σχέση με την πιθανότητα για χαμηλότερα spread.