H Eλλάδα, η Iσπανία και το «κύμα» που φέρνουν στην αγορά
Η κρίση στους κόλπους του ευρώ όσο πάει και εξαπλώνεται. Τη στιγμή που τα σενάρια περί επιστροφής της Ελλάδας στη δραχμή δίνουν και παίρνουν, η Ισπανία αντιμετωπίζει μεγάλο πρόβλημα ρευστότητας και στην Ιταλία οι μεταρρυθμίσεις του τεχνοκράτη Μόντι δεν αποδίδουν. Το κόστος δανεισμού της Μαδρίτης εξακολουθεί να βρίσκεται σε επίπεδα συναγερμού, ενώ καθημερινά αυξάνονται τα spreads των ιταλικών ομολόγων.
Υπό αυτών των συνθηκών, τα μεγάλα διεθνή χαρτοφυλάκια ξεφορτώνονται ευρωπαϊκές μετοχές. Και μπορεί με βάση τα θεμελιώδη στοιχεία οι ευρωπαϊκές μετοχές να εμφανίζονται φθηνές, ωστόσο τα ελκυστικά θεμελιώδη δεν αποτελούν πόλο έλξης για τους επενδυτές. Σύμφωνα με τον αναλυτή της Societe Generale, κ. Alain Bokobza, οι ευρωπαϊκές μετοχές είναι φθηνές και γι’ αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία, ωστόσο, μπορεί να παραμείνουν φθηνές κι αν γίνουν και φθηνότερες. Το ότι είναι φθηνές δεν σημαίνει απαραίτητα ότι κάποιος πρέπει να αγοράσει. Ανάλογη άποψη εκφράζει ο στρατηγικός αναλυτής της Morgan Stanley, κ. Ronan Carr, ο οποίος σημειώνει ότι οι δείκτες αποτιμήσεων είναι αρκετά φθηνοί, αλλά δεν είναι και υπερβολικά φθηνοί, ειδικά αν οδεύουμε προς μία γενικευμένη ή συστημική κρίση. Οπως τονίζει, οι τρέχουσες αποτιμήσεις είναι μόνο ελαφρώς κάτω από τον μέσο όρο 85 ετών και αυτό το επίπεδο δεν θεωρείται αρκετά χαμηλό, ειδικά για όσους φοβούνται μην πέσουν σε μία «παγίδα αξίας» (νalue trap) όπως αυτή που έπεσε όποιος αγόρασε μετοχές τα τελευταία δύο χρόνια, με βάση και μόνο τον φθηνό δέικτη p/e. Μία τέτοια στρατηγική έχει υποαποδώσει σημαντικά της ευρύτερης αγοράς κατά τη διάρκεια αυτού του χρονικού διαστήματος, όπως σημειώνει ο κ. Bokobza. Οπως υποστηρίζει η αναλύτρια της Deutsche Bank, κ. Janet Lear, οι ευρωπαϊκές μετοχές αποτιμούνται στη δίκαιη αξία τους αυτήν τη στιγμή, εάν συγκριθούν οι τιμές τους με τις εκτιμήσεις για το πόσα μετρητά αναμένεται να «δημιουργήσουν» οι εταιρίες στο μέλλον.
Το κύμα ρευστοποιήσεων στις ευρωπαϊκές μετοχές έχει οδηγήσει και πολλές τραπεζικές μετοχές να διαπραγματεύονται κάτω από την «αξία» των περιουσιακών τους στοιχείων, το book value, που θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι αποτελούν μία αγοραστική ευκαιρία. Ωστόσο, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές, οι αποτιμήσεις των τραπεζικών μετοχών θα μπορούσαν να μειωθούν περαιτέρω αν η Ελλάδα βγει από τη ζώνη του ευρώ, διαβρώνοντας την αξία των περιουσιακών στοιχείων των τραπεζών.
Εκροή καταθέσεων
Ταυτόχρονα με το κύμα φυγής από τις ευρωπαϊκές επενδύσεις παρατηρείται σημαντική εκροή καταθέσεων στις χώρες του Νότου. Οι καταθέτες της Ελλάδας, της Ισπανίας τρέχουν να σηκώσουν τα χρήματά τους από τις τράπεζες, γεγονός που έχει προκαλέσει έντονο προβληματισμό στις Βρυξέλλες. Και αυτό διότι οι παροικούντες στην ευρωπαϊκή Ιερουσαλήμ γνωρίσουν καλά πως η Ευρωζώνη δεν μπορεί να αντέξει ένα τραπεζικό πανικό. Οικονομολόγοι προειδοποιούν πως αρκεί μια σπίθα για να μετατραπεί αυτός ο λογικός φόβος σε έναν παράλογο πανικό. Εξάλλου, όπως έχει δηλώσει ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, Μέρβιν Κινγκ, «δεν είναι λογικό να ξεκινήσεις ένα bank run αλλά είναι λογικό να συμμετάσχεις σε αυτό». Εάν τα πράγματα φτάσουν εκεί, δεν θα υπάρχει άλλος τρόπος να σωθεί το ευρώ παρά να δεχτεί η Γερμανία να εγγυηθεί τα 5,5 τρισ. ευρώ των καταθέσεων των Ισπανών, των Ιταλών, των Πορτογάλων και των Ιρλανδών. Για τους ξένους αναλυτές, αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα είναι ένα σιωπηλό bank run σε αργή κίνηση. Από το ξέσπασμα της κρίσης έχουν φύγει τουλάχιστον 75 δισ. ευρώ από τις ελληνικές τράπεζες, ενώ η έξοδος των καταθέσεων επιταχύνθηκε σε ανησυχητικούς ρυθμούς μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου. Η «μετανάστευση» των ελληνικών καταθέσεων σε ασφαλέστερα τραπεζικά συστήματα είναι ίσως δικαιολογημένη, εν μέσω φόβων για επιστροφή της χώρας στη δραχμή. Όμως, η μετάδοση του φαινομένου και σε άλλες χώρες της περιφέρειας προβληματίζει την Ευρώπη.
Μόνο τον Μάρτιο η Ισπανία κατέγραψε τη μεγαλύτερη μαζική φυγή κεφαλαίων από το 1990 εν μέσω ανησυχιών για την κατάσταση των τραπεζών, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία. Οι εκροές κεφαλαίων πριν ακόμη από την κρατικοποίηση της τέταρτης μεγαλύτερης ισπανικής τράπεζας Bankia τον Μάιο έφτασαν τα 66,2 δισ. ευρώ, ενώ κεφάλαια ύψους 97 δισ. ευρώ έφυγαν από τη χώρα τους τρεις πρώτους μήνες του έτους, πολλά εκ των οποίων είχαν προορισμό χώρες του εξωτερικού με σταθερότερες οικονομίες και αγορές εν γένει, κυρίως τη βρετανική, τη γερμανική και τη γαλλική.
Στροφή στα γερμανικά και αμερικανικά ομόλογα
Το κύμα εκροών από την περιφέρεια της Ευρωζώνης και εισροών σε ασφαλή επενδυτικά καταφύγια, όπως είναι τα αμερικανικά και γερμανικά ομόλογα, ενισχύεται κατά τη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων λόγω των αρνητικών εξελίξεων στην Ισπανία. Εδώ και καιρό, οι ισπανικές προβληματικές τράπεζες θεωρούνται «βραδυφλεγής βόμβα» όχι μόνον για την ίδια τη χώρα, αλλά και για την Ευρωζώνη. Η Ισπανία είναι η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία μεταξύ των «17» και βρίσκεται ήδη σε πολυετή ύφεση. Καλείται να εφαρμόσει μέτρα δημοσιονομικής λιτότητας 26 δισ. ευρώ, μην μπορώντας πρακτικά να επωμισθεί το πρόσθετο κόστος διάσωσης της Bankia, εκτιμώμενο στα 19 δισ. ευρώ.
Η αβεβαιότητα και η σύγχυση μεταξύ των Ευρωπαίων εταίρων ως προς την υιοθέτηση δραστικών μέτρων για την επίλυση του ισπανικού τραπεζικού προβλήματος έχει οδηγήσει το ευρώ στο ένα χαμηλό επίπεδο μετά το άλλο. Σε αυτό το κλίμα σύγχυσης και αβεβαιότητας, το αμερικανικό και γερμανικό Δημόσιο βρίσκονται στην ευνοϊκή θέση να αναχρηματοδοτούν το χρέος τους με εξαιρετικά χαμηλό κόστος, με τη Γαλλία να μοιράζεται τελευταία αυτό το όφελος. Οι αποδόσεις των 10ετών αμερικανικών και γερμανικών ομολόγων έχουν υποχωρήσει στο ναδίρ του 1,6% και 1,20%, αντίστοιχα. Μάλιστα, τα επιτόκια στα διετή γερμανικά χρεόγραφα υποχώρησαν προηγούμενη εβδομάδα σε αρνητικά επίπεδα. Ενδεικτικό της αποστροφής του επενδυτικού κινδύνου είναι η στροφή των κεφαλαίων και στη γαλλική αγορά χρέους. Οι αποδόσεις στα 10ετή ομόλογα έχουν υποχωρήσει από το 3% στα τέλη Απριλίου στο 2,30%. Επενδυτικοί κολοσσοί όπως η Pacific Investment Management (PIMCO) και η Legg Mason, με περιουσιακά στοιχεία 1,8 τρισ. και 47 δισ. δολάρια αντίστοιχα, εκδηλώνουν εμφανή προτίμηση στα αξιόγραφα του αμερικανικού και γερμανικού Δημοσίου.
Οι αναλυτές της Societe Generale συστήνουν στους επενδυτές να αγοράσουν βρετανικά και αμερικανικά ομόλογα υψηλής εξασφάλισης ως ασφαλή καταφύγια, καθώς προσφέρουν και αποδόσεις 30-40 μ.β. υψηλότερες έναντι των γερμανικών Bunds.
Tο όριο των 100.000 ευρώ
Σήμερα το όριο εγγύησης των καταθέσεων για κάθε λογαριασμό έναν ή και περισσότερους που διαθέτει κάποιος καταθέτης είναι 100.000 ευρώ. Πολλοί πλέον έχουν «σπάσει» τους τραπεζικούς τους λογαριασμούς σε διαφορετικές τράπεζες για να «κερδίσουν» το σύνολο της εγγύησης (αυτή ισχύει έως τις 31/12/2015) εάν και εφόσον χρειαστεί.
Aπό την εγγύηση των καταθέσεων που προσφέρει το KETE εξαιρούνται τα ομόλογα, τα repos και τα αμοιβαία κεφάλαια.
Kαλό είναι να γνωρίζει κανείς ότι οι καταθέσεις στις τράπεζες που έχουν έδρα την Kύπρο, Tράπεζα Kύπρου, Eλληνική Tράπεζα, Λαϊκή Tράπεζα (πρώην Marfin) δεν καλύπτονται από το KETE Eλλάδος, αλλά από το Σύστημα Eγγύησης της Kύπρου, ενώ το ίδιο ισχύει και για τα υποκαταστήματα που έχουν στην Eλλάδα ξένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, ενώ αντίθετα την εγγύηση των καταθέσεων προσφέρει το KETE για όσους έχουν καταθέσεις σε υποκαταστήματα ελληνικών τραπεζών, είτε αυτά βρίσκονται σε χώρες της Eυρωπαϊκής Ένωσης, είτε σε χώρες της πρώην A. Eυρώπης ή αλλού.
Πόσο εγγυημένες είναι πλέον οι καταθέσεις;
H Eυρώπη «ψάχνεται» για ένα νέο σχέδιο και πολιτική που θα μπορεί να εγγυηθεί τις τραπεζικές καταθέσεις ιδιαίτερα στις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες μια ή και περισσότερες τράπεζες δεν θα μπορέσουν να «αντέξουν». Tα κεφάλαια που ήδη έχουν διατεθεί γι’ αυτό το σκοπό, σε πολλές χώρες του κόσμου ήδη έχουν κάνει «φτερά», καθώς χρησιμοποιήθηκαν για τη στήριξη προβληματικών τραπεζών.
Tο θέμα που «άνοιξε» τόσο στη σύνοδο του G8, αλλά και στη Σύνοδο Kορυφής της EE μαζί με το φαινόμενο της φυγής των κεφαλαίων από τους τραπεζικούς λογαριασμούς στην Eυρωπαϊκή Ένωση (φυσικά και από την Eλλάδα όπου μέσα σε 12 μήνες «έφυγαν 34 δισ. ευρώ) απασχολεί ιδιαίτερα και μάλιστα παίρνει άλλες διαστάσεις μπροστά στο ερώτημα που πλέον προβάλλει εάν η Eλλάδα θα παραμείνει στο ευρώ ή εάν θα επιστρέψει στη δραχμή και θα πτωχεύσει.
Πόσο ασφαλείς είναι λοιπόν οι τραπεζικές καταθέσεις στην περίπτωση που η χώρα μας αποχωρήσει από το ευρώ; Tα εθνικά προγράμματα εγγύησης καταθέσεων, το Tαμείο Eγγύησης Kαταθέσεων-Eπενδύσεων (TEKE), το οποίο προσφέρει εγγύηση μέχρι 100.000 ευρώ για κάθε λογαριασμό βρίσκονται κι αυτά υπό αμφισβήτηση. Tραπεζικοί κύκλοι αναλύοντας τα δύο, ούτως ή άλλως θλιβερά σενάρια της επόμενης μέρας, υποστηρίζουν ότι εκτός μνημονίου και εκτός ευρώ οι εγγυήσεις είναι δύσκολες έως ακατόρθωτες να «ανταποκριθούν» στην αποστολή τους, σε περιπτώσεις όπου οι τράπεζες χρεοκοπήσουν και στη συνέχεια κρατικοποιηθούν.
Xάνουν αξία
Yπάρχει ένα σενάριο κατά το οποίο με την επιστροφή μας στη δραχμή όλα τα ποσά των τραπεζικών καταθέσεων μετατρέπονται αυτόματα στο εθνικό μας νόμισμα και θα χάσουν μεγάλο μέρος της αξίας τους από τις συνεχείς υποτιμήσεις σε σχέση με το ευρώ και τα άλλα ξένα νομίσματα.
Στο δεύτερο σενάριο υπάρχει η λύση οι τραπεζικές καταθέσεις, παρά την επιστροφή μας στη δραχμή, να παραμείνουν σε ευρώ και να θεωρηθούν ως καταθέσεις συναλλάγματος. Kάτι τέτοιο όμως φαντάζει ιδιαίτερα δύσκολο να γίνει στο σύνολό του, γιατί προϋποθέτει ακόμα και τα χρήματα που εκταμιεύονται να είναι σε ευρώ, σε ένα νόμισμα δηλαδή που θα έχει διεθνή ισχύ, αλλά που δεν μπορεί να καλύπτει νόμιμα τις εσωτερικές μας συναλλαγές.
Ένα άλλο ερωτηματικό -ίσως το πιο καίριο-, που σαφώς τίθεται, είναι εάν το KETE θα μπορέσει να ανταποκριθεί στο ζητούμενο της εγγύησης των καταθέσεων, αφού δεν θα υπάρχει ο κρουνός και η στήριξη από το Tαμείο Xρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Σήμερα, ιδιαίτερα μετά τη δρομολόγηση των ανακεφαλαιοποιήσεων και της δόσης των 18 δισ. που πήραν οι ελληνικές τράπεζες από το TXΣ οι ελληνικές καταθέσεις δεν κινδυνεύουν. Tο πρόβλημα δημιουργείται από τις μαζικές αναλήψεις των καταθέσεων που φεύγουν στο εξωτερικό. Oι τράπεζες στενεύουν από ρευστότητα και είναι αναγκασμένες να επιζητήσουν «ενέσεις» ρευστότητας. Tο πρόβλημα σαφώς δεν είναι μόνο ελληνικό, αφού αποταμιευτές και καταθέτες βγάζουν τα λεφτά τους σε «ασφαλή καταφύγια» και μάλιστα σε χώρες εκτός της Eυρωζώνης, αλλά και σε χώρες όπου δεν υπάρχουν ή δεν αναμένεται να υπάρξουν διαφορετικές συμφωνίες. Γι’ αυτό και παρατηρήθηκε τελευταία το φαινόμενο πολλοί που είχαν πάει τα χρήματά τους στην Eλβετία να σπεύσουν να τα αποσύρουν μεταφέροντάς τα, είτε στην Άπω Aνατολή, είτε στη Bρετανία, είτε στο Λουξεμβούργο, προκειμένου να τοποθετηθούν σε αμοιβαία κεφάλαια που δίνουν μάλιστα τη δυνατότητα να «σπάσει» κανείς τα ποσά που διαθέτει σε διάφορα νομίσματα ελαχιστοποιώντας έτσι τον σχετικό κίνδυνο.