Έναν μήνα αφότου ανακοίνωσε το πρόγραμμά της για επαναγορά απεριόριστης ποσότητας ομολόγων, το οποίο όμως μόνο οι ίδιες οι χώρες – μέλη της Ευρωζώνης μπορούν να ενεργοποιήσουν, η ΕΚΤ δεν έχει και πολλά περιθώρια κινήσεων για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους, πέραν του να ακολουθήσει μια στάση αναμονής έως ότου η Ισπανία προσφύγει τελικά σε πακέτο διάσωσης, για να παρέμβει εν συνεχεία και να τιθασεύσει τις πιέσεις στο κόστος δανεισμού της.
Πληθωριστικές πιέσεις
Την ίδια στιγμή, αξιωματούχοι επικαλούνται την κλιμάκωση του πληθωρισμού -ο οποίος εξακολουθεί να υπερβαίνει το στόχο του 2% της ΕΚΤ- προκειμένου να πείσουν τις χρηματοοικονομικές Αγορές ότι θα αντισταθούν προς το παρόν σε περαιτέρω μείωση των επιτοκίων, που βρίσκονται ήδη στο ιστορικό χαμηλό του 0,75%. Με αρκετές όμως από τις Οικονομίες της Ευρωζώνης να συνεχίζουν να βρίσκονται σε χρόνια ύφεση, οι φωνές για περαιτέρω μέτρα στήριξης σε επίπεδο νομισματικής πολιτικής είναι ήδη ισχυρές, με οικονομολόγους να κάνουν ήδη συζητήσεις για το εάν η Κεντρική Τράπεζα της Ευρωζώνης θα μπορούσε να οδηγηθεί στα «μηδενικά» επιτόκια που έχουν η Ελβετία και η Ιαπωνία.
«Το μοναδικό ερώτημα που απασχολεί τις αγορές είναι εάν η ΕΚΤ θα μειώσει ή όχι τα επιτόκια. Πιστεύω ότι δεν θα τα μειώσει… Πρόκειται για την τελευταία γραμμή άμυνας που ενδεχομένως να διαθέτει αυτή τη στιγμή η ΕΚΤ και γι’ αυτό εμφανίζεται διστακτική να προχωρήσει σε μια τέτοια κίνηση», εκτιμά ο οικονομολόγος της ING Kάρστεν Μπρζέσκι. Μόνο οι 14 από τους 73 οικονομολόγους που συμμετείχαν στην τελευταία δημοσκόπηση του Reuters αναμένουν ότι η ΕΚΤ θα μειώσει τα επιτόκιά της στην αυριανή συνεδρίασή της, που γίνεται στη Λιουμπλιάνα, στην μία από τις δύο συνεδριάσεις της που λαμβάνει χώρα εκτός της έδρας της (Φραγκφούρτη). Μία μικρή πλειονότητα αναμένει μείωση των επιτοκίων στο 0,50% μέχρι το τέλος του έτους.
Μολονότι τα οικονομικά στατιστικά στοιχεία είναι άκρως αποθαρρυντικά για την Ευρωζώνη, ο πληθωρισμός παραμένει επίμονα υψηλός -διαμορφώθηκε στο 2,7% το Σεπτέμβριο, παραμένοντας πάνω από το στόχο του 2% για 22ο διαδοχικό μήνα, γεγονός το οποίο περιορίζει τα περιθώρια κινήσεων της ΕΚΤ. Σε αυτό συνηγορεί και η απρόσμενη άνοδος των τιμών παραγωγού στην Ευρωζώνη το μήνα Αύγουστο, κατά 0,9% σε μηνιαία βάση και 2,7% σε ετήσια βάση, καθώς οι τιμές πετρελαίου εντείνουν τις πληθωριστικές πιέσεις στην Ευρωζώνη.
Ήδη, ο Μπενουά Κερ, μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ, την προηγούμενη εβδομάδα δήλωσε ότι τα στοιχεία για την Οικονομία και τον πληθωρισμό δεν δικαιολογούν μία μείωση επιτοκίων τον Οκτώβριο -άποψη την οποία συμμερίζεται και ο διοικητής της αυστριακής Κεντρικής Τράπεζας Έβαλντ Νοβότνι. «Με δεδομένο ότι η ΕΚΤ έχει βάλει τόσα πολλά στο τραπέζι, ίσως θα ήταν καλύτερο να ακολουθήσει προς το παρόν πολιτική αναμονής και εάν χρειαστεί μπορεί πάντα να μειώσει το επιτόκιο σε μεταγενέστερο στάδιο», εκτιμά η οικονομολόγος της Credit Suisse Κρίστελ Αράντα Χάσελ.
Τα μικρότερα οφέλη
Ωστόσο, οι πλέον δοκιμαζόμενες χώρες της Ευρωζώνης, Ισπανία και Ιταλία, που χρειάζονται περισσότερα ενισχυτικά νομισματικά μέτρα, είναι τελικά αυτές που αποκομίζουν τα λιγότερα, επειδή τα επιτόκια χορηγήσεων των τραπεζών τους είναι πολύ υψηλότερα από τα αντίστοιχα των ισχυρότερων χωρών στον «πυρήνα» του ευρώ.
Η αυριανή συνεδρίαση της ΕΚΤ μπορεί να κάνει κάποιες μικρές προσπάθειες για την τόνωση της χορήγησης δανείων στις χώρες του Νότου, αν και δεν είναι απίθανο να προχωρήσει σε χαλάρωση των εγγυήσεων έως ότου αρχίσει να αγοράζει ισπανικά κρατικά ομόλογα, υπό το φόβο μήπως η αυξημένη ρευστότητα χρησιμοποιηθεί ξανά για τη στήριξη του κρατικού χρέους, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει οικονομολόγος της Bank of America Merrill Lynch.
Όσον αφορά τη συνέντευξη που θα δώσει ο διοικητής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι, οι οικονομολόγοι αναμένουν μία επανάληψη όσων ήδη ειπώθηκαν κατά την τελευταία φορά.