Του Δημήτρη Γ. Απόκη*
Η πρόσφατη ομιλία του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, στο ακροατήριο των ελίτ του Παγκόσμιου Φόρουμ του Νταβός, αν και έτυχε εκτενούς κάλυψης από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, δεν αποτέλεσε αντικείμενο σοβαρής ανάλυσης.
Παρά το γεγονός ότι ο πρόεδρος Τραμπ είπε ορισμένα καλά λόγια για την Ευρώπη, στην πραγματικότητα διέλυσε τις πολιτικές των υπερβολικών περιοριστικών ρυθμίσεων, της υψηλής φορολογίας, του ακραίου περιβαλλοντισμού και των πολιτικών της woke ατζέντας της κυβέρνησης Μπάιντεν – Χάρις και της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Αν και ο Αμερικανός πρόεδρος σφυροκόπησε το ακροατήριο, αποκαλώντας το πετρέλαιο υγρό χρυσό, αλλά και την Πράσινη Νέα Συμφωνία Πράσινη Νέα Απάτη, η αντίδραση δεν ήταν έντονη και οι ερωτήσεις που δέχθηκε από κορυφαίους τραπεζίτες ήταν χλιαρές και θα μπορούσε κάποιος να πει και υποστηρικτικές.
Μια προσεκτική ανάλυση της ομιλίας αποκαλύπτει ότι δεν ήταν συγκρουσιακή αλλά φιλόδοξη, προβλέποντας μια νέα σχέση Αμερικής – Ευρώπης, υπό την ηγεσία της Ουάσινγκτον.
Η αμερικανική οικονομία είναι πλέον διπλάσια σε μέγεθος από αυτή της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ενώ πριν από περίπου είκοσι χρόνια ήταν σχεδόν συγκρίσιμες. Το ευρωπαϊκό ενεργειακό κόστος αυξάνεται συνεχώς, λόγω της στερούμενης στρατηγικής και κοινής λογικής της πράσινης μετάβασης, αλλά και του πολέμου στην Ουκρανία.
Την ίδια στιγμή οι Βρυξέλλες αντιλαμβάνονται ότι οι οικονομίες των ευρωπαϊκών χωρών, όπως αυτές της Ιαπωνίας, της Νότιας Κορέας και της Ταϊβάν, εξαρτώνται από τις οικονομικές, πολιτιστικές και κοινωνικές πολιτικές της Ουάσινγκτον και κυρίως από την πρόσβαση στις αγορές και τους καταναλωτές της Αμερικής.
Η καταστροφική πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν – Χάρις, για επιβολή πράσινης παγκοσμιοποίησης, για την εξάλειψη των κινητήρων εσωτερικής καύσης, του φυσικού αερίου και των ορυκτών καυσίμων, σε συνδυασμό με τις πολιτικές woke, έκανε μεγάλη ζημιά στην Αμερική και αποδείχθηκε καταστροφική για την Ευρώπη, η οποία όχι μόνο ευθυγραμμίστηκε με αυτή, αλλά έγινε βασιλικότερη του βασιλέως.
Η Αμερική της κυβέρνησης Μπάιντεν – Χάρις υπονόμευσε τις ευρωπαϊκές δυνάμεις υποστήριξης της ελεύθερης αγοράς και τις δυνάμεις που προωθούσαν συντηρητικές οικονομικές και πολιτιστικές πολιτικές και ενισχύονταν αργά, αλλά σταθερά σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Οι οικονομικές ελίτ της Ευρώπης στο Νταβός, που πίστεψαν τα τελευταία χρόνια ότι ο ακραίος σοσιαλισμός και ο δικαιωματισμός μπορεί να αποτελέσουν μια προσιτή εναλλακτική απέναντι στην παραδοσιακή καπιταλιστική Αμερική, άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι αυτή η σκληρή στροφή της Αμερικής προς τα άκρα στα χρόνια Μπάιντεν – Χάρις εξελίχθηκε σε καταστροφή για την Ευρώπη.
Αυτός είναι και ο λόγος που στο Νταβός οι παγκόσμιοι οικονομικοί μεγιστάνες έμειναν έκπληκτοι από την έκκληση του προέδρου Τραμπ για μια νέα, χρυσή εποχή του αμερικανικού καπιταλισμού της ελεύθερης αγοράς.
ΕΥΗΜΕΡΙΑ, ΑΣΦΑΛΕΙΑ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Ο Αμερικανός πρόεδρος εξέφρασε την πρόθεσή του να εξασφαλίσει χαμηλότερα επιτόκια, δημοσιονομική νηφαλιότητα, λιγότερους κανονισμούς, χαμηλότερους φόρους, μικρότερο κράτος και λιγότερη κρατική παρέμβαση στην οικονομία, ασφαλή σύνορα και τερματισμό της παράνομης μετανάστευσης. Προχώρησε περαιτέρω και υποσχέθηκε ότι αυτές οι πολιτικές θα εξασφαλίσουν μεγαλύτερη ευημερία, ασφάλεια και ελευθερία για την Αμερική και την Ευρώπη.
Ο πρόεδρος Τραμπ κατεδάφισε ολοκληρωτικά την αμερικανική λογοκρισία, τις πολιτικές ορθοδοξίες, τις ελλειμματικές δαπάνες, τον πληθωρισμό και τα υψηλά επιτόκια, περιγράφοντας ταυτόχρονα τη διακυβέρνηση Μπάιντεν – Χάρις ως ένοχη για την καταστροφή.
Ουσιαστικά ο πρόεδρος Τραμπ έθεσε το οικουμενικό πλαίσιο μια ισχυρής Αμερικής, που επιδιώκει να βοηθήσει την Ευρώπη να ανακάμψει και να εκπληρώσει τις φυσικές της δυνατότητες.
Πέρασε ξεκάθαρα το μήνυμα ότι είναι απαραίτητο για Αμερική και Ευρώπη να παραμείνουν ενωμένες σε έναν επικίνδυνο οικονομικό κόσμο κινεζικού μερκαντιλισμού, ρωσικής επιθετικότητας και ενός νέου πολιτικού και στρατιωτικού άξονα της Κίνας, της Ρωσίας, του Ιράν και της Βόρειας Κορέας, με χώρες όπως η Ινδία και η Τουρκία να περιμένουν να δουν ποιος θα επικρατήσει.
Το πραγματικό μήνυμα του προέδρου Τραμπ είναι Make Europe Great Again (MEGA) και βρίσκεται ξεκάθαρα απέναντι στην λογική του Ομπάμα ότι η Αμερική είναι απλώς ένα εξαιρετικό έθνος, ίσο με όλα τα άλλα.
Και σίγουρα το όραμα του προέδρου Τραμπ είναι αντίθετο στη λογική Μπάιντεν – Χάρις να απορροφήσει τις αποτυχημένες ευρωπαϊκές ιδέες για τους φόρους, τη ρύθμιση, τα σύνορα και την ενέργεια και στη συνέχεια να ενισχύσει αυτόν τον θλιβερό κρατισμό με ένα αμερικανικό επίχρισμα.
Το όραμα του Αμερικανού προέδρου είναι να κάνει την Ευρώπη και την Αμερική ισχυρότερες τόσο οικονομικά όσο και στρατιωτικά. Θέλει να ενισχύσει την οικονομία της Αμερικής και να προσφέρει στην Ευρώπη δρόμους για να συμμετάσχει σε αυτή την προσπάθεια.
Η ομιλία του προέδρου Τραμπ στο Νταβός ήταν το αντίστοιχο της εξωτερικής πολιτικής στην εγχώρια απήχησή του, σε τεχνολογικούς γίγαντες όπως ο Ιλον Μασκ, ο Τζέφ Μπέζος, ο Μαρκ Ζάκενμπεργκ και οι επικεφαλής της Apple, της Google και άλλων ομίλων της Silicon Valley.
Οι ελίτ του Νταβός είχαν αρχίσει να αντιλαμβάνονται ότι η νεοσοσιαλιστική κυβέρνηση Μπάιντεν – Χάρις δεν θα έπαιρνε μόνο κέρδη από αυτούς μέσω φόρων, αλλά θα περιόριζε και θα έλεγχε τι θα επιτρεπόταν σε έναν επιχειρηματία να κάνει και πώς, πότε και πού θα μπορούσε να καινοτομήσει για να παράγει προϊόντα και να κερδίσει όπως πίστευε καλύτερα.
Οτι ένας στρατός ζηλωτών, άγνωστων κυβερνητικών ιδεολόγων και γραφειοκρατών θα μοίραζε τις επιδοτήσεις. Και θα πρόσφερε φέτες μεριδίων στους μεγιστάνες της τεχνολογίας, με βάση την αφοσίωσή τους στην κυβέρνηση και στα σκληρά «προοδευτικά» διαπιστευτήριά τους.
Είχαν αρχίσει να αντιλαμβάνονται ότι οι μελλοντικοί νικητές και ηττημένοι της τεχνολογίας δεν θα καθορίζονται από το ταλέντο ή τις επιτυχίες της αγοράς, αλλά από την ιδεολογική καθαρότητα.
Γι’ αυτούς τους λόγους οι τεχνολογικοί γίγαντες, όπως και οι Ευρωπαίοι καπιταλιστές έχουν πλέον αποφασίσει ότι ο πρόεδρος Τραμπ θα τους απελευθερώσει με έναν τρόπο πιο ριζοσπαστικό από οποιονδήποτε προηγούμενο πρόεδρο.
*Διεθνολόγος, με ειδίκευση στην αμερικανική εξωτερική πολιτική, γεωπολιτική και διεθνή οικονομία. Απόφοιτος των πανεπιστημίων The American University, School of International Service και The Johns Hopkins University, The Paul H. Nitze, School of Advanced International Studies της Ουάσινγκτον. Είναι μέλος του The International Institute for Strategic Studies, του Λονδίνου. Ως δημοσιογράφος υπήρξε επί σειρά ετών διαπιστευμένος ανταποκριτής στον Λευκό Οίκο, στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και το αμερικανικό Πεντάγωνο