Στην Ελλάδα επιστρέφουν, μετά από 73 χρόνια, χιλιάδες ευρήματα της νεολιθικής εποχής που είχαν μεταφερθεί στη Γερμανία την περίοδο της κατοχής.
Όπως μεταδίδει η Deutsche Welle, σε επίσημη τελετή που πραγματοποιήθηκε στο υπαίθριο μουσείο Πφάλμπαουτεν στη Λίμνη της Κωνσταντίας (Bodensee) στη νότια Γερμανία παραδόθηκαν χθες 10.626 ευρήματα της νεολιθικής περιόδου σε εκπροσώπους του ελληνικού υπουργείου Πολιτισμού.
Πρόκειται για τη δεύτερη επιστροφή αρχαιοτήτων από τη Γερμανία προς την Ελλάδα μέσα σε δύο εβδομάδες. Στη μια περίπτωση πρόκειται για ένα μαρμάρινο ειδώλιο και ένα τηγανόσχημο σκεύος που ήταν προϊόντα αρχαιοκαπηλίας και τα οποία επέστρεψε το Κρατικό Μουσείο της Βάδης. Στη δεύτερη περίπτωση τα ευρήματα είναι λεία πολέμου και προέρχονται από γερμανικές ανασκαφές σε 38 μαγούλες, σε γήλοφους, στη Θεσσαλία που έγιναν στις αρχές της γερμανικής κατοχής το 1941.
Η πρωτοβουλία για την επιστροφή των ελληνικών ευρημάτων ανήκει στον διευθυντή του Μουσείου Πφάλμπαουτεν, καθηγητή Γκούντερ Σέμπελ. Μιλώντας για τα κίνητρά του είπε στη Deutsche Welle: «Η σύγχρονη επιστήμη αντιλαμβάνεται τη σημασία του αλληλοσεβασμού και ως εκ τούτου γνωρίζει πόσο σημαντικά είναι τα ευρήματα για την ταυτότητα μιας χώρας. Υπό αυτή την έννοια η επιστροφή είναι για μας θέμα τιμής.»
Σχολιάζοντας τη σημασία της γερμανικής πρωτοβουλίας να επιστρέψει τις αρχαιότητες, η γενική διευθύντρια Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, Μαρία Βλαζάκη-Ανδρεαδάκη, δήλωσε στη Deutsche Welle: «Έχει υψηλό συμβολισμό αυτή η χειρονομία. Αναγνωρίζουν ότι δεν πρέπει να φεύγουν τα πολιτιστικά αγαθά από τη χώρα τους. Είχε έρθει το ίδιο το μουσείο και μας ανακοίνωσε ότι μας τα επιστρέφει. Τα ίδια τα αντικείμενα είναι ταπεινά αντικείμενα. Είναι κομμάτια αγγείων, τα περισσότερα αδιακόσμητα, δεν είναι από αυτά που βάζουμε σε προτεραιότητα για επιστροφή.»
Πριν από την περίοδο της κατοχής οι γερμανικές ανασκαφές στην Ελλάδα διεξάγονταν με την άδεια του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου στην Αθήνα και του ελληνικού υπουργείου Πολιτισμού. Στο διάστημα της κατοχής ξέσπασε μια διένεξη αναφορικά με τις αρμοδιότητες ανάμεσα στην κλασσική αρχαιολογία που εκπροσωπούσε το Ινστιτούτο και αρχαιολόγους σε διάφορες υπηρεσίες του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος οι οποίες ενεργούσαν για δικό τους λογαριασμό στις χώρες που ήταν υπό γερμανική κατοχή. Ο Γκούντερ Σέμπελ: «Δεν ήταν ο Χίτλερ που έστειλε τους αρχαιολόγους στις χώρες που κατέλαβε. Ήταν οι ίδιοι οι αρχαιολόγοι που υποστήριζαν ότι οι ανασκαφές θα έπρεπε να γίνουν για ιδεολογικούς λόγους. Όπως είναι γνωστό, αυτοί οι αρχαιολόγοι ήταν μέλη του Κομάντο Ρόζενμπεργκ, της οργάνωσης Γενεαλογική Κληρονομιά (Ahnenerbe) των SS όπως και άλλων εθνικοσοσιαλιστικών οργανώσεων που, ακολουθώντας τα χνάρια της Βέρμαχτ, επεδίωξαν να προβληθούν.»
Στόχος των ανασκαφών των εθνικοσοσιαλιστικών αρχαιολόγων στην Ελλάδα ήταν να τεκμηριώσουν την κάθοδο γερμανικών φυλών στην Ελλάδα ήδη κατά τη δεύτερη χιλιετία π.Χ.
Υπεύθυνος των ανασκαφών στη Θεσσαλία ήταν ο καθηγητής και μέλος του Κομάντο Ρόζενμπεργκ, Χανς Ράινερτ, ο οποίος μετά τον πόλεμο έγινε διευθυντής του Μουσείου Πφάλμπαουτεν. Μόλις μετά τον θάνατό του το 1990, ο διάδοχός του, ο νυν διευθυντής Γκούντερ Σέμπελ, ανακάλυψε τα ελληνικά ευρήματα. Έως ότου όμως ολοκληρωθούν οι έρευνες για την προέλευσή τους, χρειάστηκαν δύο δεκαετίες. Όπως εξηγεί ο κ. Σέμπελ, οι λόγοι της καθυστέρησης αυτής, σχετίζονται σε μεγάλο βαθμό με τη διαίρεση της Γερμανίας.
«Τμήμα της τεκμηρίωσης αλλά και των εγγράφων είχαν παραμείνει μετά τον πόλεμο στην Ανατολική Γερμανία. Θα πρέπει να γνωρίζει κανείς ότι το 1943 πολλά επιστημονικά ινστιτούτα είχαν μεταφερθεί μαζί με την υλική τους υποδομή έξω από το Βερολίνο. Τα ελληνικά ευρήματα και όλα τα σχετικά έγγραφα είχαν μοιραστεί και αποθηκευτεί σε πέντε διαφορετικά σημεία στην Ανατολική και Δυτική Γερμανία αλλά και στην Ελβετία.»
«Λύσαμε μια αστυνομική περιπέτεια της λίθινης περιόδου με τη βοήθεια της επιστήμης και των αρχείων – οι αρχαιότητες επιστρέφουν πίσω» είπε στο τέλος της ομιλίας του στην επίσημη τελετή ο καθηγητής Σέμπελ. Ενώ αυτός ο γρίφος έχει λυθεί, άγνωστη παραμένει η τύχη οκτώ κιβωτίων τα οποία είχαν παραμείνει στο Βόλο και τα οποία περιλάμβαναν τα σημαντικότερα ευρήματα των ανασκαφών στη Θεσσαλία. Αλλά δεν είναι μόνο αυτά. Κατά την εκτίμηση του Γκούντερ Σέμπελ στις αποθήκες γερμανικών μουσείων αλλά και αλλού θα πρέπει να βρίσκονται ακόμη πολλές αρχαιότητες από ανασκαφές των διαφόρων γερμανικών υπηρεσιών κατά την περίοδο της κατοχής στην Ελλάδα. Ο εντοπισμός τους θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο ελληνογερμανικής συνεργασίας.