Η Ελλάδα κατατάσσεται στην τρίτη θέση μεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά τις λιανικές τιμές πώλησης αλκοολούχων ποτών, με τις τιμές να είναι κατά 51% υψηλότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Αυτή η υψηλή θέση στην κατάταξη οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στους φόρους που επιβάλλονται στα οινοπνευματώδη ποτά.
Ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης (ΕΦΚ), που έχει αυξηθεί σε μεγάλο βαθμό τα τελευταία χρόνια, αντιπροσωπεύει περίπου το 33% της τελικής τιμής των ποτών.
Συνδυαστικά με τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ), οι φόροι συνιστούν το 55% της τελικής τιμής ενός τυπικού αλκοολούχου ποτού.
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Αρχής, η Ελλάδα βρίσκεται πίσω μόνο από τη Φινλανδία και την Ιρλανδία, οι οποίες έχουν τις υψηλότερες τιμές στα αλκοολούχα ποτά στην ΕΕ.
Σημαντική είναι η διαφορά τιμών και σε σχέση με άλλες μεσογειακές χώρες όπως η Πορτογαλία, η Κύπρος, η Ισπανία και η Ιταλία, που κατατάσσονται με χαμηλότερους δείκτες τιμών.
Το 2023, η λιανική τιμή των αλκοολούχων ποτών στην ΕΕ παρουσίασε μεγάλη διακύμανση. Η Φινλανδία κατέχει την πρώτη θέση με τις υψηλότερες τιμές, ακολουθούμενη από την Ιρλανδία και την Ελλάδα. Στην αντίθετη κατεύθυνση, χώρες όπως η Αυστρία και η Γερμανία καταγράφουν χαμηλότερες τιμές για τα αλκοολούχα ποτά, λόγω χαμηλότερης φορολογίας.
Η υψηλή τιμή των ποτών στην Ελλάδα έχει δημιουργήσει ανταγωνιστικά μειονεκτήματα για τον τουριστικό τομέα, ενώ ενθαρρύνει το παράνομο εμπόριο.
Ο Σύνδεσμος Ελληνικών Αποσταγματοποιών (ΣΕΑΟΠ) προτείνει τη σταδιακή προσαρμογή του ΕΦΚ στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, με στόχο τη μείωση των τιμών και τον περιορισμό του λαθρεμπορίου. Αυτή η προσέγγιση αναμένεται να έχει θετικό αντίκτυπο τόσο στη ρευστότητα των επιχειρήσεων όσο και στη συνολική ανάπτυξη του κλάδου.