Σε εξέλιξη βρίσκεται το ερευνητικό έργο της αποστολής Terra Submersa, στον βυθό της Αργολίδας.
Ειδικότερα, όπως αναφέρεται σε σχετική ανακοίνωση, ξεκινώντας από την Ερέτρια, έδρα της Ελβετικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Ελλάδα και με ενδιάμεσους σταθμούς τον Πειραιά και το Ναύπλιο, τα μέλη της αρχαιολογικής αποστολής Terra Submersa, κατέληξαν στον όρμο της Κοιλάδας, στην Αργολίδα, στο σημείο διεξαγωγής των υποθαλάσσιων ερευνών.
Διερεύνηση των προϊστορικών τοπίων που βρίσκονται στον Αργολικό κόλπο
H ελληνοελβετική αποστολή της οποίας ηγούνται αρχαιολόγοι του Πανεπιστημίου της Γενεύης, ήταν αποτέλεσμα συνεργασίας του Μουσείου Laténium του Νοσατέλ, της Εφορίας Εναλίων Αρχαιοτήτων, της Ελβετικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Ελλάδα και του Ελληνικού Κέντρου Θαλάσσιων Ερευνών.
Στόχος της να διερευνήσει τα προϊστορικά τοπία που βρίσκονται βυθισμένα στον Αργολικό κόλπο, σε μια προσπάθεια για την ανασύστασή τους, αλλά και για να εντοπιστούν τυχόν ίχνη ανθρώπινης δραστηριότητας.
Η έρευνα επικεντρώθηκε κοντά στο σπήλαιο Φράγχθι
Στο τέλος της εποχής των παγετώνων, πριν από περίπου 20.000 χρόνια, η στάθμη της θάλασσας στην περιοχή, ήταν σημαντικά χαμηλότερη από ό,τι σήμερα. Με την ανασύσταση των βυθισμένων τοπίων, οι αρχαιολόγοι ελπίζουν να κατανοήσουν τη δυναμική μέσω της οποίας κατοικούνταν τότε οι παράκτιες ζώνες.
Στην αποστολή Terra Submersa, η έρευνα επικεντρώθηκε κοντά στο σπήλαιο Φράγχθι που βρίσκεται στη βόρεια όχθη του όρμου της Κοιλάδας, το οποίο κατοικήθηκε για σχεδόν 35.000 χρόνια, από την Παλαιολιθική έως την Νεολιθική εποχή. «Καταφέραμε να συλλέξουμε εκπληκτικά δεδομένα, η ανάλυση των οποίων θα απαιτήσει τουλάχιστον δύο χρόνια εργασίας» δήλωσε με ενθουσιασμό ο Julien Beck, επικεφαλής της αποστολής. «Τα προκαταρκτικά αποτελέσματα είναι ενθαρρυντικά».
Από τη χαρτογράφηση των βυθών, οι ερευνητές εντόπισαν «παλαιοακτές» που χρονολογούνται σε διάφορες περιόδους της προϊστορίας. Όλες οι ενδείξεις οδηγούν στην πεποίθηση ότι οι κάτοικοι του σπηλαίου Φράγχθι είχαν διαμορφώσει τις ακτές αυτές από τις οποίες οι επιστήμονες έχουν ανακτήσει κοχύλια και υπολείμματα ψαριών.
Επιπροσθέτως, οι έρευνες με ηχοβολιστικά που είχαν εγκατασταθεί στο ηλιακό καταμαράν PlanetSolar, κατέγραψαν ρήγματα που μαρτυρούν τεκτονικές μετατοπίσεις στον Αργολικό κόλπο και τα οποία θα μπορούσαν να εξηγήσουν τη διαφορά στο βάθος των παλαιοακτών.
Το χρονικό των ερευνών
Το ουσιαστικό ερευνητικό έργο άρχισε στις 10 Αυγούστου, ημέρα που κατέπλευσε στον όρμο της Κοιλάδας το MS Turanor PlanetSolar, το μεγαλύτερο ηλιακό καταμαράν, το οποίο μετατράπηκε σε ερευνητική πλατφόρμα και βάση της επιστημονικής ομάδας της αποστολής.
Το φουτουριστικό σκάφος βοήθησε κυρίως στη λήψη γεωφυσικών μετρήσεων, οι οποίες θα επιτρέψουν στους ερευνητές του ΕΛΚΕΘΕ να μοντελοποιήσουν την τοπογραφία των αρχαίων παράκτιων ζωνών που τώρα είναι βυθισμένες, καθώς και για να εντοπιστούν τυχόν ίχνη της ανθρώπινης δραστηριότητας. Συνοδοιπόρος του στις έρευνες, το σκάφος «Αλκυών», του ΕΛΚΕΘΕ, εξοπλισμένο με ερευνητικά όργανα τεχνολογίας αιχμής.
Οι έρευνες ξεκίνησαν με ιδανικές καιρικές συνθήκες. Πλωτά όργανα μέτρησης ποντίστηκαν στο νερό καταγράφοντας λεπτομέρειες για το βυθό της περιοχής.
Εκτός από την καταγραφή του βάθους με το βυθόμετρο, διεξήχθησαν έρευνες με σεισμικές τομές, από έναν πλωτό τομογράφο πυθμένα. Με βάση τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν οι ερευνητές μπορούν να σχηματίσουν μια σαφή εικόνα για την τομή του βυθού και το πώς αυτός έχει διαφοροποιηθεί στην πάροδο του χρόνου, σε βάθος δεκάδων χιλιάδων ετών.
Στη συνέχεια, με τη χρήση ηχοβολιστικού, ελήφθησαν δεδομένα που θα επιτρέψουν τη χαρτογράφηση του ανάγλυφου του πυθμένα, όπως αυτός είναι σήμερα. Για τη λήψη των μετρήσεων τα ερευνητικά σκάφη ακολουθούσαν προκαθορισμένες πορείες με απολύτως ελεγχόμενη ταχύτητα, ώστε να σαρώσουν ολόκληρη την υπό διερεύνηση περιοχή.
Οι έρευνες των θαλάσσιων γεωλόγων, που ολοκληρώθηκαν στις 22 Αυγούστου, έχουν καταδείξει σημάδια από την κοίτη ενός αρχαίου ποταμού, γεγονός ενθαρρυντικό για την ανακάλυψη περαιτέρω ευρημάτων, αφού ήταν σύνηθες στην αρχαία εποχή οι ανθρώπινες δραστηριότητες να αναπτύσσονται κοντά σε νερό.
Η λεπτομερής επεξεργασία των στοιχείων αυτών θα διαρκέσει επί μακρόν. Τα τελικά συμπεράσματα των ερευνών θα προκύψουν αφού προηγηθεί η διαδικασία επεξεργασίας, σύνθεσης και αξιολόγησης των ευρημάτων.