Με ταχύτερο ρυθμό αναπτύσσεται «ψηφιακά» η Ελλάδα, συγκριτικά με τις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες, ενώ συνεχής βελτίωση παρουσιάζει και ο διαδικτυακός αλφαβητισμός των Ελλήνων.
Η Ελλάδα αν και ακόμα υστερεί στους περισσότερους δείκτες ψηφιακής σύγκλισης, ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και ηλεκτρονικού εμπορίου, εντούτοις αναπτύσσεται «ψηφιακά» με ταχύτερο ρυθμό, συγκριτικά με τις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες, και κυρίως μεταξύ των 15 κρατών-μελών του βασικού πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυτά είναι τα βασικά συμπεράσματα που προκύπτουν από την συνδυαστική ανάλυση των διαθέσιμων στοιχείων του Ευρωβαρομέτρου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Παρατηρητηρίου για την Κοινωνία της Πληροφορίας για τα έτη 2009, 2010 και 2011.
Συνεχής βελτίωση, όμως, παρουσιάζει και ο διαδικτυακός αλφαβητισμός. Στις αρχές του 2010, το 18,2% των Ελλήνων διέθεταν ικανοποιητικές δεξιότητες στη χρήση του διαδικτύου, με τον μέσο όρο της Ε.Ε. να αγγίζει το 31%. Μέσα στα τελευταία 3 χρόνια παρουσιάστηκε αύξηση του ποσοστού των Ελλήνων πολιτών με ικανοποιητικές δεξιότητες (+9,3%) και αντίστοιχη μείωση των Ελλήνων χωρίς δεξιότητες (-7%). Ταυτόχρονα, την ίδια τάση (αύξηση) φαίνεται πως ακολουθεί και ο διαδικτυακός αλφαβητισμός των ανέργων και των κατοίκων αγροτικών περιοχών.
Όσον αφορά την διαδικτυακή καταναλωτική συμπεριφορά, αν και εξοικειωμένοι με το διαδίκτυο, οι Έλληνες διστάζουν να πραγματοποιήσουν ηλεκτρονικές συναλλαγές. Τα στοιχεία, με βάση αναφοράς το 2010, δείχνουν ότι ενώ η χρήση του διαδικτύου αναπτύσσεται και βελτιώνεται σταθερά, δεν ισχύει το ίδιο και για την διαδικτυακή συμπεριφορά που εμπεριέχει οικονομικές ή τραπεζικές συναλλαγές. Μόνο το 10% των Ελλήνων έχει χρησιμοποιήσει το διαδίκτυο για να αγοράσει αγαθά ή υπηρεσίες (35% μέσος όρος για την Ε.Ε.), ενώ μόνο 5% χρησιμοποιεί συστήματα ηλεκτρονικής τραπεζικής συναλλαγής (32% στην Ε.Ε.).
Ακόμα μικρότερο είναι το ποσοστό εκείνων που έχουν χρησιμοποιήσει το ίντερνετ για πώληση ή μεταπώληση αγαθών μέσω πλατφόρμας ηλεκτρονικών πλειστηριασμών. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος κινείται στο 10%, στην Ελλάδα μόνο ένας στους εκατό χρησιμοποιούν την συγκεκριμένη υπηρεσία.
Άλλο ενδιαφέρον σημείο των ερευνών είναι και η επαναλαμβανόμενη προτίμηση των Ελλήνων, αλλά και Ευρωπαίων, στις εγχώριες διαδικτυακές επιχειρήσεις. Μόνο το 9% των Ευρωπαίων και το 10% των Ελλήνων καταναλωτών αγόρασαν προϊόντα ή υπηρεσίες από άλλη ευρωπαϊκή χώρα, αποδεικνύοντας έτσι πως, παρά την διεθνοποιημένη αγορά του διαδικτύου, η εντοπιότητα της επιχείρησης συνεχίζει να εμπνέει εμπιστοσύνη και να αποτελεί κριτήριο καταναλωτικής επιλογής. Πάντως, σε σύγκριση με τα ποσοστά διαδικτυακών πωλήσεων του 2008, οι πωλήσεις μέσω διαδικτύου το 2009 εμφάνισαν μεταβολή +5% με ταυτόχρονη μείωση των ταχυδρομικών και τηλεφωνικών πωλήσεων.
Η δυναμική ανάπτυξης που παρουσιάζει η ελληνική διαδικτυακή αγορά οφείλεται και στον ρυθμό αύξηση της ευρυζωνικής διείσδυσης (ρυθμός μεταβολής των συνδέσεων ανά 100 κατοίκους). Αν και σύμφωνα με το Παρατηρητήριο για την Κοινωνία της Πληροφορίας η διείσδυση της ευρυζωνικότητας στην Ελλάδα (τέλος του Α’ εξαμήνου 2010) άγγιζε μονάχα το 18,6%, ο ρυθμός αύξησής της είναι πολύ μεγαλύτερος σε σύγκριση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Σ’ αυτό συμβάλλουν και οι πολύ καλές τιμές των συνδέσεων στην Ελλάδα, συγκριτικά με την υπόλοιπη Ε.Ε.
Όπως τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος για την Κοινωνία της Πληροφορίας Μιχάλης Αγγελόπουλος: «Η ευρυζωνικότητα στην Ελλάδα εμφανίζει σταθερά αυξητική τάση, η οποία προβλέπεται να διατηρηθεί τα προσεχή τρίμηνα. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Παρατηρητηρίου Κοινωνία της Πληροφορίας η ευρυζωνική διείσδυση αναμένεται να ξεπεράσει το 20% του πληθυσμού το Α’ τρίμηνο του 2011, σημειώνοντας επιτάχυνση του ρυθμού αύξησης».
Αξίζει να σημειωθεί, προσθέτει ο κ. Αγγελόπουλος, ότι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ευρυζωνικής διείσδυσης αγγίζει το 25,6% (01/07/2010), ενώ η Ελλάδα βρίσκεται στο 19,1% (01/10/2010), αλλά ταυτόχρονα διατηρεί τους ιδιαίτερα υψηλούς ρυθμούς διείσδυσης, επιβεβαιώνοντας τη μεγάλη δυναμική ανάπτυξης της ευρυζωνικότητας στη χώρα μας.
Σήμερα η Ελλάδα έχει πετύχει πληθυσμιακή κάλυψη της τάξεως του 91%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στις αγροτικές περιοχές κυμαίνεται στο 60%. Μ’ αυτά τα δεδομένα, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 23η θέση ανάμεσα στα 27 κράτη – μέλη της Ε.Ε., σε όρους ευρυζωνικής διείσδυσης. Η Ελλάδα παρουσίασε και διπλάσιο ρυθμό διείσδυσης καθ’ όλη την διάρκεια του 2009, ενώ σε ευρωπαϊκό επίπεδο η ανάπτυξη της διείσδυσης είναι σημαντικότατη, με το μέσο βαθμό να αυξάνεται από 2,8%, στις αρχές του 2009, σε 5,2%, στις αρχές του 2010, με χώρες όπως η Φινλανδία και η Αυστρία να βρίσκονται ήδη πάνω από το 15%.
Προς την ίδια κατεύθυνση κινείται, όμως, και η ανάπτυξη των υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Κοινωνίας της Πληροφορικής και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα έχει αναπτύξει και προσφέρει, σήμερα, μονάχα 10 από τις 20 υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης. Η ερευνητική προσέγγιση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης βασίζεται στην δημιουργία δεικτών ανάπτυξης μιας υπηρεσίας (δείκτης ηλεκτρονικής ολοκλήρωσης), που χωρίζει το επίπεδο της παρεχόμενης υπηρεσίας σε πέντε διαδοχικά επίπεδα ολοκλήρωσης, από την απλή πληροφόρηση (επίπεδο 1) μέχρι και την προσωποποιημένη παροχή ηλεκτρονικής υπηρεσίας (επίπεδο 5).
Για την Ελλάδα, ο δείκτης ηλεκτρονικής ολοκλήρωσης διαμορφώνεται στο 65% για υπηρεσίες προς πολίτες (ΕΕ στο 87%), στο 78% για υπηρεσίες προς επιχειρήσεις (ΕΕ στο 94%) και στο 70% για το σύνολο των 20 παρεχόμενων υπηρεσιών (ΕΕ στο 90%). Σύμφωνα, πάντως, με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat και με έτος βάσης το 2010, σε αντίθεση με την σταδιακή ανάπτυξη των ελληνικών υπηρεσιών ηλεκτρονικής διακυβέρνησης, τα ποσοστά των πολιτών που κάνουν χρήση των υπηρεσιών αυτών για συναλλαγές με το δημόσιο δεν είναι αντίστοιχα ανεπτυγμένο, καθώς διαμορφώνεται μόλις στο 13% για την Ελλάδα και στο 32% για την Ευρώπη των 27.