Τα «θύματα» της ασφαλιστικής εταιρείας «Ασπίς – Πρόνοια» θα λάβουν, αυτόματα μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας ασφαλιστικής εκκαθάρισης -μέσω του μηχανισμού εγγυήσεων (εγγυητικό κεφάλαιο)- το 70% των ποσών που διεκδικούν ως αποζημίωση από το Ελληνικό Δημόσιο
Το 70% του διεκδικούμενου ποσού θα το λάβουν αυτόματα χωρίς να χρειαστεί να καταθέσουν σχετικές αγωγές.
Αυτό αποφάνθηκε το Α΄ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας με την υπ΄ αριθμ. 3783/2014 απόφασή του (πρόεδρος ο Νικόλαος Σακελλαρίου και εισηγήτρια η σύμβουλος Επικρατείας Άννα Καλογεροπούλου) και ανέπεμψε την υπόθεση στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Αθηνών για τα περαιτέρω.
Την αποζημίωση και την χρηματική ικανοποίηση τα θύματα της «Ασπίς» την διεκδικούν για την ζημιά που υπέστησαν από τις παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την αφαίρεση της άδειας λειτουργίας της ασφαλιστικής εταιρείας, αλλά και για την ηθική βλάβη που υπέστησαν από τη συμπεριφορά αυτή των δημοσιών οργάνων (κρατική εποπτεία).
Τέσσερα από τα «θύματα» της ασφαλιστικής εταιρείας «Ασπίς –Πρόνοια Α.Ε. Γενικών Ασφαλίσεων» διεκδικούσαν από το Ελληνικό Δημόσιο το ποσό των 2.589.702 ευρώ για την ζημιά που υπέστησαν από τις παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου. Πάντως, συνολικά τα ποσά που διεκδικούνται είναι πολύ μεγάλα.
Ειδικότερα, οι ασφαλισμένοι διεκδικούν για την ζημιά που υπέστησαν και για διαφυγόντα κέρδη το ποσό των 2.309.702 ευρώ και για την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης που δέχθηκαν το ποσό των 280.000 ευρώ.
Αναλυτικότερα, οι ασφαλισμένοι είχαν συνάψει με την «Ασπίς –Πρόνοια» διάφορα ασφαλιστήρια συμβόλαια ζωής συνδεόμενα με επενδύσεις, ενώ παράλληλα είχαν και αποταμιευτικό χαρακτήρα. Μάλιστα, κατέβαλαν υψηλά ασφάλιστρα και με την λήξει των συμβολαίων θα ελάμβαναν το κεφάλαιο, συν bonus.
Οι ασφαλισμένοι υποστήριζαν ότι σύμφωνα με το άρθρο 105 του εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα το Δημόσιο έχει την ευθύνη για τις πράξεις και παραλείψεις των αρμοδίων οργάνων του. Στην προκειμένη περίπτωση, σημειώνουν τα θύματα της «Ασπίς» ότι τα αρμόδια όργανα του Δημοσίου, δεν προέβησαν στου αναγκαίους προληπτικούς ελέγχους και στη λήψη των αναγκαίων κατασταλτικών μέτρων, πριν γίνει η ανάκληση της άδειας λειτουργίας της επίμαχης ασφαλιστικής εταιρείας.
Η υπόθεση είχε εισαχθεί στο ΣτΕ ως «δίκη πιλότος» σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του νόμου 3900/2010. Δηλαδή την επίμαχη απόφαση του ΣτΕ, πρέπει να την ακολουθήσουν πιστά όλα τα Διοικητικά Δικαστήρια της χώρας που έχουν όμοιες εκκρεμείς υποθέσεις.
Τι λέει η απόφαση του ΣτΕ
Τώρα, το ΣτΕ έκρινε ότι τα θύματα της «Ασπίς» δεν μπορούν να διεκδικήσουν την αποζημίωση από το Δημόσιο μέσω του άρθρου 105 εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα, καθώς το Νομοθετικό Διάταγμα 400/1970 (περί ιδιωτικής επιχειρήσεως ασφαλίσεως), προβλέπει ειδικό μηχανισμό για τις περιπτώσεις αυτές.
Το επίμαχο Νομοθετικό Διάταγμα προβλέπει ένα μηχανισμό χρηματοδότησης προερχόμενο από εισφορές των ασφαλτικών εταιρειών (κάτι ανάλογο με Επικουρικό Κεφάλαιο για την κάλυψη ζημιών από τα ανασφάλιστα αυτοκίνητα).
Ο μηχανισμός αυτός καλύπτει τις περιπτώσεις αφερεγγυότητας των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, όπως είναι όταν αυτές βρίσκονται υπό πτώχευση, όταν ανακαλείται η άδεια λειτουργίας τους για παράβαση νόμου, κ.λπ.
Και αυτό, ανεξάρτητα αν η άδεια ανακλήθηκε λόγω σκόπιμων ή εσφαλμένων ενεργειών ή παραλείψεων της κρατικής μηχανής ή πλημμελούς άσκησης κρατικής εποπτείας ή «απρόβλεπτων και μεγάλης έκτασης οικονομικών και χρηματοπιστωτικών κρίσεων».
Σύμφωνα λοιπόν με τον εν λόγω μηχανισμό εγγυήσεων, τα θύματα της «Ασπίς», θα λάβουν μετά την εκκαθάριση της ασφαλιστικής εταιρείας το 70% των απαιτήσεων τους από το εγγυητικό κεφάλαιο.
Ο μηχανισμός αυτός είναι συνταγματικός και νόμιμος, αλλά και σύμφωνος με την νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την Ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Ακόμη, οι σύμβουλοι Επικρατείας αναφέρουν ότι «ευθύνη προς αποζημίωση από τυχόν πλημμελή άσκηση κρατικής εποπτείας επί των ασφαλιστικών επιχειρήσεων δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί από τις διατάξεις του άρθρου 105 του εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα», εφόσον υπάρχει το Νομοθετικό Διάταγμα 400/1970 το οποίο επικυρώνει ουσιαστικά Ευρωπαϊκές οδηγίες.
Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 105 του εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα η δικαστική διαδικασία είναι πολύπλοκη και χρονοβόρα, καθώς μάλιστα πρέπει να αποδειχθεί το «πρόδηλο και σοβαρό σφάλμα των εποπτικών οργάνων» των κρατικών οργάνων.
Δηλαδή, να αποδειχθεί η ύπαρξη «προφανής και σοβαρής παρανομία των εποπτικών οργάνων» του κράτους. Και μετά από όλα αυτά να επιδικαστεί τελικά στα θύματα της «Ασπίς», μια εύλογη αποζημίωση, χωρίς να μπορεί να είναι πλήρης.
Παράλληλα, οι σύμβουλοι Επικρατείας στην απόφασή τους υπογραμμίζουν:
«Ο ειδικός μηχανισμός αποζημιώσεως των ασφαλισμένων ασφαλιστικών επιχειρήσεων αποτελεί μηχανισμό κατάλληλο και πρόσφορο για την αποκατάσταση ζημιών που τυχόν προκαλούνται και από την πλημμελή άσκηση της κρατικής δραστηριότητας.
Η θέσπιση δε του μηχανισμού αυτού αποκλείει, κατά την έννοια των σχετικών διατάξεων, με τις οποίες καταστρώνεται ο ως άνω μηχανισμός, όχι μόνον την ευθεία αλλά και την ανάλογη εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 105 του εισαγωγικού νόμου του Αστικού Κώδικα».
Κλείνοντας, η δικαστική απόφαση αναφέρει:
«Ο επίμαχος μηχανισμός, όπως οργανώνεται από το νομοθέτη, δεν προσκρούει σε καμία διάταξη του Συντάγματος».