Λιγότερο ικανοποιημένοι από τη ζωή τους εμφανίζονται οι Έλληνες, σύμφωνα με έρευνα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, καθώς ένας στους δύο εκφράζει δυσαρέσκεια για την καθημερινότητά του.
Ειδικότερα, με βάση τον Δείκτη Καλύτερης Ζωής, οι κάτοικοι της χώρας είναι λιγότερο ευχαριστημένοι από τη διαβίωσή τους εν συγκρίσει με τον μέσο όρο των κρατών του ΟΟΣΑ.
Μόλις το 52% δηλώνει πως έχει θετικές εμπειρίες σε μία ημέρα, ενώ ο αντίστοιχος μ.ο. των υπόλοιπων χωρών ανέρχεται στο 76%.
Ο δείκτης έχει στόχο να επιτρέψει μια αξιολόγηση της ευημερίας σε όλα τα κράτη, με βάση τα 11 θέματα που έχουν χαρακτηριστεί ως καθοριστικής σημασίας από τον ΟΟΣΑ, στους τομείς υλικών συνθηκών διαβίωσης και ποιότητας ζωής.
Τα θέματα είναι: Ασφάλεια, Στέγαση, Εργασία, Εισόδημα, Ισορροπία μεταξύ εργασίας και ελεύθερου χρόνου, Ικανοποίηση από τη ζωή, Υγεία, Παιδεία, Διακυβέρνηση, Κοινότητα και Περιβάλλον.
Στην Ευρώπη, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Σουηδία, η Γερμανία, η Φινλανδία και η Πολωνία επέλεξαν την ικανοποίηση από τη ζωή ως κορυφαία προτεραιότητα.
Η Υγεία, πάντως, εκτιμήθηκε περισσότερο στη Ρωσία, την Νορβηγία, την Ισλανδία, την Γαλλία, αλλά και την Αυστρία.
Στοιχεία – σοκ
Η Ελλάδα αποδίδει καλά σε μόνο λίγα μέτρα ευημερίας, όπως φαίνεται από το γεγονός ότι κατατάσσεται κοντά ή κάτω από τον μέσο όρο σε μεγάλο αριθμό θεμάτων στον Δείκτη Καλύτερης Ζωής.
Τα χρήματα, αν και, όπως συνηθίζεται να λέγεται, δεν μπορούν να αγοράσουν την ευτυχία, χαρακτηρίζονται ως ένα σημαντικό μέσο για την επίτευξη υψηλότερης ποιότητας διαβίωσης.
Στην πατρίδα μας, το μέσο νοικοκυριό έχει διαθέσιμο κατά κεφαλήν εισόδημα 19.095 δολάρια (16.951 ευρώ) ετησίως, λιγότερο από τον μ.ο. του ΟΟΣΑ, που είναι 23.938 δολάρια (21.268 ευρώ) τον χρόνο.
Όμως, υπάρχει ένα σημαντικό χάσμα μεταξύ των πλουσιότερων και των φτωχότερων: το πιο εύρωστο 20% του πληθυσμού κερδίζει έξι φορές περισσότερα από το ασθενέστερο 20%.
Αναφορικά με την απασχόληση, το 51% των ατόμων ηλικίας 15 έως 64 ετών στη χώρα μας έχουν μια αμειβόμενη εργασία, κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ για την απασχόληση, που είναι 65%.
Το 61% των ανδρών έχουν μια αμειβόμενη εργασία, σε σύγκριση με το 42% για τις γυναίκες, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι τελευταίες αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξισορρόπηση οικογένειας και σταδιοδρομίας.
Οι συμπολίτες μας εργάζονται 2.034 ώρες ετησίως, περισσότερο από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, που είναι στις 1.765 ώρες.
Στην Ελλάδα, το 67% των ενηλίκων ηλικίας 25-64 ετών έχουν πτυχίο Λυκείου, λιγότεροι από τον μ.ο., ο οποίος αγγίζει το 75%.
Ως προς την Υγεία, το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση εδώ είναι σχεδόν 81 χρόνια, υψηλότερο κατά έναν χρόνο από τη μέση τιμή στα άλλα κράτη.
Το δε προσδόκιμο ζωής για τις γυναίκες είναι σχεδόν τα 83 χρόνια, σε σύγκριση με τα 79 έτη που αντιστοιχούν στους άνδρες.
Εξάλλου, στη διάρκεια των πρόσφατων εκλογών η προσέλευση των ψηφοφόρων, ένα μέτρο εμπιστοσύνης του λαού στην κυβέρνηση και της συμμετοχής των πολιτών στα πολιτικά πράγματα, κυμάνθηκε στο 62%, κάτω από το μέσο όρο του ΟΟΣΑ (72%).