«Υπό στενή παρακολούθηση» βρίσκεται ο κλάδος των απορρυπαντικών από την Ελληνική Επιτροπή Ανταγωνισμού, σχολιάζουν στελέχη της Επιτροπής Ανταγωνισμού διευκρινίζοντας ότι το ενδιαφέρον της ανεξάρτητης αρχής στη χώρα μας για την αγορά αυτή κρατάει χρόνια και δεν είναι αποτέλεσμα του πρόστιμου που επιβλήθηκε προχθές από την Κομισιόν στην Procter & Gamble και την Unilever για λειτουργία καρτέλ των απορρυπαντικών σε 8 χώρες της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
Η υπόθεση αφορά στη δράση των πολυεθνικών ομίλων από το 2002 μέχρι το 2005, με σχεδόν πανευρωπαϊκές διαστάσεις, καθώς συνολικά 8 χώρες εμπλέκονται (Βέλγιο, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ελλάδα, την Ιταλία, την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ολλανδία). Οι δύο πολυεθνικές, μαζί με την Henkel, καθόριζαν τιμές, μερίδια αγοράς και συνθήκες ανταγωνισμού εις βάρος των καταναλωτών και άλλων ανταγωνιστών τους και τους επιβλήθηκαν πρόστιμα 211,2 εκατ. για την P&G και 104 εκατ. για την Unilever.
Στο μεταξύ ο κλάδος βρίσκεται και πάλι στο στόχαστρο της Επιτροπής στο πλαίσιο της έρευνας που διεξάγεται για τις συνθήκες ανταγωνισμού σε όλα τα προϊόντα ευρείας κατανάλωσης ενώ για την συγκεκριμένη υπόθεση (την καταδικαστική απόφαση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού) δεν τίθεται θέμα επέκτασης της έρευνας από την ελληνική επιτροπή.
Πάντως θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι τα στελέχη των δύο αρχών συνεργάστηκαν στην έρευνα που κατέληξε στο πρόστιμο στις Procter & Gamble και Unilever καθώς η Επιτροπή Ανταγωνισμού της χώρας μας το 2008 είχε εκδώσει καταδικαστική απόφαση εναντίον της Unilever για απαγόρευση παράλληλων εισαγωγών απορρυπαντικών από τρίτες θυγατρικές της εταιρείας στη χώρα μας, επιβάλλοντας της πρόστιμο ύψους 6,9 εκατ. ευρώ.
Όπως σχολιάζουν στελέχη της Επιτροπής Ανταγωνισμού η έρευνα διήρκεσε τρία χρόνια και αυτό επισημάνθηκε για να καταστεί σαφές ότι οι χρόνοι στους οποίους αντιδρά η ελληνική ανεξάρτητη αρχή δεν καταδεικνύουν ολιγωρία. Επίσης σημειώνεται ότι με το νέο νόμο για τη λειτουργία της Επιτροπής Ανταγωνισμού δίνεται ιδιαίτερη σημασία στο θεσμό της ”επιείκειας” ο οποίος ήταν καθοριστικός και στην περίπτωση της επιβολής προστίμου από την κομισιόν.
Αυτή την περίοδο πάντως, το θέμα της λειτουργίας του ανταγωνισμού στην αγορά απορρυπαντικών είναι και πάλι επίκαιρο καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη δημόσια διαβούλευση με θέμα «Η λιανική πώληση προϊόντων βασικής διατροφής και καθημερινής κατανάλωσης», όπου οι φορείς της αγοράς μπορούν μέχρι τις 31 Μαΐου να καταθέσουν τις προτάσεις τους για να αντιμετωπιστούν οι στρεβλώσεις της αγοράς. Η Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει προσδιορίσει, τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού από πρακτικές, όπως:
– Συμφωνίες μεταξύ των ανταγωνιστών για τον καθορισμό τιμών, τον περιορισμό της παραγωγής και τον καταμερισμό της αγοράς.
– Συμβατικές ρήτρες αποκλειστικότητας και παροχής οικονομικών κινήτρων για την εξασφάλιση αποκλειστικότητας (π.χ. εκπτώσεις πίστης, εκπτώσεις στόχου, δωρεάν παροχές) από επιχειρήσεις με υψηλό μερίδιο αγοράς.
– Συμφωνίες ανταγωνιζόμενων αγοραστών με σκοπό την από κοινού αγορά ορισμένων εισροών.
– Περιορισμός της δυνατότητας του μεταπωλητή να προσδιορίσει την τιμή πώλησης για τους τελικούς καταναλωτές (καθορισμός τιμών μεταπώλησης).
– Συμφωνίες προμηθευτών και λιανοπωλητών για τοποθέτηση σε προνομιακή θέση προϊόντων έναντι ανταλλάγματος («entry/listing fees»).
– Επιβολή αγοράς ενός προϊόντος με τον όρο να αγοραστεί και άλλο (δεσμεύον και δεσμευμένο προϊόν).
– Άμεση ή έμμεση υποχρέωση προμηθευτή για πώληση μόνο σε έναν αγοραστή.
– Συμφωνίες διαχείρισης κατηγορίας προϊόντων («category management») μεταξύ λιανοπωλητή και προμηθευτών.
– Απαγόρευση εναλλακτικών πηγών προμήθειας προϊόντων από χονδρεμπόρους άλλων κρατών-μελών της Ε.Ε. («παράλληλες εισαγωγές»).
– Αποκλειστικότητα σε συγκεκριμένες γεωγραφικές αγορές με ρήτρες απαγόρευσης παθητικών πωλήσεων.
– Επιβολή αυθαίρετων όρων αγοράς ή πώλησης προϊόντων από δεσπόζουσα επιχείρηση (π.χ. υπερβολική τιμολόγηση, αδικαιολόγητη άρνηση πώλησης ή αγοράς κ.α.).