Νέο κύκλο κινητοποιήσεων πραγματοποιεί η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων στα Δημόσια Νοσοκομεία, (ΠΟΕΔΗΝ), ζητώντας την επίλυση οικονομικών και θεσμικών αιτημάτων του κλάδου.
Για σήμερα, Πέμπτη είναι προγραμματισμένη τρίωρη στάση εργασίας (12.00-15.00) και συγκέντρωση διαμαρτυρίας στη συμβολή Κηφισίας και Πεντέλης από εργαζόμενους στα νοσοκομεία ΚΑΤ, Σισμανόγλειο, Αμαλία Φλέμιγκ και Παίδων Πεντέλης.
Στη Θεσσαλονίκη, κατάληψη των διοικητικών υπηρεσιών του «Γεννηματάς» πραγματοποιεί από το πρωί το Σωματείο Εργαζομένων του νοσοκομείου.
«Η κινητοποίηση δεν επηρεάζει τις ιατρικές υπηρεσίες που παρέχονται στο νοσοκομείο ούτε τα εισιτήρια και εξιτήρια ασθενών οι οποίοι εξυπηρετούνται κανονικά. Δεν λειτουργεί το γραφείο διοίκησης, το γραφείο προμηθειών, το πρωτόκολλο και το λογιστήριο» ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο εκτελεστικός γραμματέας της ΠΟΕΔΗΝ Πέτρος Κετικίδης.
Για την Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου προγραμματίζεται πανελλαδική σύσκεψη Διοικητικών Συμβουλίων Σωματείων και την επομένη παναττική στάση εργασίας 11.00 π.μ.-3.00 μ.μ. και πορεία στο υπουργείο Οικονομικών.
Τα αιτήματα της ΠΟΕΔΗΝ είναι η απόσυρση του νομοσχεδίου για την κοινωνική ασφάλιση, χρηματοδότηση και στελέχωση με προσωπικό των δημόσιων νοσοκομείων και ένταξη των εργαζομένων στα νοσηλευτικά ιδρύματα στα βαρέα και ανθυγιεινά.
Η ΠΟΕΔΗΝ κάνει λόγο για «υποχρηματοδότηση και υποστελέχωση» του ΕΣΥ, το οποίο όπως αναφέρει «βρίσκεται σε οριακό σημείο λειτουργίας», ενώ «οι πολίτες καλούνται να βάζουν το χέρι όλο και πιο βαθιά στην τσέπη, με έμμεσα ή άμεσα χαράτσια, για την αγορά των υπηρεσιών».
Σύμφωνα με τους εργαζόμενους, «τα Ταμεία των Νοσοκομείων είναι άδεια. Αδυνατούν να προμηθευτούν υλικά και φάρμακα», αφού «οφείλουν στους προμηθευτές πάνω από 2 δισ. ευρώ, και «ταυτόχρονα εφέτος επιβαρύνονται με το κόστος χορήγησης των ακριβών φαρμάκων, που πέρυσι χορηγούσε ο ΕΟΠΥΥ».
Τέλος, η ΠΟΕΔΗΝ αναφέρει ότι μία στις τρεις είναι κενές οι οργανικές θέσεις, με το σύνολο να αγγίζει τις 30.000, οι αποχωρήσεις των υγειονομικών τα έξι τελευταία έτη φτάνουν τις 20.000 και δεν έχει προσληφθεί ούτε ένας. Με αποτέλεσμα να υπάρχει «μία νοσηλεύτρια τη βάρδια σε κάθε κλινική των 40 ασθενών».