Ο ένας ρίχνει τις ευθύνες στον άλλον
Στον συγκατηγορούμενό του δημοσιογράφο έριξε τις ευθύνες, κατά την απολογία του ενώπιον του ανακριτή, ο εκδότης, κατηγορώντας τον ότι «χρησιμοποίησε εν αγνοία του το όνομά του για να δείξει δυνατότητες επιρροής τις οποίες στην πραγματικότητα στερείται, και να εντυπωσιάσει».
«Είμαι εντελώς ξένος ως προς αυτά που συμβαίνουν σε συνεννοήσεις και συνομιλίες πίσω από την πλάτη μου ανάμεσα σε πρόσωπα που γνωρίζονται άριστα και συνεργάζονται επί σειρά ετών, δηλαδή την καταγγέλλουσα και τους δυο συγκατηγορούμενους μου. Ήταν μια συνηθισμένη διαδικασία διαφημιστικής καταχώρησης. Είμαι θύμα πολιτικών και επιχειρηματικών συμφερόντων εξαιτίας της αδέσμευτης δημοσιογραφικής μου πένας. Η δικογραφία είναι αποτέλεσμα κατασκευής με σκοπό την ηθική και σωματική εξόντωσή μου και την απαξίωση του δημοσιογραφικού και επαγγελματικού μου προφίλ. Λόγω των θεμάτων που καλύπτω και των προτάσεων μου που είναι προσωπικές απόψεις και όχι κατευθυνόμενες από συμφέροντα, έχω αναπόφευκτα δημιουργήσει πολλούς αντιπάλους και ανταγωνιστές που κρυφά και φανερά έχουν εκδηλώσει την πρόθεσή τους να με βλάψουν», φέρεται να είπε ο εκδότης ενώπιον του ανακριτή.
Ο κατηγορούμενος εκδότης άφησε μάλιστα να εννοηθεί ότι υπήρχε κι ερωτική σχέση ανάμεσα στο δημοσιογράφο και την καταγγέλλουσα.
«Σε πλήθος καταγεγραμμένων συνομιλιών μεταξύ του δημοσιογράφου και της καταγγέλλουσας αποδεικνύεται στενά φιλική έως και ερωτική σχέση, η οποία καταρχάς αποκλείει το ενδεχόμενο εκβίασης σε βάρος της αφού το κλίμα είναι πάντοτε εύθυμο, οικείο και χαλαρό και επιπλέον η τόσο ιδιαίτερη μεταξύ τους σχέση καταρρίπτει το σενάριο μιας εκβιαστικής προσέγγισης από τον έναν στον άλλον», φέρεται να είπε στην απολογία του.
Ο κατηγορούμενος φέρεται να υποστηρίζει ακόμη ότι η ΕΥΔΑΠ πλήρωσε τα τιμολόγια στην εταιρεία του την ημέρα της σύλληψης του.
«Η κατηγορία για τη δήθεν εκβίαση πλήρως διακωμωδείται από το γεγονός ότι η ΕΥΔΑΠ πλήρωσε όλα τα τιμολόγια τη Δευτέρα 22.2 .16, δηλαδή την ημέρα της σύλληψης. Αν δηλαδή η καταγγέλλουσα και το τμήμα δίωξης εκβιαστών είχαν πεισθεί ότι εγώ είμαι εκβιαστής και δεν ήταν κατασκευασμένη η όλη υπόθεση, τότε γιατί δεν ενημέρωσαν τον διευθύνοντα σύμβουλο της ΕΥΔΑΠ να μην πληρώσει τα τιμολόγια και μάλιστα με κατάθεση στον τραπεζικό λογαριασμό της εταιρείας, αλλά να επιδιώξει πληρωμή είτε με προσημειωμένα χαρτονομίσματα είτε με παράδοση επιταγής…; Η συναλλαγή ήταν νόμιμη», φέρεται να ισχυρίζεται.
Απολογία 50χρονου δημοσιογράφου
Την οποιαδήποτε εμπλοκή του στην υπόθεση εκβίασης φέρεται να αρνήθηκε κατά την απολογία του ο κατηγορούμενος πολιτικός συντάκτης.
«Αρνούμαι τις βαρύτατες κατηγορίες ως απολύτως αβάσιμες, παντελώς ανυπόστατες, οι οποίες στηρίζονται μόνο στη <μεθοδευμένη> μήνυση της μοναδικής μάρτυρος», φέρεται να είπε ο κατηγορούμενος στον ανακριτή από τον οποίο ζήτησε να μην κριθεί προφυλακιστέος καθώς δεν είναι ύποπτος φυγής, δεν είναι ύποπτος τέλεσης νέων αδικημάτων και έχει μόνιμη κατοικία.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στην απολογία του υποστήριξε ότι η επικοινωνία και οι διάλογοι είναι στο πλαίσιο της επαγγελματικής του δραστηριότητας και είναι της επιδίωξής του για εξασφάλιση διαφημιστικής ύλης στα έντυπα που συνεργάζονταν.
Χαρακτήρισε θεμιτό να προσπαθεί να συγκεντρώνει διαφημιστική ύλη είτε από δημόσιο φορέα είτε από ιδιωτική επιχείρηση. Όσον αφορά στις ηχογραφημένες συνομιλίες στις οποίες ο ίδιος φέρεται να ακούγεται να απειλεί την καταγγέλλουσα βάζοντας στο στόχαστρο το ανήλικο παιδί της, ο κατηγορούμενος φέρεται να είπε:
«Σε καμία περίπτωση δεν υπήρξε επιδίωξη απειλής για το παιδί, πολύ περισσότερο αφού υπήρχε πολυετής γνωριμία. Γνώριζα το παιδί από μωρό. Από τις αποσπασματικές απομηγνατοφωνήσεις δεν προκύπτει καμία απειλή, αντίθετα προκύπτει ο διάλογος που υπήρχε και το ενδιαφέρον μου να ρωτάω τη μητέρα για το παιδί της».
«Είμαι αθώος» δήλωσε ο έτερος δημοσιογράφος
Ο έτερος δημοσιογράφος κατά την απολογία του φέρεται να αρνήθηκε κατηγορηματικά ότι διέπραξε οποιαδήποτε αξιόποινη πράξη δηλώνοντας αθώος, ενώ φέρεται να ισχυρίστηκε ότι «όλες οι συνομιλίες και οι επαφές μου έγιναν στα πλαίσια του επαγγέλματός μου χωρίς ποτέ να διανοηθώ ή να αποπειραθώ να εκβιάσω οιονδήποτε. Ουδέποτε απείλησα συνομιλητή μου και πολύ περισσότερο τα παιδιά τους» και πρόσθεσε: «Θεωρώ ύψιστη συκοφαντία και διαστρέβλωση όσα λέγονται και γράφονται για αυτό το θέμα».
Παράλληλα, ο κατηγορούμενος φέρεται να ζήτησε από τους δικαστικούς λειτουργούς να κρίνουν «μόνο με βάση το υλικό της δικογραφίας και τα στοιχεία που υπάρχουν σε αυτή, χωρίς να επηρεαστούν από το επικοινωνιακό βάρος της υπόθεσης και από τις πολιτικές προεκτάσεις και διαμάχες που ανέκυψαν εξαιτίας της».