Την υποχρέωση της πολιτείας να σέβεται την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης υπογραμμίζει, με ανακοίνωσή του, το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, χαρακτηρίζοντας παράλληλα «ευπρόσδεκτη και θεμιτή» την κριτική στον τρόπο άσκησης των εισαγγελικών καθηκόντων, εντός ωστόσο των ορίων της «ευπρέπειας» και χωρίς υπερβάσεις.
Στην πρώτη ανακοίνωσή του το ΔΣ, μετά την αλλαγή ηγεσίας στην Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος κρατά μια «ισορροπημένη» στάση, παρά τη θύελλα των ανακοινώσεων των τελευταίων ημερών με αποκορύφωμα τη συζήτηση στη Βουλή για τη Διαπλοκή και τη Δικαιοσύνη.
Αυτή τη φορά, το ΔΣ της Ένωσης ζητά μάλιστα να ληφθούν νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα θωρακίσουν την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης αν και υπεραμύνεται το υψηλό αίσθημα καθήκοντος των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών.
Στην ανακοίνωση αναφέρεται χαρακτηριστικά:
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος
YΠΕΝΘΥΜΙΖΕΙ ότι η σφαίρα της αρμοδιότητας των οργάνων των τριών εξουσιών είναι σαφώς προσδιορισμένη και εξειδικευμένη, ώστε κάθε όργανο να μη δύναται να έχει άλλες αρμοδιότητες παρά μόνο όσες αυστηρά του απονέμουν το Σύνταγμα και οι νόμοι του κράτους.
ΥΠΟΓΡΑΜΜΙΖΕΙ ότι η συνταγματική κατοχύρωση της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης και οι εγγυήσεις της προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας των εισαγγελικών λειτουργών αποκλείουν κάθε είδους εξάρτηση ή δέσμευση του Εισαγγελέως, πολλώ δε μάλλον, κάθε παρέμβαση στα εισαγγελικά καθήκοντα από την πολιτική εξουσία (Κυβέρνηση-Κοινοβούλιο-Κόμματα).
ΘΕΩΡΕΙ αναγκαία προτεραιότητα της πολιτείας να αναγνωρίσει και να σεβαστεί την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, λαμβάνοντας τις απαραίτητες νομοθετικές πρωτοβουλίες για την αυτοτέλεια και την θωράκιση της.
ΔΙΑΒΕΒΑΙΩΝΕΙ ότι οι Έλληνες Εισαγγελείς, υπό αντίξοες συνθήκες, επιτελούν απερίσπαστοι και ανεξάρτητοι το έργο τους με υψηλό αίσθημα καθήκοντος και ευθύνης, σύμφωνα με το νόμο και τη συνείδηση τους, έχοντας ως μέλημα την εξιχνίαση και πάταξη φαινομένων διαφθοράς και διασπάθισης δημοσίου χρήματος, βασικούς παράγοντες που οδήγησαν τη χώρα σε οικονομική κρίση.
ΚΑΛΕΙ την πολιτεία και έμπρακτα να επιβεβαιώσει το ενδιαφέρον της για την ποιοτική αναβάθμιση της δικαιοσύνης, λαμβάνοντας άμεσα τις αναγκαίες πρωτοβουλίες για την βελτίωση των συνθηκών απονομής της, προκειμένου οι λειτουργοί της να υπηρετούν και οι πολίτες να απολαμβάνουν μία δικαιοσύνη ως ύψιστο κοινωνικό αγαθό που να συμβαδίζει με τα διεθνή πρότυπα, να σέβεται και να εγγυάται την προστασία των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να διασφαλίζει την κοινωνική ειρήνη και να αποτελεί μοχλό οικονομικής ανάπτυξης.
Τέλος, η έκφραση δημόσιας κριτικής για τον τρόπο άσκησης των εισαγγελικών καθηκόντων είναι θεμιτή και ευπρόσδεκτη, εφόσον, βέβαια, τηρούνται οι κανόνες δεοντολογίας χωρίς υπερβάσεις του προσήκοντος μέτρου ευπρέπειας.