Στην 23η θέση σε σύνολο 31 πόλεων που αξιολογήθηκαν, κατατάσσεται η Αθήνα σε σχετική παγκόσμια μελέτη της PwC. Στην πρώτη θέση βρίσκεται το Λονδίνο, ενώ ακολουθούν με σειρά κατάταξης Νέα Υόρκη, Σιγκαπούρη, Τορόντο, Στοκχόλμη, Σαν Φρανσίσκο και Παρίσι.
Συνολικά, η Αθήνα απέχει στις συγκρίσεις από τις “all time classics” ευρωπαϊκές / δυτικές πόλεις (π.χ. Λονδίνο, Παρίσι, Στοκχόλμη, Τορόντο), αλλά και από τις ανερχόμενες πόλεις “rising stars” της ανατολής (π.χ. Σιγκαπούρη, Χονγκ Κονγκ, Τόκυο), χωρίς να σημειώνει ιδιαίτερα υψηλή επίδοση σε κάποιον από τους δείκτες αξιολόγησης.
Από τη μελέτη προκύπτει η θέση της Αθήνας σε σχέση με άλλες «ανταγωνιστικές» πόλεις της Μεσογείου. Ειδικότερα, η Αθήνα βρίσκεται χαμηλότερα στην κατάταξη σε σχέση με τη Μαδρίτη, ενώ σημειώνει οριακά καλύτερες επιδόσεις από την Κωνσταντινούπολη.
Ως δυνατά σημεία της Αθήνας συγκριτικά με άλλες πόλεις, αναδεικνύονται τα εξής :
– Εξωστρέφεια, που αξιολογείται θετικά λόγω του τουριστικού δυναμικού της πόλης, του αριθμού διεθνών συνεδρίων που πραγματοποιούνται, καθώς και τη υψηλή θέση του αεροδρομίου στην παγκόσμια κατάταξη (δείκτης Skytrax).
– Υγεία και ασφάλεια, που αξιολογείται θετικά στους δείκτες εγκληματικότητας και διαθέσιμης υποδομής υγειονομικής περίθαλψης στην πόλης.
– Χαρακτηριστικά του πληθυσμού και του τρόπου ζωής, που αξιολογείται θετικά στον δείκτη πολιτιστικής ζωντάνιας, ποιότητας διαβίωσης και ενεργού πληθυσμού.
Περιθώρια βελτίωσης εντοπίζονται κυρίως σε χαρακτηριστικά της Αθήνας που αφορούν στην οικονομία και τις υποδομές της πόλης:
– Χαμηλή οικονομική επιρροή, κυρίως λόγω της περιορισμένης προσέλκυσης ξένων επενδύσεων.
– Υψηλό κόστος σε σχέση με την αγοραστική δύναμη των κατοίκων, με βάση την αξία του «καλαθιού της νοικοκυράς».
– Δυσκολίες στις υποδομές μεταφορών, κυρίως λόγω της χαμηλής απόδοσης των δικτύων των μέσων μαζικής μεταφοράς και του υψηλού δείκτη κυκλοφοριακής συμφόρησης.
Ο Λεωνίδας Παπαϊωάννου Senior Manager και υπεύθυνος του Δημόσιου Τομέα της PwC Ελλάδας συνόψισε τα αποτελέσματα της μελέτης:
«Το αισιόδοξο μήνυμα για την Αθήνα είναι ότι η πόλη μπορεί να ανέβει κατηγορία επίδοσης ακολουθώντας στοχευμένες παρεμβάσεις πολιτικής με χρονική προτεραιοποίηση. Μπορεί δηλαδή να βελτιώσει τη θέση της αρκεί να βρει τον προσανατολισμό της και να επικεντρωθεί στα δυνατά της χαρακτηριστικά.
Είναι όμως σαφές ότι οι Δήμοι του Λεκανοπεδίου της Αθήνας, επηρεάζουν μερικές μόνο μεταβλητές που σχετίζονται με την ανταγωνιστικότητα της πόλης. Για τις υπόλοιπες δεν έχουν εκείνες τις αποφασιστικές αρμοδιότητες που θα τους επιτρέψουν να μεταβάλουν τη θέση της πόλης στην παγκόσμια κατάταξη. Η ανάγκη για τη δημιουργία μητροπολιτικού κέντρου είναι πλέον επιτακτική».
Ο Γιώργος Καμίνης, Δήμαρχος Αθηναίων, του μεγαλύτερου δήμου της ευρύτερης Αθήνας, σχολίασε:
«Η μελέτη αυτή αποτελεί ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο στα χέρια της Δημοτικής Αρχής γιατί στην ουσία μας δείχνει την εικόνα της πόλης προς τα έξω. Θα αξιοποιήσουμε τα αποτελέσματα αυτά, με στόχο την εφαρμογή των άμεσων αλλά και των μακροπρόθεσμων προτεραιοτήτων της πόλης, καθώς και για τη βελτίωση των επιδόσεων της Αθήνας, σε σύγκριση με τις ανταγωνίστριες πόλεις.
Η πόλη της Αθήνας προτάσσει ένα μοντέλο κοινωνικής συνοχής, καθώς και ένα καινούργιο αναπτυξιακό μοντέλο, με έμφαση στην εξωστρέφεια, την καινοτομία, την ενθάρρυνση της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, καθώς και την τόνωση της ελληνικής πρωτεύουσας ως αποκλειστικού τουριστικού προορισμού.
Δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο το γεγονός ότι για τα 2/3 των ζητημάτων και των δεικτών αξιολόγησης που πραγματεύεται η μελέτη, η ευθύνη της διαχείρισής τους δεν περνά από τα χέρια της δημοτικής μας αρχής.
Κοντολογίς, κρινόμαστε και πολύ συχνά επικρινόμαστε για θέματα που δεν μπορούμε να επιλύσουμε, όπως είναι ζητήματα των αστικών δικτύων και της ασφάλειας, γιατί πολύ απλά δεν είναι στη δική μας αρμοδιότητα και δικαιοδοσία.
Καταδεικνύεται με αυτό τον τρόπο η αδήριτη ανάγκη για μια τοπική διακυβέρνηση, μητροπολιτικού χαρακτήρα. Αυτό είναι κυρίαρχο στη συζήτηση που γίνεται διεθνώς και συμμετέχει η Αθήνα, για τον διαρκώς ενισχυμένο ρόλο των μεγάλων πόλεων.»
Σημειώνεται ότι η έρευνα της PwC “Cities of Opportunity”, εξετάζει και εντοπίζει τους παράγοντες που συμβάλλουν σε μία “επιτυχημένη πόλη” και μία “βιώσιμη αστική κοινότητα”.
Η έρευνα αξιολογεί 30 πόλεις στον κόσμο που επιλέγονται κάθε χρόνο βάσει συγκεκριμένων κριτηρίων. Οι πόλεις μπορεί να εναλλάσσονται, διατηρώντας όμως τον αριθμό 30, με κάποιες από αυτές να συμμετέχουν σταθερά κάθε χρόνο, (π.χ. Νέα Υόρκη, Λονδίνο, Παρίσι και Σαν Φρανσίσκο) και άλλες πόλεις να προστίθενται για πρώτη φορά (π.χ. για το 2014, η Τζακάρτα, το Ναϊρόμπι και το Ρίο ντε Τζανέιρο).
Το 2015, η Αθήνα προστέθηκε στη μελέτη που εκπονήθηκε από την PwC Αθήνας, ως η 31η πόλη του δείγματος.