Προβληματισμός συνεχίζει να επικρατεί στους κόλπους των πρυτάνεων, σχετικά με το σχέδιο νόμου του υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, για τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών.
Μάλιστα, χθες, Πέμπτη, πραγματοποιήθηκε, μέσω τηλεδιάσκεψης, έκτακτη συνεδρίαση της Συνόδου, στο ψήφισμα της οποίας περιγράφεται η απογοήτευση των πρυτάνεων για τη διακοπή του διαλόγου, μετά την κατάθεση των θέσεών τους. «Η Σύνοδος διαπίστωσε με απογοήτευση, ότι μετά την κατάθεση των θέσεών της για τα μεταπτυχιακά και τα διδακτορικά προγράμματα σπουδών, διεκόπη ο διάλογος.
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας, προχώρησε στην κατάθεση του σχεδίου νόμου στην Κεντρική Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή», αναφέρεται στο ψήφισμα. Οι πρυτάνεις, ωστόσο, ζητούν τη συνέχιση του διαλόγου, ώστε «να προκύψει ένα σχέδιο νόμου που θα επιτρέψει την αποτελεσματική λειτουργία των μεταπτυχιακών σπουδών».
Επίσης, σύμφωνα με τους πρυτάνεις, το νομοσχέδιο έχει την κατεύθυνση της «υπερ-ρύθμισης» και δεν εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα των μεταπτυχιακών προγραμμάτων σπουδών και την ποιότητα των διδακτορικών διατριβών στα πανεπιστήμια.
Στο ψήφισμα της Συνόδου, ωστόσο, το υπουργείο Παιδείας απάντησε σήμερα με έντονο ύφος, αμφισβητώντας μάλιστα το «ομόφωνο» του ψηφίσματος. «Εμφανίζεται η σύνοδος να εκφράζει τη δυσφορία της για τη δήθεν διακοπή του διαλόγου με το ΥΠΠΕΘ», αναφέρει η ανακοίνωση του υπουργείου. «Δεν λαμβάνει υπόψη ότι ο διάλογος ξεκίνησε τον περασμένο Απρίλιο σε έκτακτη σύνοδο των πρυτάνεων που προκάλεσε η ίδια η αναπληρώτρια υπουργός. Η σύνοδος των πρυτάνεων αποσιωπά το ότι η δημόσια διαβούλευση παρατάθηκε, ακριβώς, προκειμένου να δοθεί περαιτέρω χρόνος στους πρυτάνεις για να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους. Επιχειρεί με το ανακριβές περιεχόμενο του ψηφίσματος να διαγράψει την απαξιωτική της συμπεριφορά προς την πολιτική ηγεσία, με το ψήφισμα της 1.10.2016, μεσούσης της δημόσιας διαβούλευσης που παρατάθηκε κατόπιν αιτήματος της ιδίας. Αφήνει τέλος να διαφανεί μια, το λιγότερο, αδόκιμη άποψη περί διαλόγου, σαν να είναι ο διάλογος μια ατέρμονη συζήτηση χωρίς κατάληξη, που θα διαιωνίζει το υφιστάμενο άναρχο τοπίο».
Επίσης, το υπουργείο τονίζει, ότι με το νομοσχέδιο «λαμβάνεται πρόνοια για την αποκατάσταση της συνταγματικής νομιμότητας», καθώς υπερασπίζεται η συνταγματική νομιμότητα, «στην εξαιρετικά ήπια προσέγγιση της διασφάλισης του δικαιώματος της δωρεάν πρόσβασης στον δεύτερο κύκλο σπουδών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης», που εκφράζεται από την πλειοψηφία του ΣτΕ, σύμφωνα με απόφαση του οποίου, εναπόκειται στον κοινό νομοθέτη η επιβολή διδάκτρων στους μεταπτυχιακούς φοιτητές για την κάλυψη του κόστους των Προγραμμάτων Μεταπτυχιακών Σπουδών, το ύψος των οποίων δεν θα πρέπει να είναι τέτοιο «ώστε να καθίσταται αδύνατη ή δυσχερής η συμμετοχή σε Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών φοιτητών περιορισμένης εισοδηματικής ικανότητας, διότι ένα τέτοιο μέτρο θα παρεβίαζε την γενική ελευθερία προσβάσεως στην παιδεία».
«Ας αφήσουμε λοιπόν, κατά μέρος, δήθεν νομικά προσκόμματα στα οποία σκοντάφτει η πρόβλεψη πλαφόν και ας προσφέρουμε στη νέα γενιά αυτό που της οφείλεται», καταλήγει η ανακοίνωση του υπουργείου.
Υπενθυμίζεται, ότι το νομοσχέδιο προβλέπει ποσοστώσεις στις αμοιβές των καθηγητών, «πλαφόν» στα δίδακτρα των μεταπτυχιακών σπουδών, καθώς επίσης και ότι σε τέσσερις μήνες από την ψήφιση του σχετικού νόμου, όλα τα μεταπτυχιακά προγράμματα των πανεπιστημίων ή των ΤΕΙ που δεν θα «συμμορφωθούν», θα παύσουν να ισχύουν.