Ανάμεσά τους διευθυντής και υποδιευθύντρια τράπεζας
Τέσσερις τραπεζικοί υπάλληλοι, ανάμεσά τους ένας διευθυντής τράπεζας και μια υποδιευθύντρια έπαιζαν κομβικό ρόλο σε κύκλωμα τοκογλύφων που εξάρθρωσε η ΕΛ.ΑΣ.
Οι τραπεζικοί έχοντας πρόσβαση μέσω του τραπεζικού συστήματος σε στοιχεία, λογαριασμούς και λοιπές συναλλαγές ιδιωτών και εταιριών, παρείχαν στον 63χρονο αρχηγό του κυκλώματος πληροφορίες για την πιστοληπτική… φερεγγυότητα των υποψήφιων θυμάτων.
Τον πληροφορούσαν άμεσα σχετικά με τα στοιχεία που αφορούσαν την εγκυρότητα επιταγών, τη φερεγγυότητα των εκδοτών και των οπισθογράφων τους, χωρίς αυτός να είναι δικαιούχος της επιταγής.
Παράλληλα πίεζαν τηλεφωνικά τα θύματα για την κάλυψη επιταγών που σφράγιζε ο «αρχι-τοκογλύφος» ως μέσο πίεσης για την αποπληρωμή τους.
Από τη διερεύνηση της υπόθεσης πρόεκυψε ότι τα μέλη της οργάνωσης αποκόμιζαν μεγάλα χρηματικά ποσά με την μέθοδο της προεξόφλησης επιταγών (σπάσιμο επιταγών) καθώς δάνειζαν στα υποψήφια θύματα τους χρηματικά ποσά με αντάλλαγμα τραπεζικές επιταγές μεγαλύτερης ονομαστικής αξίας.
Για την υπόθεση αυτή συνελήφθησαν επτά μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, μεταξύ των οποίων ο 63χρονος «αρχηγός» του κυκλώματος καθώς και τα τέσσερα τραπεζικά στελέχη.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η μεθοδολογία που ακολουθούσε το οργανωμένο αυτό κύκλωμα και ιδίως ο φερόμενος ως αρχηγός του, ο οποίος ειδικευόταν στην τοκογλυφία για τριάντα περίπου χρόνια αποκομίζοντας τεράστια χρηματικά ποσά.
Μάλιστα η δράση του κυκλώματος, λόγω του ιδιαίτερα επιβαρυμένου τόκου που ανερχόταν σε μηνιαίο ποσοστό 5-7% τουλάχιστον, οδήγησε πολλούς ιδιώτες και επιχειρήσεις σε μεγάλη οικονομική αφαίμαξη και αναστολή ή παύση λειτουργίας επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.
Υστερα από οργανωμένη αστυνομική επιχείρηση, που πραγματοποιήθηκε, πρωινές ώρες της 11ης Ιουλίου 2017, σε περιοχές της Αττικής, συνελήφθησαν επτά (7) ημεδαποί μέλη της οργάνωσης, (6) άντρες, ηλικίας (36,37,41,45,55 και 63 ετών) και μία γυναίκα (49ετών). Από τους συλληφθέντες, τον ρόλο αρχηγού της οργάνωσης είχε ο 63χρονος, ενώ τέσσερις από αυτούς ήταν τραπεζικοί υπάλληλοι.
Σε βάρος τους σχηματίστηκε κακουργηματικού χαρακτήρα δικογραφία – κατά περίπτωση – για εγκληματική οργάνωση, τοκογλυφίες κατ΄ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια, πρόληψη και καταστολή νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, παροχή ουσιωδών πληροφοριών για τοκογλυφίες κατ΄ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια, καθώς και για παραβάσεις του νόμου για το απόρρητο των τραπεζικών καταθέσεων.
Πώς δρούσε το κύκλωμα των τοκογλύφων
Ο 63χρονος «διευθυντής» σχεδίαζε και συντόνιζε τη δράση της οργάνωσης και κατηύθυνε τα υπόλοιπα μέλη, με στόχο την αποκόμιση μεγάλων χρηματικών ποσών, με την μέθοδο της προεξόφλησης επιταγών (σπάσιμο επιταγών) και του δανεισμού χρηματικών ποσών, με αντάλλαγμα τραπεζικές επιταγές μεγαλύτερης ονομαστικής αξίας.
Ειδικότερα, η οργάνωση, κυρίως μέσω του 63χρονου αρχηγικού μέλους, «έσπαγε» τις επιταγές προεξοφλώντας αυτές, κρατώντας τόκο που ανερχόταν σε μηνιαίο ποσοστό (5-7%), κατά περίσταση, ανάλογα με τη συνεργασία και τη σχέση της με το θύμα, με την ιδιαιτερότητα ότι πλήρωνε με τραπεζικές επιταγές. Στις περιπτώσεις που ο «πελάτης» ήθελε μετρητά, προεξοφλούσε τις τραπεζικές επιταγές με 5% έως 7% τόκο.
Σε περίπτωση που κάποιος ζητούσε να δώσει κάποια μεταχρονολογημένη επιταγή, η οποία θα έληγε σε χρονικό διάστημα δυο ημερών έως τεσσάρων μηνών, ο συνολικός τόκος που απαιτούνταν ανερχόταν στο 20% του ποσού της επιταγής, ενώ αν η επιταγή δεν πληρωνόταν άμεσα με τη λήξη της, ο 63χρονος την κατέθετε στην τράπεζα και ασκούσε πίεση στους εκδότες, απειλώντας τους με τη σφράγιση της επιταγής, εντός επτά ημερών, όπως προβλέπεται από τη νομοθεσία.
Αναφορικά με τη μεθοδολογία δράσης ( modus operandi ) της οργάνωσης και τους διακριτούς ρόλους που κατείχε κάθε μέλος, ο 63χρονος, δραστηριοποιούμενος στον χώρο των τοκογλυφιών για περισσότερο από τριάντα χρόνια, έχοντας αποκομίσει ιδιαίτερα μεγάλη εμπειρία και γνώση σχετικά με τις επιταγές, δραστηριοποιούταν στο «σπάσιμο» επιταγών, προεξοφλώντας αυτές και κρατώντας τόκο. Επιπλέον, ήταν σε θέση να παρακάμψει τις νόμιμες διαδικασίες, μέσω των συνεργατών του στις τράπεζες.
Αναλυτικότερα, ο 63χρονος αρχικά λάμβανε μέσω εφαρμογής κινητού τηλεφώνου τις επιταγές και ακολούθως, εξακρίβωνε την εγκυρότητα τους και την φερεγγυότητα της εταιρίας. Σε θετική περίπτωση, παραλάμβανε την επιταγή, κυρίως μέσω των συνεργών του.
Για τον έλεγχο των επιταγών, απευθυνόταν στους συλληφθέντες τραπεζικούς υπαλλήλους, ελαχιστοποιώντας έτσι το ρίσκο της συναλλαγής. Πάγια τακτική του, ήταν η εξασφάλιση από τους «πελάτες-θύματα», υπεύθυνων δηλώσεων ή ιδιωτικών συμφωνητικών, στα οποία να αναφέρονταν αναληθώς, ότι ο τόκος που θα εισπράξει, δεν υπερβαίνει τον νόμιμο ετήσιο τόκο υπερημερίας μεταξύ ιδιωτών, ενώ στην πραγματικότητα το ποσό που εισέπραττε ήταν πολλαπλάσιο. Επίσης, για κάθε επιταγή η οποία ήταν ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, και ήταν πιθανό να κινήσει την υποψία των τραπεζικών αρχών, ζητούσε τα αντίστοιχα τιμολόγια, ώστε να είναι τυπικά καλυμμένος.
Οι ρόλοι των μελών του κυκλώματος
Αναφορικά με τους ρόλους των υπολοίπων μελών της οργάνωσης, άμεσος συνεργάτης του «αρχηγού» ήταν 37χρονος ημεδαπός, ο οποίος ήταν υπεύθυνος, να παραλαμβάνει και να παραδίδει στον «πελάτη», το αντίτιμο που είχε συμφωνηθεί, είτε σε τραπεζική επιταγή, είτε σε μετρητά.
Κεντρικό ρόλο στην οργάνωση είχε και ο 55χρονος, ο οποίος διατηρούσε ευρύ κύκλο επαφών – «πελατολόγιο», με άτομα τα οποία είχαν άμεση ανάγκη για μετρητά και τον προσέγγιζαν προκειμένου να τους «σπάσει» επιταγές.
Διακριτό ρόλο στο κύκλωμα είχαν και οι τέσσερις συλληφθέντες τραπεζικοί υπάλληλοι, οι όποιοι έχοντας πρόσβαση μέσω του τραπεζικού συστήματος σε στοιχεία, λογαριασμούς και λοιπές συναλλαγές ιδιωτών και εταιριών, παρείχαν στον 63χρονο άμεση πληροφόρηση, σχετικά με τα στοιχεία που αφορούσαν την εγκυρότητα επιταγών, τη φερεγγυότητα των εκδοτών και των οπισθογράφων τους, χωρίς αυτός να είναι δικαιούχος της επιταγής.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, ύστερα από απαίτηση του «αρχηγού», ασκούσαν πίεση στον εκδότη, επικοινωνώντας μαζί του για λογαριασμό της Τράπεζας, ώστε να πληρώσει την επιταγή, ενώ επιπλέον τον εξυπηρετούσαν πέραν του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων.
Τι κατασχέθηκε
Σε έρευνες που διενεργήθηκαν στο πλαίσιο της επιχείρησης σε κατοικίες, καθώς και σε τραπεζική θυρίδα, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
(154) σώματα ιδιωτικών επιταγών, ονομαστικής αξίας (1.430.000) ευρώ,
(28) σώματα τραπεζικών επιταγών, ονομαστικής αξίας (140.450) ευρώ,
παραστατικά σχετικά με κατοχή επενδυτικών ομολόγων (6.847.141) ευρώ,
χρηματικό ποσό των (37.580) ευρώ,
περισσότερες από (40) τραπεζικές κάρτες
δυο (2) οχήματα,
πλήθος υπεύθυνων δηλώσεων που συνόδευαν τις συναλλαγές,
πλήθος συσκευών κινητής τηλεφωνίας και tablet, καθώς και
ατζέντες – ημερολόγια με χειρόγραφες σημειώσεις.
Εκτιμάται ότι τα κέρδη από ιδιωτικές επιταγές αξίας (1.430.000) ευρώ που κατασχέθηκαν, ανέρχονται σε 500.000 ευρώ, ενώ σε συνεργασία με την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης, δεσμεύτηκε το χρηματικό ποσό των 8.000.000 ευρώ περίπου.
Κατά τη διάρκεια του τελευταίου διμήνου, διακριβώθηκε ότι η οργάνωση έχει διαπράξει συστηματικά τοκογλυφίες σε βάρος δώδεκα (12) ατόμων.
Τα κατασχεθέντα χρηματικά ποσά θα αποσταλούν στο Τμήμα Παρακαταθηκών και Δανείων ενώ οι κατασχεθείσες ηλεκτρονικές συσκευές θα αποσταλούν στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών.
Οι συλληφθέντες με τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρους τους οδηγήθηκαν στον αρμόδιο Εισαγγελέα, ο οποίος του παρέπεμψε για κυρία ανάκριση.