Πάνω από 1.500 είναι τα εγκαταλελειμμένα κτίσματα στην Αθήνα, σύμφωνα με τον δήμο Αθηναίων, πολλά εκ των οποίων τελούν υπό κατάληψη από μετανάστες ή από τοξικομανείς. Σημαντικές είναι οι επιπτώσεις για την ασφάλεια των πολιτών σε περιοχές γύρω από αυτά, αφού συχνά γίνονται καταλύματα παραβατικών ή ακόμα και εγκληματικών στοιχείων.
Σημαντικοί είναι και οι κίνδυνοι για τη δημόσια υγεία, καθώς πολλά χρησιμοποιούνται ως σκουπιδότοποι, αποτελώντας εστίες μόλυνσης. Εξάλλου, δεν είναι λίγες και οι καταλήψεις στέγης από μέλη του αντιεξουσιαστικού χώρου, με πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά και ιδιαιτερότητες.
Σύμφωνα με τον δήμο Αθηναίων, τα περισσότερα εγκαταλελειμμένα βρίσκονται στο κέντρο της Αθήνας, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή των Αθηνών και χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες. Αυτά τα οποία βρίσκονται σε πολύ καλή κατάσταση, κάποια εκ των οποίων έχουν χαρακτηριστεί ως διατηρητέα και έχουν ιστορική ή αρχιτεκτονική αξία, ενώ οι περισσότεροι ιδιοκτήτες τους βρίσκονται στο εξωτερικό, στην επαρχία ή εκκρεμούν κληρονομικά ζητήματα.
Υπάρχουν τα εγκαταλελειμμένα που βρίσκονται σε μέτρια κατάσταση, όπου κάποιοι εκ των ιδιοκτητών τους προσπαθούν να τα συντηρήσουν ή ακόμα και να τα κλείσουν. Ενώ στην τρίτη κατηγορία ανήκουν αυτά που βρίσκονται σε τόσο κακή κατάσταση, όπου καθίστανται μη κατοικήσιμα και προς κατεδάφιση.
Σύμφωνα με τον αντιδήμαρχο καθαριότητας του δήμου Αθηναίων, Ανδρέα Βαρελά, υπεύθυνος και για τα εγκαταλελειμμένα, τονίζει ότι «πολλά κτίσματα δεν έχουν πόρτες ή παράθυρα, είναι εύκολα προσβάσιμα, ενώ ύστερα από καταγγελίες των περιοίκων, σχεδόν σε όλες τις επιχειρήσεις καθαρισμού, τα συνεργία του δήμου βρίσκουν εντός τους, κυρίως μετανάστες, αλλά και σε μικρότερο βαθμό τοξικομανείς».
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα που ανέφερε για την περίπτωση υπογείου στην οδό Κεφαλληνίας, όπου ύστερα από επιχείρηση καθαριότητας του δήμου, εντοπίστηκαν δεκάδες μετανάστες από το Μαρόκο.
«Η κατάσταση είναι τραγική», αναφέρει ο κ. Σπύρος, κάτοικος Κυψέλης. «Τα εγκαταλελειμμένα είναι σχεδόν άσυλο για τους κακοποιούς. Κλέβουν, τσακώνονται, σκοτώνονται και μετά πάνε και κρύβονται μέσα στα χαλάσματα, όπου μένουν δέκα – δέκα, σ’ ένα δωμάτιο», τονίζει και προσθέτει: «Όλοι ξέρουν για το πρόβλημα, εδώ και χρόνια, αλλά κανείς δεν κάνει κάτι. Είμαστε τελείως απροστάτευτοι όσοι μένουμε στο κέντρο».
Ο Γιώργος είναι τοξικομανής και συχνά βρίσκει κατάλυμα σ’ ένα εγκαταλελειμμένο, πίσω από την Πατησίων. «Ο ΟΚΑΝΑ με έχει στη λίστα αναμονής και η σειρά μου έρχεται σε τέσσερα χρόνια. Εγώ μέχρι τότε μπορεί να έχω πεθάνει. Μπαίνουμε στα γκρεμισμένα ή σε οικοδομές για να κάνουμε χρήση. Καλά που υπάρχουν και αυτά και μας κρύβουν από την κοινωνία, αν και μας κυνηγάνε από παντού», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και συμπληρώνει: «Τέτοιο κυνηγητό δε γινόταν ούτε στις μάγισσες τον μεσαίωνα. Άρρωστοι είμαστε, όχι μάγισσες».
«Εγώ έχω σπίτι, αλλά πολλοί πατριώτες μου μένουν σε εγκαταλελειμμένα και πραγματικά υποφέρουν», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Γιούσουφ από το Πακιστάν. «Δεν έχουν σπίτι, ούτε δουλειά και ζούνε σαν τα ζώα», λέει και προσθέτει: «Οι περισσότεροι είναι φιλήσυχοι και δεν ενοχλούν κανένα αλλά η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη για όλους μας τελικά».
Το κύριο βάρος των επιχειρήσεων του δήμου πέφτει στο 6ο διαμέρισμα της Αθήνας, δηλαδή στις περιοχές της Κυψέλης, του Αγίου Παντελεήμονα και της πλατείας Βικτωρίας όπου τα προβλήματα είναι πολύ έντονα.
«Ο δήμος καθαρίζει και σφραγίζει δύο με τρία εγκαταλελειμμένα κτίσματα την εβδομάδα, με τρόπο ώστε να μην είναι προσπελάσιμα από παραβατικά στοιχεία», όπως επισημαίνει ο αντιδήμαρχος, ενώ προσθέτει ότι «σε πολλά εγκαταλελειμμένα βρίσκουμε τσάντες, χωρίς το περιεχόμενό τους», γεγονός που επιβεβαιώνει ότι παραβατικά στοιχεία βρίσκουν κατάλυμα σε τέτοιου είδους κτίρια. Επιπλέον, ο δήμος προσπαθεί να έρθει σε επαφή με τους ιδιοκτήτες των σπιτιών προκειμένου να μεριμνήσουν για την ιδιοκτησία τους, ενώ οι προσπάθειες για την αντιμετώπιση του φαινομένου πρόκειται να ενταθούν.
Όσον αφορά τις καταλήψεις κτιρίων από μέλη του αντιεξουσιαστικού χώρου, ο αντιδήμαρχος επισημαίνει ότι «αν και δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του δήμου, τα περισσότερα από αυτά είναι σε καλή κατάσταση», ενώ όπως λέει, «οι σπάνιες καταγγελίες που έχουν γίνει από περιοίκους, έχουν να κάνουν με θέματα διατάραξης κοινής ησυχίας, κυρίως επειδή ακουγόταν μουσική σε μεγάλη ένταση».
Ο Ανδρέας είναι μέλος της κατάληψη στέγης στην οδό Σκαραμαγκά, ιδιοκτησίας του Ν.Α.Τ. «Έχουμε άριστες σχέσεις με τη γειτονιά και τους μετανάστες της περιοχής, στους οποίους είμαστε αλληλέγγυοι. Φροντίζουμε το κτίριο, το ανακαινίζουμε, συντηρούμε τα ηλεκτρικά, τα υδραυλικά, τα κουφώματα. Γίνονται συζητήσεις ιδεολογικού περιεχομένου, συλλογικές κουζίνες, όπου μαγειρεύουμε και τρώμε και εργαστήρια ξυλουργικής», ενώ προσθέτει ότι «αν δεν ήμασταν εμείς μέσα, το κτίριο θα είχε “ρημάξει”».