Το Πενταμελές Εφετείο απέρριψε τα αιτήματα που αφορούσαν πρόσκαιρες ποινές κάθειρξης για την υπόθεση της 17Ν, Πάτροκλου Τσελέντη και Κωνσταντίνου Τέλιου, για αναγνώριση μέτρων επιείκειας λόγω της συνεργασίας τους με τις Αρχές.
Στην πρότασή του, ο εισαγγελέας της έδρας, Σπ. Μουζακίτης, ζήτησε να απορριφθεί το αίτημα θεωρώντας πως η συμβολή των Τσελέντη και Τέλιου στην εξάρθρωση της «17Ν» δεν ήταν ουσιώδους σημασίας.
Ο εισαγγελικός λειτουργός ανέφερε πως οι δύο καταδικασθέντες επέμειναν στις θέσεις, που εξέφρασαν από την αρχή, όταν άλλοι συγκατηγορούμενοί τους άλλαξαν στάση, γεγονός που σημαίνει πως συνέβαλαν, αλλά όχι ουσιωδώς στη διαλεύκανση της υπόθεσης.
Το δικαστήριο έκρινε πως το αίτημα για αναγνώριση επιείκειας στους δύο πρέπει να κηρυχθεί αβάσιμο, διότι «δεν απεδείχθη ουσιώδης συμβολή τους» στην υπόθεση. Όπως ανέφερε στο σκεπτικό του το δικαστήριο, άλλοι συγκατηγορούμενοι των δύο, πριν οι ίδιοι δώσουν στοιχεία στην Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία, είχαν κατονομάσει πρόσωπα και είχαν ήδη εντοπιστεί τα κρησφύγετα και οπλισμός της οργάνωσης.
Κατά τα μέλη του Πενταμελούς Εφετείου, η συμβολή των Τσελέντη και Τέλιου στην υπόθεση δεν ήταν καθοριστικής σημασίας, ώστε να οδηγήσει σε συλλήψεις μελών, αποδυνάμωση της επιχειρησιακής ικανότητας της οργάνωσης και τελικώς σε εξάρθρωσή της.
Επιπλέον, όπως ανέγνωσε η πρόεδρος του δικαστηρίου, όταν ο Κώστας Τέλιος εμφανίστηκε αυτόβουλα στις αρχές, είχε ήδη κατονομαστεί από συγκατηγορουμένους του.
Να σημειωθεί πως το αίτημα των δύο καταδικασθέντων, ως μελών της οργάνωσης, βασίζεται στην αναίρεση που είχε ασκήσει ο Άρειος Πάγος, στη δευτεροβάθμια καταδικαστική απόφαση για την υπόθεση, κρίνοντας ότι πρέπει να αναγνωριστούν μέτρα επιείκειας, όπως προβλέπονται στον αντιτρομοκρατικό νόμο για όσους συμβάλλουν στο έργο των αρχών, με αντίστοιχο αποτέλεσμα στις ποινές τους.