«Πρώτα από όλα θέλω να παραδεχτώ ότι είμαι ιδιαίτερα συγκινημένος, διότι η αναγόρευσή μου ως επίτιμου διδάκτορος του του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ) αποτελεί ιδιαίτερη τιμή όχι μόνο για εμένα προσωπικά, αλλά και για τη χώρα που εκπροσωπώ. Διότι οι ρίζες της ακαδημαϊκής εκπαίδευσης και η αναζήτηση τη γνώσης και της αλήθειας γεννήθηκε εδώ στην Αθήνα και η Ακαδημία ιδρύθηκε από τον Πλάτωνα.
Αυτό μου προκαλεί διπλή χαρά, καθώς δεν αποτελεί μυστικό πως τα τελευταία χρόνια δεν ήταν πάντα εύκολα στις σχέσεις μας. Η κρίση διαστρέβλωσε την εικόνα των Γερμανών για την Ελλάδα και των Ελλήνων για τη Γερμανία. Εν τω μεταξύ, πολλά βελτιώνονται. Έχουμε κάνει πολλά βήματα ο ένας προς τον άλλο και έχω την αίσθηση ότι μπορούμε να συναντηθούμε ξανά φιλικά, να κοιταχτούμε στα μάτια και δώσουμε με ειλικρίνεια τα χέρια. Ολοι οι Γερμανοί που ενδιαφέρονται για την πολιτική και τον πολιτισμό στην Ελλάδα και οι οποίοι έχουν στην καρδιά τους την Ευρώπη, έχουν παρακολουθήσει με μεγάλο ενδιαφέρον, τον δρόμο προς τις μεταρρυθμίσεις τον οποίον και συνεχίζετε.
Ασφαλώς και έχουμε αντιληφθεί πόσο μεγάλο βάρος φέρουν πολλοί Έλληνες πολίτες και τι σημαίνουν οι μεγάλες τομές των μεταρρυθμίσεων για όλους σας» τόνισε ο ομοσπονδιακός Πρόεδρος της ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας Φρανκ Βάλτερ Στάιμαϊερ στην ομιλία του στην τελετή αναγόρευσή του σε επίτιμο διδάκτορα της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ, παρουσία του προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου, μεταδίδει το ΑΠΕ.
«Μπορούμε μόνο να εκφράσουμε τον σεβασμό μας για την αποφασιστικότητα με την οποία προχωράτε. Πρόκειται για ένα μεγάλο επίτευγμα που απαιτεί πολλά από όλους σας. Φυσικά ένα επίτευγμα πρωτίστως για την ίδια σας τη χώρα, αλλά και για την Ευρώπη ως σύνολο. Αυτό θα πρέπει επίσης να το αναγνωρίσει η Ευρώπη με σαφήνεια!» προσέθεσε ο Γερμανός Πρόεδρος, σημειώνοντας πως οι Γερμανοί υποστήριξαν αυτήν την πορεία, «αλλά δεν την μειώνει σε τίποτα εάν αναρωτηθούμε αυτοκριτικά μήπως μερικές φορές εμφανιζόμασταν πολύ δογματικοί με τις θέσεις μας, τις ομιλίες μας ή τη συμπεριφορά μας. Και, φυσικά, υπήρξαν φράσεις, χειρονομίες ή επίρριψη ευθυνών από την Ελλάδα που πλήγωσαν και μας στην Γερμανία».
Ο κ. Στάινμαϊερ πιστεύει ότι εν τω μεταξύ «έχουμε ξανασυναντηθεί, μαθαίναμε σταδιακά ο ένας από τον άλλον να συμπεριφερόμαστε εποικοδομητικά μεταξύ μας, να ξανακερδίζουμε την εμπιστοσύνη ο ένας του άλλου και να προσβλέπουμε με ελπίδα το μέλλον. Το ότι επισκέπτομαι τη χώρα σας για δεύτερη φορά ως Πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας μπορεί να ερμηνευθεί, ως έκφραση αυτής της ελπίδας! Ιδίως αυτήν την εκδήλωση την αντιλαμβάνομαι απολύτως ως ένα σταθμό μιας πορείας προς μια νέα και ολοένα βαθύτερη φιλίας μεταξύ των δύο χωρών μας».
Στη συνέχεια, αναφέρθηκε σε σημαντικά στοιχεία τα οποία συνδέουν τους δύο λαούς, όπως είναι η κλασσική Ελλάδα και ο θαυμασμός των Γερμανών προς αυτήν ήδη από τον 19ο αιώνα, τους Ελληνες που ζουν και εργάζονται ή σπούδασαν και σπουδάζουν στην Γερμανία, τα εκατομμύρια Γερμανών τουριστών που επισκέπτονται εδώ και δεκαετίες τη χώρα μας, την παροχή ασύλου σε Έλληνες αντιφρονούντες και αντιστασιακούς κατά την διάρκεια της χούντας, μεταξύ των οποίων και πολιτικοί. Δεν παρέλειψε όμως να αναφερθεί κα στις σκοτεινές σελίδες της ναζιστικής κατοχής και τις βάρβαρες πράξεις που διέπραξε ένας λαός, ο οποίος επαίρεται για τον πολιτισμό του, σε έναν λαό του οποίου η κληρονομιά αποτελεί τη βάση του δικού του. «Στις 12 Οκτωβρίου η αποχώρησή των ναζιστικών στρατευμάτων έθεσε τέλος στον ναζιστικό τρόμο. Όσο ενοχλητικά και επαίσχυντα και να είναι τα γεγονότα αυτά για εμάς τους Γερμανούς, πρέπει να προσέξουμε να μην απωθήσουμε τη μνήμη εκείνης της εποχής! Πρέπει να τα μνημονεύουμε και να ασχολούμαστε με αυτά όχι μόνο για το παρελθόν καθ’ αυτό αλλά ιδίως για το μέλλον» ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Εμείς οι Γερμανοί δεν ξεχνάμε την ενοχή με την οποία μας επιβάρυναν οι πρόγονοί μας. Και δεν ξεχνάμε την ιδιαίτερη ευθύνη που έχουμε σήμερα και θα έχουμε και αύριο από την ιστορία μας. Η ελεύθερη, ενωμένη και δημοκρατική Ευρώπη ήταν το μάθημα που αντλήθηκε από αυτές τις εμπειρίες. Ποτέ πια δικτατορία! Ποτέ πια καταπίεση των αδύναμων από τους ισχυρούς! Ποτέ πια ξανά ανελευθερία και λογοκρισία! Ποτέ πια δίωξη θρησκευτικών και πολιτικών πεποιθήσεων! Αυτά ήταν τα κύρια κίνητρα για την ίδρυση της πρώτης Ευρωπαϊκής Κοινότητας στις Συνθήκες της Ρώμης και για τη διεύρυνση και την εμβάθυνση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας μέχρι σήμερα. Η Ευρώπη ήταν και είναι μια υπόσχεση που έχουμε δώσει ο ένας στον άλλον και την ανανεώνουμε συνεχώς, η Ευρώπη είναι ένα καθήκον που πρέπει να το ανανεώνουμε» συμπλήρωσε.
Ο κ. Στάινμαϊερ έκρουσε επίσης τον κώδωνα του κινδύνου για τις εξελίξεις στην Ευρώπη, λέγοντας: «Εν τω μεταξύ, καθίστανται ορατά, ευδιάκριτα σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες κινήματα και κυβερνήσεις που θέλουν να αποχαιρετήσουν το κράτος δικαίου και τη δημοκρατική, κοινωνική και δίκαιη Ευρώπη. Εθνικιστικοί και αυταρχικοί, ξενοφοβικοί, ακόμη και ρατσιστικοί τόνοι ακούγονται ευκρινώς. Ορισμένοι φαίνεται πως έλκονται από μια σπάνια διάθεση ευρωπαϊκής αυτοκαταστροφής. Και αυτό δεν είναι απλώς μια ξεκάθαρη πολεμική, αλλά απειλεί να δηλητηριάσει τις σχέσεις μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών. Χαίρομαι που η Ελλάδα ακόμα και στη δύσκολη φάση των αντιπαραθέσεων για το ευρώ, χαίρομαι που οι περισσότεροι «Έλληνες τάσσονταν και τάσσονται υπέρ της Ευρώπης και μάλιστα εκ πεποιθήσεως. Εμείς οι Γερμανοί σας είμαστε ευγνώμονες γι’ αυτό. Η Ευρώπη είναι το μέλλον μας, αλλά η Ευρώπη μπορεί να είναι το μέλλον μας μόνο αν καταφέρουμε να αντιμετωπίσουμε αυτά τα κινήματα, εάν κατορθώσουμε να πείσουμε τους απογοητευμένους, τους δυσαρεστημένους, τους σκεπτικιστές, ότι μόνο με αυτήν την ενωμένη Ευρώπη θα υπάρξει μια καλή ζωή για όλους εντός αυτής! Σίγουρα, αυτό δεν είναι εύκολο. Αλλά σας ζητώ, ιδιαίτερα από τους νέους, τους φοιτητές, εκείνους που θα λαμβάνουν αποφάσεις αύριο – να κάνουμε αυτό το έργο πειθούς μαζί – με σταθερές πεποιθήσεις, με στοιχεία, με καλά επιχειρήματα – και πάνω απ’ όλα: ενωμένοι, ως Ευρωπαίοι Δημοκράτες!»
Στη συνέχεια, έκανε αναφορές στον ελληνικό πολιτισμό και την συνεισφορά του στο ιδεώδες της Ευρώπης: «Ολοι θα έχουν ακούσει πολλές, πάρα πολλές ομιλίες σχετικά με την Ευρώπη και ίσως αναρωτηθούν με κριτικό τρόπο μα τι πραγματικά ενώνει τόσο διαφορετικές χώρες, σε πολύ διαφορετικές καταστάσεις, με αρκετά συχνά με αντικρουόμενα συμφέροντα; Στην Αθήνα κανένας δεν θα εκπλαγεί αν του πουν ότι οι ιδέες για την Ευρώπη δεν έπεσαν από τον ουρανό. Επινοήθηκαν πριν χιλιάδες χρόνια εδώ, έχουν βαθιές ρίζες και δοκιμάστηκαν στο χρόνο. Μερικές από αυτές τουλάχιστον τις βρίσκουμε στην Απολογία του Σωκράτη και στον λόγο που εκφώνησε ο Απόστολος Παύλος στον Άρειο Πάγο» όπως υπενθύμισε.
«Ο Σωκράτης δεν θεωρούσε τον εαυτό του σοφό και έλεγε ότι δεν γνωρίζει τίποτα. Αυτό που οι συμπολίτες του θεωρούσαν ορθό το έθετε διαρκώς υπό αμφισβήτηση, υπό έλεγχο. Στην δημοκρατία αποφασίζει η πλειοψηφία και αυτό είναι καλό και σωστό. Η δημοκρατία η οποία γεννήθηκε στην Αθήνα είναι όμως και κληρονομιά της Ευρώπης και περιέχει και την αξία του ατόμου, το οποίο για να μπορέσει να διατυπώσει την αμφιβολία του και να ακολουθήσει τις πεποιθήσεις του χρειάζεται ελευθερία και αυτή πρέπει να συνεχίσει να αποτελεί συστατικό της στοιχείο του οποίου πρέπει να υπεραμυνόμαστε μετ΄ επιτάσεως. Ο Σωκράτης τονίζει την αναγκαιότητα να ακολουθήσει το “δαιμόνιο”, την εσωτερική θεϊκή φωνή και μας εντυπωσιάζει μέχρι σήμερα ότι αποδέχεται τον θάνατό του χωρίς φόβο και πάθος. Μια τέτοια εσωτερική ελευθερία μπορεί να την επιτύχει κανείς μόνος του, αλλά για την εξωτερική ελευθερία με την οποία μπορούμε να βιώσουμε αυτό που θεωρούμε ορθό είμαστε όλοι πολιτικά υπεύθυνοι» τόνισε ο κ. Στάινμαϊερ.
«Στον λόγο του προς τους Αθηναίους ο Απόστολος Παύλος αντιπαρατίθεται με την στωικούς και τους οπαδούς του Επίκουρου και για μένα περιέχει δύο σημαντικά διδάγματα για το σήμερα: το πρώτο είναι ότι επιχειρηματολογεί υπέρ των απόψεών του με βάση την μεγάλη αρχαιοελληνική φιλοσοφία. Μόνο με τη θέση ερωτημάτων και τη διατύπωση αμφιβολιών μπορεί η θρησκεία να προφυλαχθεί από τον πειρασμό του αυταρχισμού και την τρομοκρατική παράνοια. Το δεύτερο είναι αυτό που θα χρειαζόμαστε ολοένα και περισσότερο στο μέλλον, αυτό δηλαδή που αργότερα ονομάσαμε διαθρησκειακό και διαπολιτιστικό διάλογο. Μόνο έτσι μπορούμε να καταστήσουμε κατανοητό αυτό που σκεφτόμαστε και να συνυπάρξουμε ήρεμα και πολιτισμένα» ανέφερε ο Γερμανός Πρόεδρος συνδέοντας τις αξίες της Ευρώπης όπως η αναζήτηση τη γνώσης, ο ελεύθερος και νηφάλιος διάλογος και η δημοκρατία, με τις ελληνικές τους ρίζες.
Κλείνοντας, ευχαρίστησε θερμά για την τιμή που του έγινε και κάλεσε τους Ευρωπαίους να ενεργοποιηθούν πολιτικά για να εμβαθύνουν τις αξίες αυτές, οι οποίες αποτελούν ευρωπαϊκή κληρονομιά και εγγυώνται την ευημερία και την ελευθερία της.