Στα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και τις δράσεις της Ελληνικής Αστυνομίας για την αποτελεσματική αντιμετώπισή τους αναφέρθηκε ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Τάκης Θεοδωρικάκος, σε συνέντευξη που παραχώρησε στον τηλεοπτικό σταθμό MEGA.
Ήδη από τον Οκτώβριο του 2021, έχουν συσταθεί και λειτουργούν 6 Γραφεία Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας, 5 στην Αθήνα και 1 στη Θεσσαλονίκη, ενώ 1200 αστυνομικοί έχουν εκπαιδευτεί ειδικά για τη διαχείριση αυτών των υποθέσεων.
Όπως επεσήμανε ο κ. Θεοδωρικάκος, για όλες τις υποθέσεις που καταγγέλλονται σχηματίζονται δικογραφίες: “Τα έξι γραφεία στα οποία αναφερθήκατε, έχουν στελεχωθεί με γυναίκες και άνδρες της Ελληνικής Αστυνομίας οι οποίοι είναι ειδικά εκπαιδευμένοι. Ξέρετε πόσα περιστατικά έχουν αντιμετωπίσει στην ελληνική αστυνομία και στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη το πρώτο οκτάμηνο αυτής της χρονιάς; 5140 περιστατικά! Δε μιλάμε για περιστατικά που κάποιος πήρε ένα τηλέφωνο είπε κάτι, μιλάμε για δικογραφίες, για υποθέσεις με τις οποίες ασχολείται η Αστυνομία και η Δικαιοσύνη φυσικά”.
Για όλες τις καταγγελίες υποχρεωτικά σχηματίζεται δικογραφία
Ο Υπουργός παρότρυνε τις γυναίκες να εμπιστεύονται την Αστυνομία και να καταγγέλλουν τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας: “Εάν κάποιος φτάσει στην Αστυνομία είναι υποχρεωτικό ότι σχηματίζεται δικογραφία και η υπόθεση πηγαίνει στη Δικαιοσύνη.
Αυτό είναι υποχρέωση της Ελληνικής Αστυνομίας, διότι τα αδικήματα ενδοοικογενειακής βίας είναι αυτεπάγγελτα, δηλαδή μηνύσεις γίνονται κατευθείαν. Θέλω να παροτρύνω κάθε γυναίκα που μας ακούει, κάθε πολίτη θύμα ενδοοικογενειακής βίας να μιλήσει, να μιλήσει ανοιχτά, να μιλήσει ελεύθερα! Να ξέρει ότι θα βρει ευαίσθητο το ους της πολιτείας, να ακούσει με κατάλληλους ανθρώπους, εκπαιδευμένους ανθρώπους, να τους σταθούν, να στηρίξουν”
Ο δολοφόνος της Ζακύνθου είχε συλληφθεί ξανά και οδηγήθηκε στη Δικαιοσύνη
Αναφερόμενος στην υπόθεση της Ζακύνθου, ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη επεσήμανε πως ο δολοφόνος είχε συλληφθεί ξανά από την Ελληνική Αστυνομία, μετά από καταγγελία του θύματος, τον Ιούνιο του 2022 και περιέγραψε αναλυτικά τι συνέβη λίγες ώρες πριν τη στυγερή δολοφονία: “Στη συγκλονιστική λοιπόν περίπτωση της Ζακύνθου, με την οποία ασχοληθήκαμε πολύ ξεχωριστά για να δούμε εάν και τι θα μπορούσε να κάνει παραπάνω η Ελληνική Αστυνομία.
Ο δολοφόνος είχε συλληφθεί κατόπιν καταγγελίας της γυναίκας, που δυστυχώς υπήρξε το θύμα της δολοφονίας, στις 18 Ιουνίου αυτού του χρόνου. Η Ελληνική Αστυνομία τον είχε συλλάβει τον οδήγησε στη Δικαιοσύνη, τον οδήγησε στον εισαγγελέα. Ο εισαγγελέας ασχολήθηκε με την υπόθεση τον κράτησε, έβγαλε τα συμπεράσματα του και όταν αφέθηκε προσωρινά ελεύθερος με ρητή δικάσιμο για το Φεβρουάριο του 2023, με τον περιοριστικό όρο ότι ο άνθρωπος αυτός να μην μπορεί να πλησιάσει τη σύζυγό του, τη γυναίκα του σε απόσταση μικρότερη από τα 100 μέτρα.
Αυτός είναι ένας άνεργος οικοδόμος, η γυναίκα του φαίνεται ότι στην πορεία τον λυπήθηκε και ξαναήρθε στο σπίτι. Η γυναίκα είχε δώσει τη δυνατότητα δυστυχώς σε αυτόν τον άνθρωπο να ξαναβρεθεί δίπλα της και να ξαναεκδηλώσει τις άθλιες επιθετικές και βίαιες συμπεριφορές του. Το βράδυ της 31ης Ιουλίου πήγε η ίδια στο Αστυνομικό Τμήμα, με τη παρότρυνση απ’ ότι φαίνεται, κάποιας φίλης και των παιδιών της, κατήγγειλε πλέον τα περιστατικά. Ανέφερε ότι ο άνδρας της έχει φύγει από την οικία, γιατί η αστυνομία ρώτησε που βρίσκεται για να πάει να τον συλλάβει κατευθείαν.
Δυστυχώς η εικόνα που δόθηκε είναι ότι δεν είναι στο σπίτι, ζήτησε να φύγει για να επιστρέψει στα παιδιά της, γιατί μιλάμε για ανήλικα παιδιά, επέστρεψε στο σπίτι. Ας υποθέσουμε ότι τη συνόδευε κάποιος στο σπίτι της. Αυτός δεν ήταν στο σπίτι, πήγε εκ των υστέρων στο σπίτι. Ο άνθρωπος αυτός είχε αποφασίσει να τη δολοφονήσει, η μόνη λύση στη συγκεκριμένη περίπτωση θα ήταν σε καμία των περιπτώσεων αυτοί οι δύο άνθρωποι να μη ξαναβρίσκονταν στο ίδιο σπίτι, να προστατευτεί, να βρεθεί σε κάποια δομή, να ζητήσει άλλου είδους συμβουλές. Γι’ αυτό σας είπα κάτι στην αρχή. Η αντιμετώπιση του προβλήματος είναι μια σύνθετη υπόθεση”.