Τη μείωση τουλάχιστον στο μισό της αύξησης των αντικειμενικών αξιών σε όλες τις δημοτικές κοινότητες του Δήμου Αθηναίων, μετά την αναπροσαρμογή των τιμών που ενεργοποιήθηκαν την 1η Ιανουαρίου 2022 από το νέο φορολογικό νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομικών, και προκάλεσαν εκτίναξη των τιμών εκκίνησης σε όλες τις ζώνες του δήμου, ζήτησε σήμερα ο Δήμαρχος Αθηναίων, Κώστας Μπακογιάννηςκατά την εισήγησή του στο Δημοτικό Συμβούλιο. Η πρόταση υπερψηφίστηκε ομόφωνα από τις δημοτικές παρατάξεις και θα κατατεθεί στο αρμόδιο Υπουργείο Οικονομικών.
Με την πρόταση αυτή, ο Δήμος Αθηναίων ουσιαστικά ζητεί να επανακαθοριστούν οι αντικειμενικές αξίες στο σύνολο των διαμερισμάτων της Αθήνας, καθώς έχουν διαπιστωθεί αδικίες και μεγάλες στρεβλώσεις. Συγκεκριμένα, ο Δήμαρχος Αθηναίων εισηγήθηκε η μέγιστη αύξηση της τιμής των αντικειμενικών αξιών στα όρια του δήμου να μην ξεπεράσει το 55% συγκριτικά με τις τιμές του 2021.
«Αυξήσεις που ξεπερνούν το 90% είναι αντικειμενικά 100% άδικες. Πάσχουν από έλλειψη πλαισίου και πλήττουν τους πιο ευάλωτους δημότες. Ο Δήμος Αθηναίων ζήτησε την αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων, θέτοντας ένα λογικό πλαφόν που να διασφαλίζει τη διόρθωση των επακόλουθων στρεβλώσεων», τόνισε σε δήλωσή του, ο Δήμαρχος Αθηναίων, Κώστας Μπακογιάννης.
Αυξήσεις που ξεπερνούν το 90%
Σε σχέση με τις ισχύουσες τιμές του 2021, η αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών επέφερε αυξήσεις που κυμαίνονται από +45,00% έως και +94,74%, σε 30 ζώνες εντός του Δήμου της Αθήνας και κυρίως στα χαμηλής συναλλακτικής αξίας ακίνητα.
Η “μεγάλη εικόνα” ουσιαστικά δείχνει τη σημαντική απόκλιση μεταξύ των αντικειμενικών τιμών και ζητούμενων τιμών για σχεδόν το σύνολο των ακινήτων στην περίμετρο του Δήμου Αθηναίων. Η διαφορά μεταξύ αντικειμενικών και ζητούμενων τιμών μέσα στον δήμο κυμαίνεται σε ποσοστό από 28,6% έως και 53,6%
Στον ακόλουθο πίνακα καταγράφονται οι αλλαγές στις τιμές ζώνης και το ποσοστό της αύξησης. Είναι ενδεικτικό της υπερβολικής μεταβολής των τιμών ότι στην 6η δημοτική κοινότητα, η αύξηση στην τιμή εκκίνησης ανέρχεται σε ποσοστό 61%. Δηλαδή από τα 900 ευρώ που ήταν η κατώτερη, ανήλθε στα 1.450 και από τα 1.500 ευρώ που ήταν η ανώτερη τιμή έφτασε στα 1.850.
Η μεσοσταθμική αύξηση στην κατώτερη τιμή ζώνης διαμορφώθηκε στο +20,5%,ενώ στην ανώτερη στο 15,9%. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η αντικειμενική αξία για ένα διαμέρισμα 50 τ.μ. στον δεύτερο όροφο της οδού Καποδιστρίου στο κέντρο της Αθήνας, με έτος κατασκευής το 1950 (72 έτη παλαιότητας) υπολογίζεται στο ποσό των €63.000. Σε απόσταση μόλις 50 μέτρων, για ένα ακίνητο με τα ίδια χαρακτηριστικά ένας αγοραστής βρίσκει:
– Ακίνητο 55 τ.μ., έτους κατασκευής 1962 στον τρίτο όροφο: Ζητούμενη Τιμή: €41.000
– Ακίνητο 50. τ.μ., έτους κατασκευής 1958 στον πρώτο όροφο: Ζητούμενη Τιμή: €51.000
– Ακίνητο 45 τ.μ., έτους κατασκευής 1960 στον δεύτερο όροφο: Ζητούμενη Τιμή: € 49.000
Κοινωνικές παρενέργειες
Η εξομοίωση της αντικειμενικής αξίας των ακινήτων με την αγοραία τους αξία, καθώς και η συσχέτισή τους ως περιουσιακό κριτήριο με το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα έχει σημαντικές παρενέργειες σε ομάδες ευάλωτων πολιτών, καθώς τούς εξαιρεί από την πρόσβαση στα κοινωνικά επιδόματα (στέγασης, αλληλεγγύης, θέρμανσης κλπ.), από την ένταξη στο κοινωνικό τιμολόγιο των παρόχων του ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά και την ελάχιστη έκπτωση κατά 50% για τον ΕΝΦΙΑ.