Ατελέσφορη εμφανίζεται η ελληνική Δικαιοσύνη, αφού περισσότερες από 320 χιλ. ανεκτέλεστες αποφάσεις, σχετικά με περιπτώσεις βεβαιωμένων οφειλών προσώπων και εταιρειών προς το κράτος, παραμένουν στα συτάρια της, διευρύνοντας έτσι την «μαύρη τρύπα» που καταβροχθίζει περίπου 500 πολύτιμα εκατομμύρια ευρώ!
Αυτά είναι τα χρήματα που αδυνατεί να εισπράξει το Ελληνικό Δημόσιο, είτε επειδή οι καταδικασθέντες οφειλέτες εξαγόρασαν τις ποινές φυλάκισής τους είτε επειδή καταικάστηκαν ερήμην και δεν τις εξαγόρασαν ποτέ, με τις αστυνομικές Αρχές να μην μπορούν να τους εντοπίσουν και να τους συλλάβουν.
Πρόκειται για δικαστικές αποφάσεις οι οποίες εκδόθηκαν χωρίς ο κατηγορούμενος να παρίσταται στη δίκη, είτε γιατί δεν έγινε σωστά η κλήτευσή του, (πχ. του επιδόθηκε το κλητήριο θέσπισμα σε λάθος διεύθυνση) είτε γιατί επέλεξε να …εξαφανιστεί. Τα αδικήματα στις υποθέσεις αυτές ήταν σε βαθμό πλημμελήματος και το δικαστήριο επέβαλλε εξαγοράσιμες ποινές φυλάκισης, βάση των οποίων ο κατηγορούμενος ή θα έπρεπε να πληρώσει την ποινή του για να μην βρεθεί στη φυλακή, ή θα έπρεπε να την εκτίσει. Επειδή όμως δεν εμφανίστηκε ή δεν εντοπίστηκε, τα ποσά των εξαγορών δεν έφτασαν ποτέ στα άδεια κρατικά ταμεία.
Αδιέξοδο
Οι αποφάσεις αυτές που έχουν εκδοθεί ερήμην του κατηγορουμένου κοινοποιούνται από τις εισαγγελίες της χώρας στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και στη συνέχεια ειδοποιούνται οι αστυνομικές αρχές για τον εντοπισμό των καταδικασθέντων. Σε αυτό το σημείο όμως η όλη διαδικασία ….κολλάει. Οι αστυνομικές δυνάμεις δεν επαρκούν για να βγουν …στο κυνήγι αυτών των προσώπων, με αποτέλεσμα το κράτος να μην μπορεί να εισπράξει και τα χρήματα από τις εξαγορές. Λύση για το αδιέξοδο αυτό, σύμφωνα με νομικούς και δικηγόρους, θα ήταν ή λειτουργία δικαστικής αστυνομίας, η οποία ναι μεν έχει θεσμοθετεί από το 1993 αλλά μέχρι σήμερα παραμένει στα χαρτιά.
Πρόκειται για ένα ειδικό σώμα αστυνομικών που θα συνδράμουν το εισαγγελικό έργο, και μεταξύ των αρμοδιοτήτων του θα είναι και η εκτέλεση τέτοιου είδους αποφάσεων. Για την σύστασή του όμως θα πρέπει να γίνουν νέες προσλήψεις κάτι που επίσης θεωρείται ανέφικτο τη δεδομένη χρονική στιγμή λόγω της οικονομικής κρίσης.
Τα στοιχεία και οι μέχρι τώρα εισπράξεις
Σύμφωνα με τα στοιχεία τα οποία παρουσιάζει το «protothemaonline» από τις 320.000 ανεκτέλεστες δικαστικές αποφάσεις που… διευρύνουν τον κύκλο τον χαμένων εσόδων του ελληνικού δημοσίου κατά 500 εκατ. ευρώ, οι 38.000 αφορούν σε ημεδαπούς. Πρόκειται για ερημοδικίες με τις αρμόδιες αρχές να μην μπορούν να εντοπίσουν τους καταδικασθέντες. Ακόμη έχουν εκδοθεί 53.000 δικαστικές αποφάσεις σε βάρος προσώπων που δεν μπορεί ούτε καν να …ανιχνευθεί η εθνικότητά τους. Είναι πρόσωπα απροσδιόριστης εθνικότητας, στο σύνολό τους σχεδόν λαθρομετανάστες.
Το 2008 το Ελληνικό Δημόσιο κατάφερε να εισπράξει από ερημοδικίες μόλις 20 εκατ. ευρώ. Το 2009 τα ποσό αυτό ανήλθε στα 15 εκατ. ευρώ. Το 2010 παρουσιάστηκε μικρή αύξηση στα έσοδα από ερημοδικίες κατά 2 εκατ. ευρώ, με το δημόσιο να εισπράττει 17 εκατ. ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι συνοδείες από προσαγωγές στην εισαγγελία είναι περίπου 50 με 70 και κατά μέσο όρο την ημέρα, ενώ τα έσοδα υπολογίζονται στα 50 με 60.000 ευρώ ημερησίως.
Ο Παπαϊωάννου και οι καταδίκες
Το εντυπωσιακό αυτό στοιχείο, ότι δηλαδή το ελληνικό κράτος δεν μπορεί να εισπράξει περισσότερα από 500 εκατ. ευρώ από τις ανεκτέλεστες δικαστικές αποφάσεις, ανακοίνωσε πρόσφατα ο υπουργός Δικαιοσύνης, κ. Μιλτιάδης Παπαϊωάννου, δίνοντας στη δημοσιότητα δέσμη μέτρων για γρήγορες δίκες (και) για περιοριστούν οι καταδίκες σε βάρος της Ελλάδας για «συστηματική και κατ’ επανάληψη» παραβίαση του εύλογου χρόνου απονομής Δικαίου.
Από το 1997 έως σήμερα το ελληνικό κράτος έχει υποχρεωθεί από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να καταβάλει αποζημιώσεις ύψους 8.420.822 ευρώ. Μέχρι και σήμερα οι καταδίκες σε βάρος της χώρα μας αφορούν σε 360 υποθέσεις, ανάμεσά τους και μια για την οποία έπεσε «καμπάνα» διότι η έκδοση της δικαστικής απόφασης άργησε 27 χρόνια! Στα νέα μέτρα, που παρουσίασε ο κ. Παπαϊωάννου προβλέπεται και το δικαίωμα αποζημίωσης των διαδίκων σε διοικητικές διαφορές για υπέρβαση της εύλογης διάρκειας της δίκης.