Θεοφάνια ή Φώτα. Από τις μεγάλες γιορτές του ελληνορθόδοξου εορτολογίου. Χαρούμενα, θριαμβευτικά και ελπιδοφόρα, κλείνουν το Δωδεκαήμερο, που «άνοιξε» την παραμονή των Χριστουγέννων.
Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια η γιορτή αυτή κάλυπτε μαζί τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά.
Καθόλη τη διάρκεια του τριημέρου των Φώτων (Αγιασμού, Θεοφάνια, Αγίου Ιωάννη) γιορτάζεται και μία υπολανθάνουσα λατρεία προς το νερό. Τα νερά θεωρούνται παντού αγιασμένα. Κανείς πια δεισιδαιμονικός φόβος από τις νύχτες και τα ξωτικά του χειμώνα.
Κατά τα Θεοφάνια φανερώθηκε η τριαδικότητα του Θεού, η Αγία Τριάδα. Λέγονται όμως και «Φώτα», γιατί κατά τα πρώτα χριστιανικά χρόνια, την παραμονή των Θεοφανίων βαπτίζονταν οι οπαδοί της νέας θρησκείας. Η αναζήτηση της καθάρσεως από τον άνθρωπο αντικατοπτρίζεται ακόμη και στις αρχαίες θρησκείες.
Αυτή τη μέρα ξεκινά και η αντίστροφη μέτρηση για τους καλικάντζαρους. Στις 5 Ιανουαρίου, παραμονή των Θεοφανίων, τα αερικά, τα παγανά, οι καλκάδες, οι γνωστοί σε όλους μας καλικάντζαροι, που έκαναν την εμφάνισή τους στον επάνω κόσμο με την αρχή του Δωδεκαήμερου, εγκαταλείπουν τις εγκόσμιες αταξίες τους και ξαναγυρίζουν στο αιώνιο έργο τους: Να κόψουν το δέντρο, που κρατάει τον κόσμο, ώστε να γκρεμιστεί και να χαθεί, για να εκδικηθούν τους ανθρώπους.
Το τριήμερο ξεκινά με τον εκκλησιασμό των χριστιανών το πρωί της παραμονής των Θεοφανίων. Στους Ιερούς ναούς ψάλλεται η ακολουθία των «Μεγάλων Ωρών» και κατόπιν λαμβάνει χώρα ο «Μεγάλος Αγιασμός» που την ημέρα αυτή τελείται μέσα στον ναό. Οι πιστοί, αφού πάρουν αγιασμό και αντίδωρο, θα γυρίσουν στα σπίτια τους. Εκεί, οι νοικοκυρές θα ετοιμάσουν το νηστίσιμο φαγητό για το μεσημέρι και τα παιδιά θα ξεχυθούν στα σπίτια για να ψάλουν τα κάλαντα των Θεοφανίων.
Τα έθιμα της ημέρας τελειώνουν αργά το βράδυ και τα μεσάνυχτα πιστεύεται ότι ανοίγουν οι ουρανοί. Την ώρα εκείνη, λέει η παράδοση, όποιος ευχηθεί κάτι με όλη του την καρδιά, θα πραγματοποιηθεί.
Η μέρα των Θεοφανίων ξεκινά με τον εκκλησιασμό των πιστών. Στους ναούς ψάλλεται, όπως και την προηγουμένη, η ακολουθία των «Μεγάλων Ωρών».
Ακολούθως, ο Ιερέας και οι πιστοί θα βγουν από τον ναό και θα κατευθυνθούν στο σημείο, όπου θα γίνει η «κατάδυση του Σταυρού». Το σημείο αυτό είναι κάποιο λιμάνι, ποτάμι, πηγάδι, δεξαμενή ή απλά μια εξέδρα στο προαύλιο της εκκλησίας πάνω στην οποία, σε ειδικό σκεύος, θα γίνει η τελετή. Οι καμπάνες σημαίνουν χαρμόσυνα και ο Ιερέας ρίχνοντας τον σταυρό στο νερό ψάλλει το «Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου σου, Κύριε».
Λευκά περιστέρια ελευθερώνονται και πετούν στον ουρανό, ενώ, όπου υπάρχει αυτή η δυνατότητα, πέφτουν στα νερά οι «βουτηχτάδες» για να πιάσουν τον σταυρό. Το έθιμο ονομάζεται «πιάσιμο του σταυρού» και εκείνος που θα βρει και θα πιάσει πρώτος τον σταυρό, θεωρείται τυχερός και ευλογημένος.