«Ο ρατσισμός και η ξενοφοβία υπάρχουν και μέσα στην αστυνομία, καθώς σε μια υπηρεσία αντιπροσωπεύεται ο μικρόκοσμος μιας κοινωνίας συνολικά και οι αστυνομικοί υπάλληλοι προέρχονται από αυτή την κοινωνία. Όπως όλοι οι πολίτες έτσι και οι αστυνομικοί επηρεάζονται στην κρίση τους από το πολιτισμικό τους υπόβαθρό».
Η παραπάνω διαπίστωση αποτελεί τμήμα της εισαγωγής του νέου εκπαιδευτικού εγχειριδίου διαπολιτισμικής επιμόρφωσης, που θα έχουν σύντομα στα χέρια τους οι αστυνομικοί σε όλη τη χώρα, ιδιαίτερα όσοι λόγω υπηρεσίας έρχονται σε καθημερινή επαφή με υπηκόους τρίτων χωρών.
Στο ίδιο βιβλιαράκι αναφέρεται ότι: «Σημαντική έμφαση στη διαπολιτισμική εκπαίδευση των αστυνομικών υπαλλήλων δίνεται και στην εξάλειψη των διακρίσεων που πηγάζουν από την ίδια την λειτουργία της αστυνομίας… Πολλές μελέτες υποστηρίζουν πως ακόμη και τα μεμονωμένα περιστατικά διακρίσεων και ρατσισμού επηρεάζουν αρνητικά τη γενικότερη εικόνα της αστυνομίας, με αποτέλεσμα να φορτίζονται αρνητικά οι σχέσεις με τις μειονότητες και τις μεταναστευτικές κοινότητες, τροφοδοτώντας με αυτό τον τρόπο έναν φαύλο κύκλο καχυποψίας».
Μάλιστα σε ό,τι αφορά την επαφή και τη συνεργασία των ένστολων με την κοινωνία, αναφέρεται ότι η αστυνομία πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι θα πρέπει σε αρκετές περιπτώσεις να επεμβαίνει με διακριτικότητα και ευαισθησία, ώστε να μπορέσει να σπάσει τον κώδικα της σιωπής και τον τοίχο της καχυποψίας που συχνά συναντά στις μεταναστευτικές κοινότητες.
Στο εγχειρίδιο επισημαίνεται, άλλωστε, πως «η αστυνομία δεν μπορεί να θεωρεί πως μπορεί μόνη της, χωρίς τη συνεργασία της κοινωνίας, να λύσει τα προβλήματα και η κοινωνία δεν μπορεί να βρίσκεται απέναντι από την αστυνομία στην αναγνώριση και την επίλυση των προβλημάτων…Η αστυνομία θα πρέπει να λειτουργεί ως γέφυρα κοινών τόπων και όχι ως επιδιαιτητής κυρίαρχων ή μειονοτικών συμφερόντων».
Σημειώνεται ακόμη ότι «οι συλλήψεις και η επιβολή του νόμου δεν εγκαταλείπονται, αλλά γίνεται μια προσπάθεια να αντιληφθούν όλοι πως δεν είναι μια μηχανική επιλογή. Πρέπει να εξεταστεί αν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις που να ταιριάζουν καλύτερα στο πρόβλημα (διαπραγμάτευση, κινητοποίηση της κοινωνίας, αλλαγή του εξωτερικού περιβάλλοντος, δημόσια εκπαίδευση κ.λπ.)».
Ενα από τα κεφάλαια του εγχειριδίου, πάντως, αναφέρεται και στη «στρατολόγηση και αξιοποίηση μεταναστών». Υπενθυμίζεται πως τον Οκτώβριο του 2009 πρώτος ο τότε υπουργός Προστασίας του Πολίτη Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, είχε πει ότι προσανατολίζεται σε προσλήψεις αλλοδαπών, οι οποίοι θα εργάζονται ως πολιτικό προσωπικό στα Αστυνομικά Τμήματα, όπου το μεταναστευτικό στοιχείο είναι έντονο και μάλιστα η αρχή σχεδιαζόταν να γίνει από το Α.Τ. Αγίου Παντελεήμονα, στην Αθήνα.
Οι μετανάστες, όπως είχε πει τότε ο πρώην υπουργός, θα απασχολούνταν ως μεταφραστές, ως συνδετικοί κρίκοι μεταξύ ΕΛ.ΑΣ. και κοινοτήτων αλλοδαπών και ως «εγγυητές της καλής συμπεριφοράς των αστυνομικών απέναντί τους». Έκτοτε, ωστόσο, δεν έγινε τίποτα.
Στο εγχειρίδιο σημειώνεται τώρα πως η στρατολόγηση και αξιοποίηση μεταναστών είναι μια από τις πιο σημαντικές πολιτικές που εφαρμόζονται σε χώρες της ΕΕ αλλά και του κόσμου, ωστόσο η επιλογή αυτή παρουσιάζει διάφορα προβλήματα και το βασικό έχει να κάνει με το καθεστώς των περισσότερων μεταναστών, ειδικά σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, όπου μεγάλο ποσοστό εξ αυτών είναι παράτυποι ή δεν μπορούν να αναγνωριστούν λόγω καθυστερήσεων του κράτους.
Αναφέρεται, πάντως, πως η παρουσία εκπροσώπων των μεταναστευτικών κοινοτήτων στο σώμα της αστυνομίας δεν αποτελεί πανάκεια για την επιτυχία της διαπολιτισμικής αστυνόμευσης, ούτε μπορεί να εγγυηθεί και την εμπιστοσύνη της κοινωνίας προς την αστυνομίας, ούτε και την επιφυλακτική στάση της αστυνομίας έναντι των κοινοτήτων.
«Το μεγαλύτερο όμως εμπόδιο στην επαγγελματική αξιοποίηση των μεταναστών αποδεικνύεται πως είναι οι στάσεις και οι αντιλήψεις κάθε πλευράς για την άλλη. Για πολλούς από τους μετανάστες, η αστυνομία δεν θεωρείται ως μια επιθυμητή επαγγελματική προοπτική, κυρίως λόγω παλαιότερων εμπειριών, αλλά και διότι υπάρχει ένας έντονος φόβος αποκοπής τους από την κοινωνία τους, η οποία θα τους αντιμετωπίσει ως ”προδότες”» επισημαίνεται χαρακτηριστικά.
Και προστίθεται: «Παράλληλα, υπάρχει ένας ακόμη μεγαλύτερος φόβος για τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπιστούν αλλά και θα αντιμετωπίσουν αστυνομικούς που δεν θα κάνουν καλά τη δουλειά τους, αλλά και το ενδεχόμενο να στοχοποιηθούν οι οικογένειες τους από το οργανωμένο έγκλημα και τις μορφές που αυτό έχει στις κοινότητες τους».
Οπως αναφέρεται σε ανακοίνωση του υπουργείου Δημόσιας Τάξης το εγχειρίδιο εκπόνησε το Κέντρο Μελετών Ασφάλειας (ΚΕΜΕΑ) και φέρει την υπογραφή του Διεθνολόγου και υποψήφιου Διδάκτορα Ζητημάτων Ασφαλείας του Πανεπιστημίου Αιγαίου Τριαντάφυλλου Καρατράντου.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση: «Βασικοί στόχοι του εγχειριδίου «Διαπολιτισμικής Επιμόρφωσης Υπαλλήλων του υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη που συναλλάσσονται με υπηκόους τρίτων χωρών», είναι:
α) η βελτίωση της γνώσης και της αντίληψης των αστυνομικών υπαλλήλων στις σχέσεις τους με τους μετανάστες,
β) η ανάπτυξη βέλτιστων επικοινωνιακών δυνατοτήτων στο διαπολιτισμικό περιβάλλον,
γ) η βελτίωση των παραγόμενων υπηρεσιών προς τους μετανάστες,
δ) ο σεβασμός των ανθρώπινων δικαιωμάτων σε συνδυασμό με τις πολιτιστικές ιδιαιτερότητες,
ε) ενίσχυση της προσήλωσης των αστυνομικών υπαλλήλων στην αποτελεσματική λειτουργία σε διαπολιτισμικό περιβάλλον (συνειδητότητα),
στ) βελτίωση της γνώσης των αστυνομικών για τους νόμους και τις ρυθμίσεις που αφορούν στους μετανάστες».