Με απόφαση του ΣτΕ
Γεγονός αποτελούν οι πρώτες απολύσεις επίορκων, καθώς, με αμετάκλητες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, ένας αστυνομικός που έκλεψε κάρτες αναλήψεων από πολίτη και ένας υπάλληλος υπουργείου που δεν εμφανιζόταν στην εργασία του δηλώνοντας αλκοολικός τέθηκαν οριστικά εκτός της υπηρεσίας τους.
Η πρώτη περίπτωση αφορά ανθυπαστυνόμο της υποδιεύθυνσης Αττικής, ο οποίος ομολόγησε το 2001 ότι αφαίρεσε κάρτες αναλήψεων από την τσάντα ιδιώτη στη διάρκεια έρευνας. Προχώρησε στη συνέχεια σε αναλήψεις 6.000 ευρώ, χρησιμοποιώντας μάλιστα και ένα ΑΤΜ που βρίσκεται μέσα στο κτήριο της ΓΑΔΑ. Στην κατοχή του βρέθηκαν αργότερα και πέντε δελτία αστυνομικής ταυτότητας.
Το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο Ανθυπαστυνόμων του επέβαλε την ποινή της απόταξης, ωστόσο ο ανθυπαστυνόμος άσκησε έφεση, η οποία απορρίφθηκε, οπότε προσέφυγε στο ΣτΕ.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας απέρριψαν ως αβάσιμους όλους τους ισχυρισμούς του.
Η δεύτερη υπόθεση που απασχόλησε το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο ήταν η οριστική απόλυση δημοσίου υπαλλήλου που εργαζόταν σε υπουργείο. Το 2003 απουσίασε αδικαιολόγητα από την υπηρεσία του για 110 εργάσιμες μέρες, με αποτέλεσμα το υπηρεσιακό πειθαρχικό συμβούλιο να του επιβάλει την ποινή της απόλυσης. Ο υπάλληλος στη συνέχεια προσέφυγε στο ΣτΕ, επικαλούμενος ότι το 2003 αντιμετώπιζε πρόβλημα υγείας, λόγω της χρόνιας εξάρτησης από το αλκοόλ, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να μην μπορεί να αντιληφθεί τις συνέπειες των πράξεών του.
Μάλιστα, προσκόμισε στο δικαστήριο γνωματεύσεις κρατικών νοσοκομείων σύμφωνα με τις οποίες πάσχει από χρόνιο αλκοολισμό και είχε ακολουθήσει πρόγραμμα απεξάρτησης. Ακόμη, προσκόμισε βεβαίωση κρατικού νοσοκομείου στο οποίο βεβαιώνεται ότι είχε νοσηλευτεί για τρεις μέρες το 2003 πάσχων από φαρμακευτική δηλητηρίαση.
Υποστήριξε μάλιστα στο δικαστήριο ότι η «φαρμακευτική δηλητηρίαση» ήταν απόπειρα αυτοκτονίας.
Το ΣτΕ έκρινε όμως ότι οι βεβαιώσεις δεν αφορούν το κρίσιμο διάστημα του 2003, αλλά μεταγενέστερα έτη, ενώ ο υπάλληλος ποτέ δεν φρόντισε να εξετασθεί από τις αρμόδιες υγειονομικές αρχές, προκειμένου να διαπιστωθεί η τυχόν ανικανότητά του για εργασία.
Το δικαστήριο έκρινε κατά πλειοψηφία ότι η απουσία του υπαλλήλου ήταν αδικαιολόγητη και ότι η ποινή είναι η προσήκουσα.
Ένα μέλος του δικαστηρίου εξέφρασε πάντως αμφιβολία για το κατά πόσο ο υπάλληλος είχε την ικανότητα καταλογισμού των πράξεών του, λόγω του αλκοολισμού.