Αντισυνταγματική και παράνομη είναι η ολοήμερη λειτουργία των νοσοκομείων του ΕΣΥ, υποστηρίζει ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών σε προσφυγή του που κατατέθηκε στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Με την προσφυγή ο Ιατρικός Σύλλογος ζητεί να ακυρωθεί η από 30.11.2010 υπουργική απόφαση που εκδόθηκε σύμφωνα με το Ν. 3868/2010, ο οποίος καθιέρωσε την ολοήμερη λειτουργία των νοσοκομείων.
Σύμφωνα με την επίμαχη υπουργική απόφαση, αλλά και το Ν. 3868/2010, “καθιερώνεται η ολοήμερη λειτουργία των νοσοκομείων που ανήκουν στο ΕΣΥ με την επέκταση των εξωτερικών ιατρείων και τη διενέργεια διαγνωστικών, θεραπευτικών και επεμβατικών πράξεων πέραν του τακτικού ωραρίου.
Σε όλα τα νοσοκομεία που ανήκουν στο ΕΣΥ τα τακτικά ιατρεία λειτουργούν καθημερινά τις πρωινές ώρες με τετράωρη τουλάχιστον υποχρεωτική παρουσία ειδικευμένων ιατρών”.
Ο Σύλλογος υπογραμμίζει ότι εφόσον οι ασθενείς καταβάλουν χρήματα κατά τις επισκέψεις τους στα νοσοκομεία του ΕΣΥ, αυτό έχει ως συνέπεια αφενός την πλήρη αλλοίωση του δημόσιου χαρακτήρα των νοσοκομείων του ΕΣΥ και “αφετέρου προβλέφθηκε για τους γιατρούς ΕΣΥ και τους Πανεπιστημιακούς που παρέχουν υπηρεσίες στο πλαίσιο της ολοήμερης λειτουργίας των νοσοκομείων αμοιβή διαφορετική, πολύ μεγαλύτερη εκείνης που ισχύει -για τις αυτές ιατρικές πράξεις – για τους ελεύθερους επαγγελματίες ιατρούς αντίστοιχης ειδικότητας”.
Η καθιέρωση των ολοήμερων νοσοκομείων, σύμφωνα με τον Ιατρικό Σύλλογο είναι αντίθετη στις διατάξεις του Α.Ν. 1565/1939 και στα άρθρα 4,21 και 25 του Συντάγματος, κατά το σκέλος “που η ορισθείσα ιατρική αμοιβή, για κάθε γιατρό του ΕΣΥ ή Πανεπιστημιακό για τις επισκέψεις και τις ιατρικές πράξεις στα πλαίσια της ολοήμερης λειτουργίας των νοσοκομείων, είναι σημαντικά μεγαλύτερη της προβλεπόμενης από τις οικείες διατάξεις για τους ιδιώτες ιατρούς”.
Παράλληλα, υπογραμμίζει στην αίτησή του ο Σύλλογος ότι κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 21 του Συντάγματος, η “ολοήμερη λειτουργία των νοσοκομείων, χωρίς μάλιστα την επίκληση λόγου δημοσίου συμφέροντος καταργείται κατ’ ουσία ο δημόσιος χαρακτήρας του ΕΣΥ αφού πλέον σε σημαντικό μέρος των παρερχομένων υπηρεσιών η πρόσβαση των πολιτών είναι δυνατή μόνο με την καταβολή της αντίστοιχης δαπάνης έμμεσα δια του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης ή άμεσα”.
Δεν παραλείπει να αναφέρει ο Ιατρικός Σύλλογος ότι θίγεται “η αρχή της ισότητας και κατά το μέρος που αφορά σε όλους τους πολίτες – ασθενείς, αφού κατά παράβασή της, αλλά και κατά παράβαση του άρθρου 21 παρ. 3 του Συντάγματος, η πρόσβαση πλέον στις υπηρεσίες του ΕΣΥ, έστω και εν μέρει κατά την απογευματινή του λειτουργία δεν είναι ισότιμα δυνατή σε όλους ανεξαιρέτως, αλλά μόνο σε εκείνους των οποίων η οικονομική και κοινωνική κατάσταση επιτρέπει την κάλυψη της σχετικής δαπάνης”.
Ακόμη, αναφέρει ότι το ζήτημα του ύψους της δαπάνης των ιατρικών επισκέψεων κ.λπ. έπρεπε σύμφωνα με τις επιταγές του άρθρου 43 του Συντάγματος να καθοριστεί με Προεδρικό Διάταγμα και όχι με υπουργική απόφαση, όπως έγινε στην προκειμένη περίπτωση.
Τέλος, αναφέρει ότι καθορίζεται για τους γιατρούς πρόσθετη αμοιβή χωρίς όμως να έχει προηγηθεί γνωμάτευση του ΚΕΣΥ και γνώμη του Πανελλήνιου Ιατρικού Συλλόγου, όπως απαιτεί η νομοθεσία.