Νομοθετικό κενό δεν επιτρέπει στους οικονομικούς επιθεωρητές του υπουργείου Οικονομικών να ελέγχουν τους δημοσίους υπαλλήλους οι οποίοι για οποιονδήποτε λόγο έχουν αποχωρήσει από την υπηρεσία τους (π.χ. συνταξιοδότηση, παραίτηση, απόλυση, κ.λπ.), επισημαίνει σε γνωμοδότησή της η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.
Αντίθετα, οι οικονομικοί επιθεωρητές σε περίπτωση που διαπιστώσουν την διάπραξη παρανόμης πράξης από την πλευρά των πρώην δημοσίων υπαλλήλων, οφείλουν αμελλητί να διαβιβάζουν τις υποθέσεις αυτές στις εισαγγελικές αρχές ή στο ΣΔΟΕ ή στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης των Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες.
Ειδικότερα, το υπουργείο Οικονομικών ζήτησε από την Αρχή να γνωμοδοτήσει εάν οι οικονομικοί επιθεωρητές μπορούν να διενεργούν έλεγχο περιουσιακής κατάστασης σε δημοσίους υπαλλήλους οι οποίοι δεν φέρουν πλέον την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου, αλλά υπάρχουν σε βάρος τους καταγγελίες για ατασθαλίες που έγιναν, ενόσω ήταν δημόσιοι υπάλληλοι.
Η αρχή αφού ερμήνευσε το Σύνταγμα, το Χάρτη θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), την ελληνική και Ευρωπαϊκή νομολογία και νομοθεσία, τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, αποφάνθηκε, κατά πλειοψηφία, ότι υπάρχει νομοθετικό κενό στο επίμαχο θέμα και κατά συνέπεια δεν μπορούν, σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές, οι οικονομικοί επιθεωρητές να ελέγχουν τους πρώην δημοσίους υπαλλήλους.
Συγκεκριμένα, η Αρχή στην υπ΄ αριθμ. 3/2013 γνωμοδότησή της, υπογραμμίζει:
«Ελλείψει ειδικής διατάξεως του νόμου που να επιτρέπει την δυνατότητα ενάρξεως και διενέργειας ελέγχου περιουσιακής καταστάσεως από τους οικονομικούς επιθεωρητές σε βάρος προσώπων που πριν από την έναρξη ή κατά τη διάρκεια του ελέγχου έχουν απολέσει την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου δεν είναι νόμιμη η επεξεργασία απλών προσωπικών δεδομένων τους που πραγματοποιείται κατά τον έλεγχο επειδή αντίκειται στην αρχή της νομιμότητας που διέπει την δράση της δημοσίας διοικήσεως, εφόσον οι οικονομικοί επιθεωρητές δεν έχουν την δυνατότητα επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων προσώπων, τα οποία δεν έχουν πλέον την υπαλληλική ιδιότητα, αλλά είναι ιδιώτες, δοθέντος ότι οι προαναφερθείσες διατάξεις επιτρέπουν την έναρξη και συνέχιση ελέγχων περιουσιακής κατάστασης εν ενεργεία μόνον υπαλλήλων.
Συνεπώς, στην περίπτωση διαπίστωσης, ότι η υπαλληλική σχέση του ελεγχόμενου προσώπου έχει ήδη λυθεί και δεν έχει κινηθεί πειθαρχική δίωξη σε βάρος του, οι οικονομικοί επιθεωρητές, που υπάγονται στην Οικονομική Επιθεώρηση του υπουργείου Οικονομικών, οφείλουν να παραπέμψουν ή να αναπέμψουν αμελλητί τη σχετική υπόθεση σε δημόσιες αρχές, που δεν εμποδίζονται να διενεργήσουν έλεγχο, κατά την κρίση τους και στο πεδίο αρμοδιότητάς τους, από το γεγονός της λύσης της υπαλληλικής σχέσης, όπως στο ΣΔΟΕ ή στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης των Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και ελέγχου των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης από τα υπόχρεα πρόσωπα του άρθρου 6 παράγραφος 2 περίπτωση ε’ του Ν. 3691/2008. Οφείλουν δε σε κάθε περίπτωση να ανακοινώσουν, χωρίς χρονοτριβή, στον αρμόδιο εισαγγελέα παράνομες πράξεις, τις οποίες πληροφορήθηκαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και οι οποίες διώκονται αυτεπαγγέλτως».
Η μειοψηφία της Αρχής εξέφρασε την άποψη, ότι είναι επιβεβλημένη η συνέχιση του ελέγχου από την πλευρά των οικονομικών επιθεωρητών (οι οποίοι διαθέτουν τις κατάλληλες γνώσεις για τη νομιμοποίηση της κτήσεως και διατηρήσεως περιουσιακών στοιχείων) στις περιπτώσεις που οι δημόσιοι υπάλληλοι έχουν αποχωρήσει για οποιονδήποτε λόγο από την υπηρεσία, καθώς αυτό συντελεί στην έγκαιρη συλλογή στοιχείων σε ενδεχόμενη διάπραξη ποινικών αδικημάτων.
Κατόπιν αυτών, η Αρχή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «ελλείψει διάταξης τυπικού νόμου, που να ρυθμίζει ρητά και ειδικά τη δυνατότητα διενέργειας ελέγχων περιουσιακής κατάστασης από τους οικονομικούς επιθεωρητές με βάση διοικητική εντολή ελέγχου σε βάρος προσώπων, τα οποία έχουν πλέον απολέσει την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου, η διενέργεια του ελέγχου από τους Οικονομικούς Επιθεωρητές σε βάρος προσώπων, τα οποία έχουν πλέον απολέσει την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου και η συνακόλουθη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των προσώπων αυτών, αντίκεινται στην συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της νομιμότητας που διέπει τη δράση της δημόσιας διοίκησης, υπό την έννοια ότι η αρμοδιότητα των δημόσιων αρχών πρέπει να προβλέπεται από νόμο και να ασκείται σύμφωνα με το νόμο».