Δημοψήφισμα ώστε να εκφραστούν οι πολίτες για το Σύμφωνο Ανταγωνιστικότητας που προτείνουν Μέρκελ και Σαρκοζί, ζήτησαν κατά τη σημερινή συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν ενόψει της αυριανής Στάσης Εργασίας στο Δημόσιο και της Γενικής Απεργίας που έχουν κηρύξει Γ.Σ.Ε.Ε. και Α.Δ.Ε.Δ.Υ. για τις 23 Φεβρουαρίου, τα μέλη της Ε.Ε της ΑΔΕΔΥ. Στη συνέντευξη ήταν ο πρόεδρος της Ε.Ε Σπύρος Παπασπύρος, ο αναπληρωτής πρόεδρος Ηλίας Βρεττάκος και ο γενικός γραμματέας Ηλίας Ηλιόπουλος.
Σύμφωνα με την ΑΔΕΔΥ, η πρόταση αυτή επιβάλλει ένα μοντέλο αναπαραγωγής της οικονομικής κυριαρχίας των “πλεονασματικών” χωρών της Ευρώπης σε βάρος των “ελλειμματικών” και δεν επιτυγχάνει να ρυθμίσει την αναδιάρθρωση του χρέους με τρόπο δίκαιο και προς όφελος των λαών.
Η απαίτηση για δημοψήφισμα τόσο στην Ελλάδα όσο και στις άλλες χώρες της Ευρώπης, ενόψει της πρότασης για “Συνταγματική Συνθήκη Λιτότητας”, αποτελεί σήμερα βαθιά δημοκρατικό αίτημα, υποστηρίζει η ΑΔΕΔΥ καθώς οι αποφάσεις που θα ληφθούν θα καθορίζουν το κοινωνικό-οικονομικό μοντέλο και την ποιότητα ζωής των Ευρωπαίων για δεκαετίες. Τονίζει επίσης ότι θα είναι ιστορικά καταστροφικό, εάν η οικονομική κρίση, η οποία έχει ήδη μετατραπεί σε κοινωνική και πολιτική, εδραιωθεί και ως κρίση Δημοκρατίας.
Τονίστηκε επίσης ότι παρ’ ότι η καθιέρωση ενός νέου Ενιαίου και δίκαιου Μισθολογίου για τους εργαζόμενους στο Δημόσιο Τομέα, αποτελεί πάγια θέση της Α.Δ.Ε.Δ.Υ., εντούτοις υπάρχει εκπεφρασμένη η αντίρρηση της Ανώτατης Διοίκησης των Δημοσίων Υπαλλήλων να προσέλθει “στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων”, εάν προηγουμένως δεν γίνουν αποδεκτές οι θέσεις της για επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού.
Επισημάνθηκε επίσης ότι οι απώλειες του συνολικού εισοδήματος των Δημοσίων Υπαλλήλων αγγίζουν το 25% και παρά τη συντήρηση σεναρίων περί “παχυλών μισθών”, το μηνιαίο εισόδημα του 80% των μισθωτών του Δημοσίου Τομέα δεν ξεπερνά τα 1.000 – 1.500 ευρώ, ενώ την ίδια στιγμή η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων διαρκώς μειώνεται εξαιτίας των αυξήσεων των τιμών ειδών ευρείας κατανάλωσης, των αυξήσεων της έμμεσης φορολογίας, των τιμών του ρεύματος, των εισιτηρίων κ.ο.κ.
Η ηγεσία της ΑΔΕΔΥ, εξέφρασε πλήρη αντίθεση με την αύξηση των ορών εργασίας στο Δημόσιο και υποστήριξε ότι με την εφαρμογή ενός τέτοιου μέτρου ο Δημόσιος Τομέας δεν θα γίνει αποδοτικότερος αλλά ότι το μέτρο στοχεύει στην περαιτέρω ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και στην αποφυγή νέων προσλήψεων, ενώ στερεί από τη Δημόσια Διοίκηση τη δυνατότητα “ανανέωσης” μέσω της στελέχωσής της από ανθρώπους νεότερης ηλικίας.
Σημείωσε μάλιστα ότι στην υπόλοιπη Ευρώπη ο Δημόσιος Τομέας λειτουργεί λιγότερες ώρες (35-36 ώρες εβδομαδιαίως), και θεωρείται αισθητά αποδοτικότερος.
Στο ζήτημα των επικουρικών ταμείων των δημοσίων υπαλλήλων, η θέση της ΑΔΕΔΥ είναι ότι οδηγούνται σε αδιέξοδο εξαιτίας της χρόνιας υφαρπαγής των αποθεματικών τους από το Κράτος, την κατευθυνόμενη εμπλοκή τους στο Χρηματιστήριο, τη χρησιμοποίηση των αποθεματικών τους για την κάλυψη κρατικών εισοδηματικών ή κοινωνικών πολιτικών, χωρίς την ανάλογη κρατική ενίσχυσή τους, καθώς και εξαιτίας των κυβερνητικών επιλογών που οδήγησαν στον περιορισμό της απασχόλησης στο Δημόσιο και τη δραματική αλλαγή της σχέσης εργαζομένων – συνταξιούχων.
Σήμερα το Τ.Π.Δ.Υ. παρουσιάζει έλλειμμα 1,7 δισ. ευρώ, το Μ.Τ.Π.Υ 240 εκατ. ευρώ, ενώ παράλληλα οργανικό έλλειμμα παρουσιάζει και το ΤΕΑΔΥ. Η ΑΔΕΔΥ τέλος, τάσσεται κατά των νέων νομοθετικών ρυθμίσεων στο χώρο της Υγείας εκτιμώντας ότι στόχος είναι η οριζόντια μείωση των διαθέσιμων πόρων με περικοπές στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Ενδεικτικό αυτού του γεγονότος είναι ότι ο χώρος της Υγείας καλείται να λειτουργήσει το 2011 με το 50% του αντίστοιχου κονδυλίου στον Προϋπολογισμό του 2010.