Φορτισμένο είναι το κλίμα στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Έργων του υπουργείου Υποδομών, λόγω της θέσης σε καθεστώς διαθεσιμότητας 345 εργαζομένων της υπηρεσίας, που προβλέπεται από τροπολογία που κατέθεσε ο υπουργός Υποδομών Μιχάλης Χρυσοχοΐδης στο σχέδιο νόμου για την απελευθέρωση των ΚΤΕΛ.
Η ομοσπονδία εργαζομένων του πρώην ΥΠΕΧΩΔΕ μιλά για «πύλες της κόλασης» και καταγγέλλει τον υπουργό Υποδομών ότι αδιαφορεί για την αναταραχή που θα δημιουργηθεί στην εύρυθμη λειτουργία της υπηρεσίας.
Οι συνδικαλιστές αντιτίθενται στην μεταφορά των αρμοδιοτήτων των υπηρεσιών αποκατάστασης σεισμοπλήκτων στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις και των Ειδικών Υπηρεσιών Δημοσίων Έργων Κάρλας, Ρόδου και συντήρησης Κεντρικής Μακεδονίας και Αττικής στις όμορες Περιφέρειες.
Έτσι, μιλούν για συνολικά 443 διαθεσιμότητες ή το 25% του δυναμικού της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων, εκ των οποίων οι 345 έρχονται με την τροπολογία και οι 98 είχαν αποφασιστεί τις προηγούμενες ημέρες.
Η ΠΟΣΕΥΠΕΧΩΔΕ σημειώνει ότι τίθεται σε διαθεσιμότητα το 25% της ΓΓΔΕ αντί 4% που προβλέπεται από το πρόγραμμα κινητικότητας και καλεί τον υπουργό Υποδομών να δικαιολογήσει τις συγκεκριμένες αποφάσεις σε σχέση με τα προβλήματα που ενδέχεται να εμφανιστούν στην εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών.
«Η ΓΓΔΕ δέχεται μια στοχευμένη και ενορχηστρωμένη επίθεση, με το προκάλυμμα της κινητικότητας και απώτερο στόχο την πλήρη αποδυνάμωσή της, ώστε να ανοίξει εντελώς ο δρόμος όχι μόνο για την ιδιωτικοποίηση των δημοσίων έργων αλλά και του ελέγχου αυτών προκειμένου να εξασφαλιστεί η εγγύηση του δημοσίου για την κάλυψη κάθε επιχειρηματικού κινδύνου» σημειώνει η συνδικαλιστική οργάνωση.
Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση της τροπολογίας, οι καταργούμενες θέσεις του ήδη υπηρετούντος προσωπικού αντικαθίστανται από ισάριθμες νέες θέσεις εργασίας στους φορείς υποδοχής. «Για τις θέσεις αυτές θα αξιολογηθεί το προσωπικό που εντάσσεται στην κινητικότητα στο πλαίσιο του Ν.4172/2013», αναφέρεται.
Επίσης, «την αμέριστη συμπαράσταση του» δηλώνει το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας (ΤΕΕ) και «καλεί τους Διπλωματούχους Μηχανικούς μέλη του να συμμετέχουν μαζικά και δυναμικά στους συνεχιζόμενους και κλιμακούμενους αγώνες των υγειών παραγωγικών δυνάμεων της χώρας».
«Το ΤΕΕ καταγγέλλει με τον πιο απόλυτο και κατηγορηματικό τρόπο, τις μεθοδεύσεις διάλυσης και ισοπέδωσης του δημόσιου τομέα με τη δήθεν κινητικότητα που μετετράπη σε εφεδρείες και απολύσεις. Υπογραμμίζει ότι η εξυγίανση, αναμόρφωση και βελτίωση της λειτουργίας του δημόσιου τομέα, με ανάδειξη του ιδιαίτερου ρόλου των Διπλωματούχων Μηχανικών Δημοσίων Υπαλλήλων στην επιτελική λειτουργία και των αναπτυξιακό σχεδιασμό της χώρας αποτελεί πάγια και διαχρονική θέση του ΤΕΕ» σημειώνει.
«Το ΤΕΕ επισημαίνει ότι οι κυβερνητικές επιλογές κατ΄ εντολή της τρόικας και των μνημονίων …έχουν κεντρικό στόχο να καταργηθεί ο επιτελικός, παραγωγικός, αναπτυξιακός, ρόλος του ελληνικού δημόσιου τομέα και των υπηρεσιών του, και ότι εντάσσονται στην προδιαγεγραμμένη κατεύθυνση της οικονομικής καταβαράθρωσης, της ύφεσης και της ανεργίας» σημειώνει το επιμελητήριο.
«Ο αγώνας για την προάσπιση του δημοσίου τομέα συνδέεται με τη συνολική ανάπτυξη της χώρας» σημειώνει το ΤΕΕ και κάνει έκκληση για αποσύνδεση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων από τις πρόνοιες του μνημονίου.
Στο μεταξύ, αντιδράσεις έρχονται και από τους εργαζομένους της ΕΡΓΟΣΕ, όχι για την διαθεσιμότητα, αλλά για τις ρυθμίσεις περί σιδηροδρόμου που εντάχθηκαν στο σχέδιο νόμου για τα ΚΤΕΛ. Σύμφωνα με τον «νόμο Ρέππα» για τον ΟΣΕ, φορέας υλοποίησης του μελετητικού και κατασκευαστικού έργου των σιδηροδρομικών υποδομών είναι η ΕΡΓΟΣΕ.
Όμως σημειώνουν ότι μία «γενικόλογη αναφορά» στο σχέδιο νόμου που προβλέπει ότι «με εισήγηση του Διαχειριστή Υποδομής θα καθορίζεται ο φορέας υλοποίησης του έργου» , αφήνει την «απόλυτη πρωτοβουλία στην εκάστοτε Διοίκηση, αλλά και στον αρμόδιο Υπουργό, να επιλέγουν προς ποια κατεύθυνση – δημοσίου, ιδιωτικού συμφέροντος – θα κατευθύνουν τις μελέτες και κατασκευές της σιδηροδρομικής υποδομής και επιδομής».
«Η εποπτεία των έργων θα βρίσκεται ενδεχομένως σε εταιρείες ιδιωτικών συμφερόντων οι οποίες θα επιβλέπουν άλλες ιδιωτικές, πιθανόν κοινών συμφερόντων, με επακόλουθη καταστρατήγηση του διακριτού ρόλου ελεγκτή και ελεγχόμενου. Αναιρείται δηλαδή στην πράξη, ο ρόλος έλεγχου του Δημοσίου τομέα επί του αποδιδόμενου και συνδεόμενου με το Εθνικό Δίκτυο, έργου. Οι αρνητικές επιπτώσεις στην ασφάλεια στην ποιότητα αλλά και στο οικονομικό τίμημα, προδιαγράφονται εξαιρετικά σοβαρές. Στεκόμαστε όχι απλά επιφυλακτικοί αλλά σαφώς ενάντιοι προς μια τέτοια προοπτική», σημειώνουν.