«Η αποενοχοποίηση του συστήματος θα γίνει μέσα από αυτή τη γυναίκα;» Ο κ. Αλέξης Κούγιας επιλέγει γνωστά ονόματα, προσωπικές αφηγήσεις και δηλητηριώδεις εκφράσεις προς πάσα κατεύθυνση, για να υπερασπιστεί τη σύζυγο του Άκη Τσοχατζόπουλου, Βίκυ Σταμάτη – σκυφτή στο εδώλιο, κατά το μεγαλύτερο μέρος της αγόρευσής του.
«Οι πραγματικοί εγκληματίες είναι έξω από την υπόθεση αυτή», εκτίμησε ο κ. Κούγιας, και πρόσθεσε: «Αλίμονο για τη Δικαιοσύνη και το σύστημα αξιών, αν ελλείψει στοιχείων, το αρχιλαμόγιο (Νίκος Ζήγρας) της υπόθεσης αποτελέσει το κορυφαίο αποδεικτικό μέσο».
Ο συνήγορος αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στην ημέρα που προηγήθηκε της σύλληψης του Άκη Τσοχατζοπουλου: «Τι λείπει από αυτή την ιστορία; Τα λεφτά. Τι έγιναν τα λεφτά; Γιατί ο Τσοχατζόπουλος δεν τα έχει… Όταν ανέλαβα την υπεράσπιση της Σταμάτη, μου τηλεφώνησε ο κορυφαίος για μένα έλληνας δημοσιογράφος, ο Τάσος Τέλλογλου, και μου είπε: μια ημέρα πριν από τη σύλληψη του Τσοχατζόπουλου, ήμουν μαζί του στο γραφειο του, στην Κομνά Τράκα. Ζητούσε δανεικά. Μου τηλεφώνησε αργότερα από την ΕΥΠ, ο Φώτης Παπαγεωργίου και μου είπε “σας ακούγαμε” ! Ξέρεις γιατί τον συνέλαβαν; Νόμιζαν ότι ήθελε τα λεφτα για να φύγει».
Συμπλήρωσε μάλιστα σε άλλο σημείο, ότι το οικονομικό ήταν αυτό που εμπόδισε την οικογένεια να απευθυνθεί εξαρχής στην επιλογή ενός ακριβού δικηγορικού γραφείου, με αποτέλεσμα να είναι αρχικά «η γυναίκα, ανυπεράσπιστη». «Ήθελαν, αλλά δεν είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν», είπε εξηγώντας ότι τελικά λειτούργησε «η διαστροφή του δικηγόρου που θέλει να συμμετέχει σε τέτοιες υποθέσεις. Μπορεί να σοκάρει, αλλά θα το πω, λαϊκά όπως θα το έλεγαν στην Πετρούπολη: ο Τσοχατζόπουλος δεν έχει μαντίλι να κλάψει».
Ο κ. Κούγιας στάθηκε πάντως ιδιαίτερα στη σκιαγράφηση της προσωπικότητας της Σταμάτη, θέλοντας να καταδείξει την απόσταση που τη χωρίζει απο το εγκληματικό πρότυπο του νόμου για το ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Επέμεινε στον ρόλο της ερωμένης που διατηρούσε η Σταμάτη, «ένα ωραίο κορίτσι από χωριό», ερωμένη επί σειρά ετών, ενώ ανέφερε ότι «αυτός που έπεισε τον Άκη Τσοχατζόπουλο να την παντρευτεί (και να δημοσιοποιήσει μια παράνομη σχέση) ήταν ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Κωστής Στεφανοπουλος».
Στην προσπάθεια να καταδείξει το «ταπεινό» της καταγωγής της Σταμάτη, ο συνήγορος αναφέρθηκε στο σχολείο στο Ζέλι, αλλά και τη μετέπειτα προσπάθεια να διοριστεί στη ΔΕΗ. «Έγλειψαν κατουρημένες ποδιές», είπε για την οικογένεια της, τονίζοντας οτι η ίδια «δεν ήταν παρά γραμματέας σε ένα υποτμήμα, διευθυντή μετρητών της ΔΕΗ».
Ο ίδιος αντιδιέστειλε την προσωπικότητά της με αυτές άλλων πρωταγωνιστών της υπόθεσης – «τι δουλειά έχει εδώ αυτή η γυναίκα, προφυλακισμένη τόσους μήνες;», διερωτήθηκε, ενώ καταφέρθηκε εναντίον όλων όσοι σχολίασαν τον αυτοπροσδιορισμό της ως «μαχήτριας του φωτός», κατά την απολογία της.
Στο σημείο αυτό δεν δίστασε να τη χαρακτηρίσει «περιορισμένων δυνατοτήτων, με ονειροπόλο διάθεση, που στα πενήντα της χρόνια διαβάζει βιβλία, και θέλει να γράψει ποιήματα», επισημαίνοντας ότι δεν μπορούν να δικαιολογηθούν όσοι σημαινοντες τα χρησιμοποιούν όλα αυτά για να την επικρίνουν.
Ο κ. Κούγιας απαρίθμησε τα ακίνητα που είχε αγοράσει και παραχωρήσει ο Άκης Τσοχατζόπουλος στην πρώτη του οικογένεια, τονίζοντας: «βάσει των εισοδημάτων του, δικαιολογούνται αυτές οι αγορές. Κάποιοι όμως τις αποσιωπούν. Ξέρουν ότι διακωμωδούν τον δόλο. Αφού ο Άκης Τσοχατζόπουλος είχε τη δυνατότητα να αγοράζει στην πρώην σύζυγό του, γιατί να μην μπορεί να πάρει στη νυν, σπίτι με δάνειο, να της κάνει ένα ασφαλιστηρίο συμβόλαιο, γάμο με 18 προσκεκλημένους και να της πάρει δυό ακριβές τσάντες;».
Ο Άκης και το ρολόι
«Βλέπουμε εδώ τον Άκη Τσοχατζόπουλο, καταχτυπημένο, καταεξευτελισμένο. Τον άνθρωπο που θέλουμε, δεν θέλουμε, κυβέρνησε τη χώρα. Δεν μπορώ να ξεχάσω τη στιχομυθία με αφορμή την ερώτηση προς τον Ανδρέα Παπανδρέου, “τι ώρα είναι;”, και την απάντησή του, “Άκη, τι ώρα ειναι;”».
Ο κ. Κούγιας θέλησε να υπογραμμίσει ποιος ήταν ο Άκης Τσοχατζόπουλος, για να πείσει το δικαστήριο ότι η εντολέας του δεν ήταν παρά «ο τελευταίος τροχός της αμάξης στην υπόθεση αυτή». ‘Οπως είπε «αν δεν ήταν, άλλωστε, ο Τσοχατζόπουλος, αυτός που ήταν, το δάνειο για το ακίνητο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, δεν θα είχε ληφθεί».
«Ουσιαστικά, η κατηγορούμενη δεν έγινε πλουσιότερη. Κατέστη χωρίς να το συνειδητοποιεί, όμηρος του συζύγου της», είπε, για να προσθέσει ότι η μεταβίβαση στη Σταμάτη (φυσικό πρόσωπο), έγινε με αφορμή την αλλαγή στο φορολογικό καθεστώς για εταιρείες, όπως η Nobilis. «Δεν προκύπτει ανάληψη απο μέρους της, ούτε μεταφορά στον λογαριασμό της, ούτε ενός ευρώ. Εμφανίζεται μόνον στο συμβόλαιο αγοράς του ακινήτου».
Ο κ. Κούγιας επέμεινε ότι η σύζυγος Τςοχατζόπουλου δεν έκανε οικονομική διαχείριση, αλλά και ότι τα εισοδήματά της ήταν ανύπαρκτα.
Επίθεση προς το δικαστήριο
Με έμφαση στην ανίχνευση της αλήθειας, ο κ. Κούγιας εμφανίστηκε εναντίον όλων. «Γιατί ο κ. ανακριτής δεν τόλμησε να καλέσει το ΚΥΣΕΑ; Γιατί δεν πήγε να βρει τον επικεφαλής της γερμανικής Δικαιοσύνης; Κανείς δεν ήθελε να το κάνει, γιατί κανείς δεν ήθελε να πλήξει το σύστημα. Να μαθευτεί ποιος είχε πάρει τα λεφτά. (…) Το ουσιαστικό μέρος της ευθύνης ανήκει σε αυτόν που έβαλε εκεί τον Τσοχατζόπουλο, να υπογράψει», εκτίμησε.
Ο ίδιος απευθύνθηκε πολλές φορές και προς τους δικαστές, θυμίζοντας τους την ευθύνη που έχουν σε μια «δίκη ιστορική». «Δεν συγχωρείται προκατάληψη, εντυπωσιασμός, πρέπει να τα δει κανείς ολα τα στοιχεία», ανέφερε, ενώ σε άλλη, αιχμηρή αποστροφή του περί “διεκπεραίωσης”, ρώτησε: «και εσείς, τι είσαστε, τα μέσα διεκπεραίωσης;».
Και πρόσθεσε: «Δεν προλάβαμε να ζήσουμε τα λαϊκά δικαστήρια, ακούγαμε όμως για τις δικές σκοπιμότητας, τις επισκέψεις στα ξερονήσια. (…) Την ιστορία τη γράφουν οι νικητές, οι μελετητές έχουν όμως το απαύγασμα».
Ο κ. Κούγιας έκανε επίσης λόγο για «νταβατζήδες που έχουν ΜΜΕ και δημιουργούν ενόχους», ενώ αναφέρθηκε εμμέσως πλην σαφώς με βαρείς χαρακτηρισμούς και για κάποιους εκ των 18 συγκατηγορουμένων της Βίκυς Σταμάτη.
Διαψεύδει τον Κούγια ο Τάσος Τέλλογλου
Σύμφωνα πάντως, με το «Βήμα», ο δημοσιογράφος Τάσος Τέλλογλου τόνισε τα εξής: «Δεν άκουσα ποτέ τον Άκη Τσοχατζόπουλο, να ζητά, μπροστά μου, δανεικά. Το άκουσα από τρίτα πρόσωπα, και έκανα μια σκέψη, ότι αν κάποιος -από την πλευρά των αρχών- τον άκουγε, θα μπορούσε να υποθέσει ότι σχεδίαζε να φύγει. Ούτε ήμουν στο γραφείο Τσοχατζόπουλου μία ημέρα πριν από τη σύλληψή του. Έκανα μια σχετική συζήτηση με τον κ. Κούγια, μήνες αργότερα, όταν πια είχε αναλάβει την υπεράσπιση της Βίκυς Σταμάτη».