Καταχρηστική κρίθηκε από τον Άρειο Πάγο η επίσχεση εργασίας στην οποία είχε προβεί εργαζόμενος επειδή δεν πληρωνόταν, ενώ αντίθετα οι αρεοπαγίτες έκριναν παράνομη την απόλυσή του.
Ειδικότερα, ο εργαζόμενος ο οποίος δεν πληρώνεται έχει τη δυνατότητα να προβεί σε επίσχεση εργασίας. Δηλαδή, να απέχει από την εργασία του, μέχρι ο εργοδότης του να του καταβάλει τις καθυστερούμενες αποδοχές του. Παράλληλα, ο εργοδότης έχει την υποχρέωση όσο διαρκεί η επίσχεση εργασίας να αμείβει με τις αποδοχές του τον εργαζόμενο σαν να εργαζόταν κανονικά.
Όμως, η επίσχεση εργασίας πρέπει να γίνεται στο πλαίσιο των ορίων της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών που προβλέπει το άρθρο 281 του Αστικού Κώδικα, επισημαίνεται στη δικαστική απόφαση.
Στην ίδια απόφαση του Αρείου Πάγου (απόφαση 1502/2010), υπογραμμίζεται ότι σύμφωνα με την εργατική νομοθεσία (Ν. 2112/1920 και 3198/1955) η καταγγελία της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου για να είναι έγκυρη πρέπει να γίνεται εγγράφως και να καταβληθεί παράλληλα η νόμιμη αποζημίωση ασχέτως του λόγου που προκάλεσε την καταγγελία, εκτός εάν έχει υποβληθεί σε βάρος του μισθωτού μήνυση για διάπραξη αξιόποινης πράξης (κλοπή, κατάχρηση κ.λπ.).
Σύμφωνα με το ιστορικό που αναφέρεται στη δικαστική απόφαση, θερμαστής προσελήφθη το 1987 σε συνεταιριστικό εργοστάσιο παστερίωσης γάλακτος στη Μαγνησία, το οποίο το 1993 παρουσίασε μεγάλο οικονομικό πρόβλημα (χρέη 10.271.460 ευρώ ή 3,5 δισ. δρχ.), λόγω επέκτασης της δραστηριότητάς του (λειτούργησε σούπερ μάρκετ, τυροκομείο κ.λπ.).
Έτσι, καθυστέρησε την καταβολή των αποδοχών του θερμαστή ύψους 14.000 ευρώ και ο τελευταίος άσκησε το δικαίωμα επίσχεσης. Η επιχείρηση κάλεσε τον εργαζόμενο να προσέλθει στην εργασία του δηλώνοντας ότι θα του καταβάλει μέρος των οφειλόμενων αποδοχών, κάτι που ο εργαζόμενος αρνήθηκε. Στη συνέχεια, η επιχείρηση του επέβαλε πειθαρχική ποινή στέρησης αποδοχών δέκα ημερών λόγω αδικαιολόγητης απουσίας, ενώ τον κάλεσε να της γνωστοποιήσει εάν έχει πρόθεση να συνεχίσει ή όχι την εργασία του, αλλά ο θερμαστής δεν ανταποκρίθηκε.
Κατόπιν αυτών, η επιχείρηση κατήγγειλε τη σύμβαση εργασίας, χωρίς όμως να καταβάλει αποζημίωση, επικαλούμενη ότι ο εργαζόμενος απουσίασε αδικαιολόγητα.
Τα δικαστήρια έκριναν ότι η επίσχεση εργασίας υπερβαίνει τα όρια που διαγράφονται στο άρθρο 281 του Αστικού Κώδικα και δεν δικαιούται τους μισθούς υπερημερίας, καθώς η καθυστέρηση καταβολής των αποδοχών δεν οφειλόταν στην υπαιτιότητα ή δυστροπία της επιχείρησης, αλλά στην ιδιαίτερα δυσχερή οικονομική κατάσταση που είχε περιέλθει, την οποία και γνώριζε ο θερμαστής.
Αντίθετα, κρίθηκε παράνομη η μη καταβολή αποζημίωσης μετά την καταγγελία της σύμβασης εργασίας, ανεξάρτητα εάν η συμπεριφορά του εργαζόμενου ήταν αντισυμβατική και η καταγγελία κρίθηκε παράνομη.