Ταυτότητα πρόκειται να αποκτήσουν στο προσεχές διάστημα τα ελληνικά προϊόντα βασιλικός πολτός και γύρη, αφού ύστερα από έρευνα έξι χρόνων καταρτίστηκε ο πίνακας με τα ποιοτικά τους κριτήρια και έχει ήδη αποσταλεί στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, το οποίο και θα ανάψει το πράσινο φως, βάζοντας έτσι τέλος στη νοθεία, που παρατηρείται.
Τα παραπάνω τόνισαν κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στο 5o Πανελλήνιο Συνέδριο Agrotica, τόσο η λέκτορας τμήματος Γεωπονίας ΑΠΘ, Χρυσούλα Τανανάκη, όσο και ο πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Παύλος Μπαγιάτης.
Η κ. Τανανάκη στην εισήγησή της ανέφερε ότι η μελισσοκομία αντιπροσωπεύει το 2,5% της παγκόσμιας ζωϊκής παραγωγής, ενώ υπάρχουν 65 εκατ. κυψέλες, που δίνουν 1,5 εκατ. τόνους μέλι το χρόνο, με την πρωτοκαθεδρία να διατηρεί η Κίνα, ενώ η ΕΕ συνεισφέρει σε ποσοστό 25%.
Η Ελλάδα όπως είπε, μπορεί να βρίσκεται στην έκτη θέση όσον αφορά την παραγωγή, 16.0000 τόνους μελιού ετησίως, ωστόσο κατέχει την πρώτη θέση αναφορικά με την πυκνότητα των κυψελών, 10 κυψέλες ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο και τη δεύτερη θέση σε αριθμό, φθάνουν σήμερα σε 1,388 εκατ. κυψέλες. Σημείωσε ωστόσο ότι από το σύνολο των 13.500 μελισσοκόμων στη χώρα μας μόνο το 20% αφορά σε επαγγελματίες και τόνισε ότι από τη συνολική παραγωγή η χώρα μας εξάγει 520 τόνους και εισάγει 2,2 εκατ. τόνους μέλι, με την κατανάλωση ισοδυναμεί σε 1,8 κιλά ανά άτομο το έτος.
Μεταξύ άλλων, σημείωσε ότι το ελληνικό μέλι, ως άκρως ποιοτικό, εξάγεται ολοένα και περισσότερο σε Κίνα, Ρωσία, ΉΠΑ, Ιαπωνία, Αγγλία και Σαουδική Αραβία, ενώ τόνισε ότι παρόλο που προϊόντα, όπως βασιλικός πολτός, πρόπολη, γύρη, κερί ακόμα και το δηλητήριο των μελισσιών γνωρίζουν ανάπτυξη, ωστόσο ακόμα δεν έχει γίνει αντιληπτή στη χώρα μας η συμβολή της μέλισσας στην επικονίαση.
Από την πλευρά του ο κ. Μπαγιάτης επισήμανε, μεταξύ άλλων, ότι σύντομα πρόκειται να προσφέρουν σε φίλους μπράντυ από μέλι, ενώ κληθείς να απαντήσει για το εάν η μελισσοκομία μπορεί να αποτελέσει επαγγελματική διέξοδο για κάποιον, τόνισε «η μελισσοκομία είναι ένα κλάδος με μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης και προοπτικής, ωστόσο δεν προσφέρεται για εύκολο κέρδος και όποιος επιθυμεί να ασχοληθεί θα πρέπει να λάβει την απαιτούμενη εκπαίδευση και κατάρτιση». Επίσης, δήλωσε την ικανοποίηση των απασχολούμενων στον κλάδο σε ό,τι αφορά τη συνεργασία τους με επιστήμονες, τονίζοντας ότι «η συνεργασία μας είναι στενή και γίνεται σε καθημερινή βάση.