Eurobank: Σε ανάκαμψη η αγορά εργασίας, αλλά με δομικά εμπόδια

Η συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό είναι από τις χαμηλότερες στην ΕΕ-27, με τη συμμετοχή γυναικών και νέων να υπολείπεται σημαντικά του εθνικού μέσου όρου.

Η κατάσταση στην ελληνική αγορά εργασίας δείχνει σταθερή βελτίωση, με τα ποσοστά ανεργίας και τον αριθμό των ανέργων να έχουν μειωθεί στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση “7 Ημέρες Οικονομία” της Eurobank Research.

Ωστόσο, παραμένουν προκλήσεις, καθώς η απασχόληση στηρίζεται κυρίως σε κλάδους που δεν εμπλέκονται ενεργά στο διεθνές εμπόριο ή σε τομείς με χαμηλή προστιθέμενη αξία και εξειδίκευση. Παράλληλα, η συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό είναι από τις χαμηλότερες στην ΕΕ-27, με τη συμμετοχή γυναικών και νέων να υπολείπεται σημαντικά του εθνικού μέσου όρου.

Για την ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης, η έκθεση υπογραμμίζει την ανάγκη στήριξης κλάδων με εξαγωγική προοπτική και υψηλή εξειδίκευση, που μπορούν να ενισχύσουν το εξωτερικό ισοζύγιο. Παράλληλα, απαιτείται η αύξηση της συμμετοχής των γυναικών και των νέων στην αγορά εργασίας, ώστε να στηριχθεί η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και να μετριαστούν οι επιπτώσεις από τη δημογραφική συρρίκνωση και το υφιστάμενο επενδυτικό κενό. Αναλυτικότερα, σύμφωνα με την ανακοίνωση:

Σύμφωνα με την Έρευνα Εργατικού Δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, στο σύνολο του 2024 το μη εποχικά προσαρμοσμένο ποσοστό ανεργίας περιορίστηκε στο 10,1% του εργατικού δυναμικού, από 11,1% το 2023 (Διάγραμμα 1). Ο αριθμός των ανέργων μειώθηκε κατά 42,0 χιλ. (στους 479,8 χιλ.) ενώ ο αριθμός των απασχολουμένων αυξήθηκε κατά 82,5 χιλ. (στους 4.276,0 χιλ.). Κατά συνέπεια το σύνολο του εργατικού δυναμικού αυξήθηκε κατά 40,5 χιλ. άτομα στα 4.755,8 χιλ. (από τα 4.715,3 χιλ.), αλλά συγκριτικά με το 2009 (έτος που παρουσίασε το μεγαλύτερο μέγεθός του, 5.040,7 χιλ.) είναι συρρικνωμένο κατά 285,0 χιλ. άτομα. Η συγκεκριμένη εικόνα αντικατοπτρίζει την επίδραση της γήρανσης και της μετακίνησης πληθυσμού στο εξωτερικό (brain drain). Παράλληλα, σημειώνεται ότι το ποσοστό συμμετοχής στην αγορά εργασίας (δηλαδή ο λόγος του εργατικού δυναμικού προς τον πληθυσμό) αυξήθηκε στο 52,8%, που είναι το υψηλότερο από το 2010 (53,5%), αλλά παραμένει από τα χαμηλότερα στην ΕΕ-27.

Με βάση το φύλο, η πτώση του ποσοστού ανεργίας ήταν ισχυρότερη στις γυναίκες (-1,6 π.μ.) συγκριτικά με τους άνδρες (-0,5 π.μ.), αλλά παραμένει υψηλότερο στις πρώτες (12,8% το 2024) σε σχέση με τους δεύτερους (8,0% το 2024). Σημειώνεται ότι μετά το 2018, η διαφορά στα ποσοστά ανεργίας μεταξύ των δύο φύλων ακολουθεί πτωτική πορεία (Διάγραμμα 2α). Αναφορικά με την ηλικία, η ισχυρότερη μείωση στο ποσοστό ανεργίας εντοπίζεται στα άτομα ηλικίας 20-24 ετών (-4,6 π.μ., στο 20,7%) και 15-19 ετών (-3,9 π.μ., στο 33,1%), ενώ στις ηλικιακές κατηγορίες 30-44 και 45-64 ετών το ποσοστό ανεργίας κατήλθε στο 10,2% (από 11,3%) και 7,3% (από 7,5%) αντίστοιχα. Διαχρονικά το χαμηλότερο ποσοστό ανεργίας παρουσιάζεται στην ηλικιακή ομάδα άνω των 65 ετών (6,0% το 2024 από 7,3% το 2023) (Διάγραμμα 2β). Σημειώνονται, επίσης, τα χαμηλά ποσοστά συμμετοχής των γυναικών και των νέων ηλικίας 20-24 ετών στην αγορά εργασίας τα οποία το 2024 διαμορφώθηκαν σε 45,3% (από 44,9% το 2023) και 47,8% (από 48,9%) αντίστοιχα.

Σε σχέση με το επίπεδο εκπαίδευσης (Διάγραμμα 3), η ισχυρότερη μείωση εντοπίζεται στα άτομα με Απολυτήριο Λυκείου (-1,5 π.μ., στο 11,1%) και στα άτομα με απολυτήριο Γυμνασίου (-1,3 π.μ., στο 10,4%). Στα άτομα με Διδακτορικό/Μεταπτυχιακό τίτλο – που διαχρονικά παρουσιάζουν τα χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας – και στα άτομα που παρακολούθησαν Μερικές τάξεις Δημοτικού/Δεν πήγαν καθόλου σχολείο – που διαχρονικά παρουσιάζουν τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας – το αντίστοιχο ποσοστό παρουσίασε την υψηλότερη αύξηση, ανερχόμενο στο 6,2% (από 4,9%, +1,3 π.μ.) και στο 26,3% (από 23,9%, +2,5 π.μ.).

Το ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων (Διάγραμμα 4) το 2024 περιορίστηκε περαιτέρω στο 53,8% από 55,9% το 2023 και ο αριθμός των μακροχρόνια ανέργων στους 257,4 χιλ. από τους 292,0 χιλ. το 2023. Συνολικά, από το 2014 (έτος που παρουσιάστηκε το υψηλότερο ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας και ο υψηλότερος αριθμός μακροχρόνια ανέργων) μέχρι το 2024 ο αριθμός των μακροχρόνια ανέργων έχει μειωθεί κατά 679,4 χιλ. άτομα, ενώ την τελευταία διετία έχει περιοριστεί κάτω από τα επίπεδα των 300,0 χιλ. Παράλληλα, την ίδια περίοδο το ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας έχει μειωθεί κατά 19,8 π.μ., αλλά με βραδύτερο ρυθμό συγκριτικά με τον αριθμό των μακροχρόνια ανέργων.

Ως προς την περιφερειακή διάσταση της ανεργίας (Διάγραμμα 5), το 2024 σε τρεις περιφέρειες το σχετικό ποσοστό αυξήθηκε και στις υπόλοιπες δέκα μειώθηκε, ενώ σε επτά ήταν ίσο ή χαμηλότερο του εθνικού ποσοστού (10,1%). Το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας και η δεύτερη υψηλότερη αύξηση του καταγράφηκε στην περιφέρεια Ιονίων Νήσων (+1,8 π.μ., στο 16,6%) ενώ η υψηλότερη αύξηση του εντοπίζεται στην περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου (+2,8 π.μ., στο 10,2%). Η ισχυρότερη μείωση του παρουσιάστηκε στις περιφέρειες Δυτικής Μακεδονίας (-4,2 π.μ., στο 12,5%) και Ηπείρου (-3,2 π.μ., στο 10,7%), ενώ τα χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας το 2024 εντοπίζονται στις περιφέρειες Βορείου Αιγαίου (7,1% από 9,9%) και Πελοποννήσου (7,6% από 9,6%).

Σχετικά με την κλαδική διάσταση της απασχόλησης (Διάγραμμα 6), σε εννέα κλάδους μειώθηκε και στους υπόλοιπους 12 αυξήθηκε. Η αύξηση της απασχόλησης το 2024 οφείλεται στην αύξηση της κυρίως στους κλάδους:
Επαγγελματικών, επιστημονικών και τεχνικών δραστηριοτήτων (+20,9 χιλ., στους 283,4 χιλ.),
Κατασκευών (+19,9 χιλ., στους 185,8 χιλ.),
Χονδρικού-Λιανικού εμπορίου (+19,9 χιλ., στους 714,1 χιλ.),
Δραστηριοτήτων υπηρεσιών παροχής καταλύματος και εστίασης (+18,4 χιλ., στους 401,0 χιλ.),
Μεταφοράς-Αποθήκευσης (+16,2 χιλ., στους 240,7 χιλ. απασχολούμενους),
παρά τη μείωση της στους κλάδους:
Δημόσιας διοίκησης και άμυνας-Υποχρεωτικής κοινωνικής ασφάλισης (-14,0 χιλ. στους 354,4 χιλ.) και
Γεωργίας, Δασοκομίας και Αλιείας (-11,3 χιλ. στους 469,6 χιλ.).

Ολοκληρώνοντας, από την ανάλυση που προηγήθηκε προκύπτει ότι η κατάσταση στην αγορά εργασίας παρουσιάζει εικόνα συνεχούς βελτίωσης καθώς το ποσοστό ανεργίας και ο αριθμός των ανέργων βρίσκονται στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων πολλών ετών. Παράλληλα, έχει συρρικνωθεί σημαντικά η διαφορά στα ποσοστά ανεργίας μεταξύ ανδρών και γυναικών ενώ ο αριθμός των μακροχρόνια ανέργων την τελευταία διετία έχει περιοριστεί κάτω από τις 300,0 χιλ. αν και το ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας μειώνεται με βραδύτερο ρυθμό. Ωστόσο, από την άλλη πλευρά εντοπίζονται κάποιες αδυναμίες στην αγορά εργασίας. Καταρχάς η ενίσχυση της απασχόλησης συνεχίζει να στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό σε κλάδους μη διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών ή/και σε κλάδους που είναι διεθνώς εμπορεύσιμοι αλλά σχετικά χαμηλής προστιθέμενης αξίας και εξειδίκευσης. Επιπρόσθετα, το ποσοστό συμμετοχής στην αγορά εργασίας είναι από τα χαμηλότερα στην ΕΕ-27 ενώ αυτό των γυναικών και των νέων παραμένει αρκετά χαμηλότερο συγκριτικά με το εθνικό ποσοστό. Κατά συνέπεια είναι αναγκαία η ενίσχυση κλάδων με διεθνώς εμπορεύσιμη παραγωγή που χαρακτηρίζονται από υψηλή εξειδίκευση και παράγουν προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας καθώς μπορούν να συμβάλουν στη βελτίωση του εξωτερικού ισοζυγίου της οικονομίας. Επιπλέον, είναι απαραίτητο να αυξηθεί η συμμετοχή των γυναικών και των νέων στην αγορά εργασίας καθώς θα συμβάλει θετικά στον πραγματικό ρυθμό μεγέθυνσης της οικονομίας αντισταθμίζοντας σε κάποιο τουλάχιστον βαθμό τις επιπτώσεις στο ΑΕΠ από τη μείωση του πληθυσμού που βρίσκεται σε εξέλιξη και από το υψηλό επενδυτικό κενό που παρουσιάζει η οικονομία το οποίο θα χρειαστεί ακόμη χρόνο για να καλυφθεί.

- Διαφήμιση -

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

spot_img
spot_img

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ