Στροφή της Ευρώπης σε αναπτυξιακές πολιτικές, με μείωση επιτοκίων και μέτρα για αύξηση της ρευστότητας ζήτησε ο επικεφαλής του ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ, Κ. Μίχαλος, σε ομιλία του στο συνέδριο του ΥΠΟΙΚ και της Κομισιόν για την ενιαία αγορά της Ε.Ε.
Η Ενιαία Αγορά έχει αποτελέσει μοχλό ανάπτυξης, απασχόλησης και ευημερίας στην Ευρώπη, υπογράμμισε ο κ. Μίχαλος, τονίζοντας όμως ότι οι καιροί αλλάζουν και πλέον, η Ενιαία Αγορά οφείλει να ανταποκριθεί σε μια διπλή πρόκληση:
Πρώτον, στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας ώστε να μπορέσει να επιβιώσει και να αναπτυχθεί στο νέο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον.
Δεύτερον αλλά εξίσου σημαντικό, στην αποκατάσταση της ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής. Στην ανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών και των επιχειρήσεων.
Οι στόχοι αυτοί είναι αλληλένδετοι. Η ανταγωνιστικότητα για την Ευρώπη δεν αποτελεί αυτοσκοπό. Αλλά προϋπόθεση και μέσο για τη διατήρηση του κοινωνικού της προσώπου, υπογράμμισε ο επικεφαλής του ΕΒΕΑ, προσθέτοντας ότι η έκβαση αυτής της προσπάθειας θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό την επιβίωση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, όπως το γνωρίζουμε μέχρι τώρα.
Στα επόμενα χρόνια, θα χρειαστούμε μια Ενιαία Αγορά που να στηρίζει μεταρρυθμίσεις για την ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Μια αγορά που θα δημιουργεί ευκαιρίες για τις επιχειρήσεις και θα συμβάλλει στην ευημερία των πολιτών, σημείωσε.
Ο κ. Μίχαλος ζήτησε απομάκρυνση από το δόγμα της σκληρής λιτότητας που επικράτησε τα τελευταία χρόνια.
«Στόχος κάθε πολιτικής, στο πλαίσιο της Ενιαίας Αγοράς, πρέπει να είναι η οριστική έξοδος από την ύφεση και τη στασιμότητα, η αναθέρμανση των οικονομιών της Περιφέρειας και η αντιμετώπιση της ανεργίας», υπογράμμισε, τονίζοντας ότι είναι πλέον μονόδρομος η εφαρμογή μιας επεκτατικότερης πολιτικής στην ευρωζώνη, με τη μείωση των επιτοκίων και με μέτρα για την αύξηση της ρευστότητας.
Θα πρέπει επίσης να προχωρήσουν τα σχέδια για κινήσεις ποσοτικής χαλάρωσης, με προγράμματα αγοράς τίτλων από τη δευτερογενή αγορά.
Τέλος, θα πρέπει να ανοίξει εκ νέου η συζήτηση για την αμοιβαιοποίηση του χρέους εντός της ευρωζώνης, με τη μορφή της έκδοσης ευρωομολόγου.·