Η φυσιογνωμία της ελληνικής αγοράς διαμοιρασμού χώρων εργασίας και ο ρόλος της VIOS
Σε μια διεθνή αγορά coworking space που διαμορφώνεται με μία πολύ θετική δυναμική φιλοξενώντας 100 εκ εργαζόμενους σε Ευρώπη και ΗΠΑ έχουμε και την ελληνική αγορά διαμοιρασμού των χώρων εργασίας που αναπτύσσεται με πολύ θετικό momentum.
Ετσι εκτός από τις πολυεθνικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται περισσότερο στην αγορά χώρων γραφείου και λιγότερο στις ολοκληρωμένες υποδομές καταγράφουμε και τον αμιγώς εγχώριο παίκτη, τον Ομιλο Vaios, ο οποίος βρίσκεται στην ολοκλήρωση και του τρίτου εργασιακού χώρου.
Βάσει του συνόλου θα διαθέτει δυναμικότητα 5000 τ.μ και ταυτόχρονη φιλοξενία 500 περίπου ατόμων που ασκούν την εργασία τους εξ αποστάσεως. Οι μονάδες αυτές βρίσκονται μία στο κέντρο της Αθήνας, μία στο Μαρούσι και μία που θα ολοκληρωθεί τον Οκτώβριο και βρίσκεται και αυτή πολύ κοντά στο κέντρο του Μαρουσίου.
Ενα σημαντικό πρόβλημα, μιας και το αντικείμενο δραστηριότητας είναι εποχικού χαρακτήρα, έχει να κάνει με την δυσκολία εξεύρεσης εργαζομένων μιάς και η πλειοψηφία εργάζεται στον τουρισμό και τον χειμώνα δεν επιθυμεί εργασία.
Παράλληλα ο μέσος άνθρωπος ξοδεύει σήμερα το 90 % του χρόνου διαβίωσής του μέσα σε ένα ακίνητο είτε στο σπίτι του είτε στον χώρο εργασίας του. Αυτό που ζητάμε λοιπόν όλοι είναι να συμβιώνουμε σε ευχάριστους και φιλικούς χώρους. Αυτή η τάση γιγαντώθηκε με τις κοινωνικές συνέπειες που προκάλεσε ο COVID αποκτώντας μάλιστα διαχρονική αξία έως τις ημέρες μας η ανάγκη της από το σπίτι είτε της εξ αποστάσεως εργασία.
Αυτό το νέο μοντέλο δημιούργησε μία μείωση των μέσων ωρών που απασχολείται ένας εργαζόμενος στον συμβατικό χώρο εργασίας του. Η δραστική λοιπόν αλλαγή συνηθειών στην καθημερινή μας λειτουργία δημιούργησε την ανάγκη διαμοιρασμού των χώρων εργασίας.
Ως αποτέλεσμα δημιουργήθηκε μια νέα ελληνική αγορά στην οποία συμμετέχουν κάποιες πολυεθνικές εταιρείες που μαζί με τους εγχώριους πρωταγωνιστές δημιουργούν κάποια ποιοτικά hubs όπου εργαζόμενοι και εταιρείες εξυπηρετούνται απο ποιοτικούς και όχι απλά απο συμβατικούς χώρους εργασίας.
Σύμφωνα με έρευνα του περιοδικού Nature που υλοποιήθηκε τον περασμένο Ιούνιο το 10%του εργατικού δυναμικού σε Ευρώπη και ΗΠΑ εργάζονται πλέον υβριδικά. Και επειδή δεν έχουν πλέον τις διαθέσιμες υποδομές για να εργάζονται απο το σπίτι ο διαμοιρασμός σε τρίτους επαγγελματικούς χώρους εργασίας αποτέλεσε την πλέον κατάλληλη λύση. Και αυτό διότι ο εργαζόμενος μπορεί να κερδίζει έως και δύο ώρες για να μεταβαίνει στα γραφεία της εταιρείας μειώνοντας έτσι το περιβαλλοντικό της αποτύπωμα και συμβάλλοντας στην εκπλήρωση των στόχων του ESG για τις επιχειρήσεις που εφαρμόζουν τα νέα εργασιακά πρότυπα.
Επιπρόσθετα μια πρόσφατη μελέτη της διεθνούς εταιρείας συμβούλων McKinsey κατέδειξε ότι η ζήτηση για φυσικούς εργασιακούς χώρους το 2030 θα είναι μικρότερη απο τα αντίστοιχα επίπεδα του 2019.
Αλλες έρευνες στην Μ. Βρετανία έδειξαν ότι οι εργοδότες μπορούν να αποταμιεύουν περί τα 600 ευρώ ανα εργαζόμενο ενώ αντίστοιχα ευρήματα στην Ολλανδία προσδιόρισαν ότι ο μέσος εργοδότης κερδίζει περί τις 2,5 ημέρες τον χρόνο ανα εργαζόμενο που επιλέγει την εξ αποστάσεως απασχόληση.
Ολα τα ανωτέρω συγκλίνουν στο ότι στην αγορά διαμοιρασμού των χώρων εργασίας συμμετέχουν τόσο μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες όσο και μικρού μεγέθους επιχειρήσεις οι οποίες στοχεύουν τόσο στο να μην χρεώνονται τις υπηρεσίες συντήρησης των υποδομών τους όσο και να μην έχουν ιδιόκτητη ακίνητη περιουσία.
εφαρμόζουμε ένα υβριδικό μοντέλο απασχόλησης με 100 συνολικά εργαζόμενους απο τους οποίους οι 40 έχουν επιλέξει την φυσική παρουσία και οι υπόλοιποι ανταλλάσσουν τον εργασιακό τους χρόνο μεταξύ της εργασίας τους απο το σπίτι καθώς και της λειτουργίας τους στους γραφειακούς μας χώρους.
Ετσι με αυτό το υπόδειγμα η εξοικονόμηση κόστους είναι πολύ σημαντική και κατά συνέπεια η αποδοτικότητα της επένδυσης να είναι αξιοσημείωτη.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον άξια αναφοράς είναι ότι υπάρχουν συνεργασίες με startup εταιρείες οι οποίες και λειτουργούν με περιορισμένα κεφάλαια λόγω του ότι οι κίνδυνοι που απορρέουν απο την επένδυσή τους είναι σημαντικοί. Ως εκ τούτου προτιμούν την συνεργασία τους με την Vaios και φυσικά και άλλες εταιρείες που πρωταγωνιστούν στην αγορά αυτή πετυχαίνοντας με αυτό τον τρόπο την εξοικονόμηση δαπανών.
Σημαντικά κριτήρια για τις επενδύσεις απο τις εταιρείες διαμοιρασμού χώρων εργασίας είναι μεταξύ άλλων οι παροχές όσο και ο τόπος εγκατάστασής τους. Για παράδειγμα στο σημείο επιλογής του Κέντρου της Αθήνας το προφίλ των χρηστών τους επισκέπτονται μεν την Πόλη για αναψυχή αλλά χρειάζονται και κάποιες ώρες για εργασία. Στα βόρεια προάστια δεν συμβαίνει όμως το ίδιο αφού η πλειοψηφία των χρηστών είναι οι μεγάλου και μεσαίου μεγέθους εταιρείες.
“Οι υπηρεσίες λοιπόν προς τους χρήστες εργασιακών χώρων στα Βόρεια Προάστια είναι προσωποποιημένες με βάση τις ιδιαίτερες ανάγκες τους Ετσι πολυεθνικές και εγχώριες εταιρείες με πολύ σημαντικό εταιρικό υπόβαθρο χρειάζονται πολύ περισσότερους χώρους συσκέψεων απο άλλους χρήστες μας που χρησιμοποιούν τις υποδομές μας για προσωπική εργασία.
Οι εταιρείες διαμοιρασμού των χώρων εργασίας θα κερδίζουν διαχρονικά μεγαλύτερη αξιοπιστία και μερίδια αγοράς όταν θα ενισχύουν συνεχώς τον ανθρωποκεντρικό τους χαρακτήρα. Η εταιρεία μας για παράδειγμα είναι η πρώτη σε μεγέθη αμιγώς ελληνική εταιρεία του κλάδου που έλαβε το διεθνές πιστοποιητικό Well χάρις στην υψηλή λειτουργικότητα των υποδομών της σε επίπεδο βιώσιμου εργασιακού περιβάλλοντος, ποιότητας ζωής καθώς και των επιπέδων δόμησης των κτιρίων της. Πρόσθετη δε και επίσημη αναγνώριση είναι η συμβατή λειτουργία της εταιρείας με τα κριτήρια ESG βάσει των οποίων οι κτιριακές μας υποδομές εχουν λάβει το πιστοποιητικό A Energy Level Plus”.
Οσον αφορά τους πρωταγωνιστές της ελληνικής αγοράς σε αυτούς ισχύει ο κανόνας 20-80 δηλαδή το 20% των εταιρειών καλύπτουν το 80 % του συνολικού μεριδίου αγοράς. Επιπρόσθετα καταγράφεται και ένα ποιοτικό χάσμα μεταξύ των εταιρειών αφού η πλειοψηφία τους εστιάζεται στην παροχή γραφειακών χώρων (Serviced Office)και όχι στην προσφορά ολοκληρωμένων λύσεων και υποδομών διαμοιρασμού της εργασίας.(Coworking Space)