Ο Διαχειριστής του Συστήματος Φυσικού Αερίου (ΔΕΣΦΑ) προτείνει συμβάσεις διακοψιμότητας και για το φυσικό αέριο, προκειμένου να αντιμετωπίζονται κρίσεις εφοδιασμού της Αγοράς.
Οι συμβάσεις θα υπογράφονται μεταξύ του Διαχειριστή και των προμηθευτών (στην ουσία με τη ΔΕΠΑ) και θα προβλέπουν το ύψος της αποζημίωσης του προμηθευτή, εφόσον ο τελευταίος διακόψει την τροφοδοσία του πελάτη του λόγω κρίσης.
Σύμφωνα με το σχέδιο σύμβασης που προτείνει και θέτει σε δημόσια διαβούλευση ο ΔΕΣΦΑ, ως κρίση θεωρείται κάθε γεγονός που οδηγεί ή μπορεί να οδηγήσει σε Κατάσταση Συναγερμού 1 (Επίπεδο Έγκαιρης Προειδοποίησης), Κατάσταση Συναγερμού 2 (Επίπεδο Επιφυλακής) ή Κατάσταση Συναγερμού 3 (Επίπεδο Έκτακτης Ανάγκης) , όπως αυτά ορίζονται στο Σχέδιο Έκτακτης Ανάγκης για τον εφοδιασμό σε φυσικό αέριο.
Ειδικότερα, μέσω των συμβάσεων αυτών, ο προμηθευτής θα ανακτά εν μέρει ή στο σύνολό τους τα ποσά που κατέβαλε σε μεγάλους πελάτες του, οι οποίοι βάσει της σύμβασης που έχουν υπογράψει, έχουν απαίτηση συνεχούς τροφοδοσίας με τις συμφωνημένες ποσότητες (δεν είναι διακόψιμοι καταναλωτές).
Ο μηχανισμός αυτός θα ισχύει στις περιπτώσεις που κηρύσσεται κρίση σε επίπεδο επιφυλακής ή έκτακτης ανάγκης, ενώ η αμοιβή του θα κλιμακώνεται ανάλογα με τη συμβολή του προμηθευτή (στην ουσία του πελάτη του) στην αντιμετώπιση της κρίσης.
Η όποια αμοιβή του προμηθευτή, θα καταβάλλεται μέσω του λογαριασμού ασφάλειας εφοδιασμού που τηρεί ο Διαχειριστής και ο οποίος λογαριασμός χρηματοδοτείται με το ειδικό τέλος που έχει επιβληθεί στην κατανάλωση φυσικού αερίου.
Να σημειωθεί ότι οι συζητήσεις και η προετοιμασία για την προώθηση παρόμοιων συμβάσεων είχαν ξεκινήσει εδώ και αρκετά χρόνια. Ωστόσο δεν υπήρξε κάποια σημαντική πίεση για την εφαρμογή του [βλ. επίσης: Μπλοκάρει η Κομισιόν την πώληση του ΔΕΣΦΑ].
Η πρόσφατη απόφαση επιβολής στους καταναλωτές τού τέλους ασφάλειας εφοδιασμού για τη χρηματοδότηση του σχετικού λογαριασμού, σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα που προκάλεσε η πρόσφατη κρίση Ρωσίας-Ουκρανίας, επέβαλαν την προώθηση των συμβάσεων αυτών προκειμένου να διευκολυνθεί η αντιμετώπιση κρίσεων εφοδιασμού, αν και ο κίνδυνος αυτός απομακρύνεται όλο και περισσότερο με τη διευθέτηση των οικονομικών διαφορών Ρωσίας – Ουκρανίας.