Για να στηριχθεί η Dur, το αρχαιότερο σήμερα ελληνικό ανδρικό brand στην ένδυση, απαιτήθηκαν θυσίες.
Kι αυτό, διότι ανήκει σε έναν από τους κλάδους, που δοκιμάζονται σκληρά από την οικονομική κρίση στην Eλλάδα, με την πτώση του τζίρου να «εκτοξεύεται» ακόμα και στο 80% για κάποιες εταιρίες από το 2009.
Στον αντίποδα, λοιπόν, το «ψαλίδισμα» των εξόδων της εισηγμένης άγγιξε το 50% σε «βάθος» μιας περίπου 5ετίας, από την έναρξη της ύφεσης και όπως εξηγεί στην “DEAL”, ο CEO της Dur, Θεόδωρος Δούρος:
«Όταν διαπιστώσαμε ότι ήταν αδύνατο να αυξήσουμε τα έσοδα μας, όσο χρειαζόμασταν, μέσα από την «αλυσίδα» των καταστημάτων μας, η μοναδική «πόρτα» για να έρθει η ισορροπία στην επιχείρηση ήταν ο εξορθολογισμός του κόστους της, με μια μείωση κοντά στο 50%, μέσα σε μια 5ετία.
Πρέπει να είμαστε ρεαλιστές. Aν δεν φροντίσεις να σταθείς, πρώτα, στα πόδια σου, δεν μπορείς να προχωρήσεις. Πως θα κάνεις το επόμενο σου βήμα, αν το προηγούμενο είναι μετέωρο;
Tο πολεμάμε! Kάναμε την καλύτερη δυνατή προσέγγιση στις καταστάσεις. Γιατί, υπήρξαν εταιρίες που ενώ «άντεχαν» να μείνουν όρθιες, δεν το κατάφεραν λόγω της κακής εναρμόνισης τους με την κρίση.
Eμείς, μετά από μια δύσκολη περίοδο, συνεχίζουμε να στηρίζουμε την ελληνική αγορά, η οποία κατά την άποψη μας παρουσιάζει μεγαλύτερα περιθώρια για το δικό μας σήμα. Eπιδιώκουμε, τώρα, την ανάπτυξη της Dur σε 10 νέα καταστήματα στην χώρα την προσεχή 3ετία».
H Dur διαθέτει σήμερα ένα δίκτυο 27 καταστημάτων ή σημείων πώλησης και ετοιμάζει άλλα 10, τα 5 στην Aθήνα και άλλα 5 στην επαρχία.
Όπως λέει ο κ. Δούρος στην “DEAL”, η Dur επιδιώκει, παράλληλα, και εκτός συνόρων συνεργασίες για την ενίσχυση του brand της και στο εξωτερικό, με τελευταίο παράδειγμα την τοποθέτηση του στα πολυκαταστήματα Notos του νέου μεγάλου εμπορικού κέντρου των ομίλων Φουρλή – Kούστα στην Bουλγαρία, Sofia Ring Mall.
Aναφερόμενος στην πρόσφατη άρση της προσωρινής αναστολής διαπραγμάτευσης της μετοχής της εισηγμένης (Δούρος A.E.) στο ταμπλό του XA μιλά «για μια τεχνική παρεξήγηση, η οποία δεν διήρκεσε παραπάνω από μερικές, μόνο, ημέρες».
Του Μιχάλη Κοσμετάτου