Αλλάζει ο χάρτης – Στρατηγικές κινήσεις για να επιστρέψουν στην ανάπτυξη
Εγκλωβισμένες στα γρανάζια της οικονομικής κρίσης βρίσκονται οι μεγαλύτερες αλυσίδες super market στην Ελλάδα, οι οποίες μετά από μία εικοσαετία συνεχούς ανοδικής πορείας, για πρώτη φορά το 2010 γύρισαν σε αρνητική τροχιά και έκτοτε έως σήμερα έχουν χάσει συνολικά 11 δισ.
Την ίδια ώρα ο ανταγωνισμός στον κλάδο οξύνεται, με τις εταιρείες να αναζητούν συνεχώς νέες στρατηγικές ανάπτυξης ακόμη και επιβίωσης.
Ακτινογραφία
Παρά το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια αρκετές επιχειρήσεις οδηγήθηκαν στην άρση της λειτουργίας τους ή εξαγοράστηκαν από μεγάλες αλυσίδες, ο αριθμός των super market που δραστηριοποιείται στη χώρα μας παραμένει μεγάλος σε αντιστοιχία με τη μειωμένη καταναλωτική δραστηριότητα.
Όπως επισημαίνει σχετική έρευνα της ICAP, βασικό στοιχείο που διαφοροποιεί τις επιχειρήσεις μεταξύ τους, είναι ο αριθμός και το είδος των καταστημάτων τους.
Οι μεγάλες εταιρείες διαθέτουν εκτεταμένο δίκτυο σημείων πώλησης με ευρεία γεωγραφική κάλυψη και διαφορετικούς τύπους καταστημάτων. Οι μικρότερες αλυσίδες δραστηριοποιούνται συνήθως σε τοπικό επίπεδο, ενώ υπάρχουν και επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται μεμονωμένα καταστήματα.
Οι δύο τελευταίες κατηγορίες super markets συχνά εντάσσονται σε Ομίλους Κοινών Αγορών, οι οποίοι αποτελούν “ασπίδα” προστασίας για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ή τα καταστήματά τους λειτουργούν κάτω από την “ομπρέλα” κάποιας μεγάλης αλυσίδας (σύστημα franchise)».
Οι μεγαλύτερες αλυσίδες Super Markets έχουν παρουσία σε όλες σχεδόν τις Περιφέρειες. Το 2014 οι έντεκα (11) μεγαλύτερες αλυσίδες του κλάδου (βάσει κύκλου εργασιών) εκμεταλλεύονται συνολικά 2.080 καταστήματα σε όλη την Ελλάδα. Η Αττική συγκεντρώνει τη μερίδα του λέοντος, ήτοι το 37,2% του συνόλου των καταστημάτων και ακολουθεί στη δεύτερη θέση η Κεντρική Μακεδονία με 24,2%.
Οικονομική ανάλυση
Η οικονομική ανάλυση 58 επιχειρήσεων του κλάδου, δείχνει ότι το σύνολο του ενεργητικού ανήλθε σε 4,03 δισ. ευρώ το 2013 εμφανίζοντας μείωση 1,8% σε σχέση με το 2012, λόγω της μείωσης της αξίας των απαιτήσεων (κυρίως) και των διαθεσίμων. Τα συνολικά ίδια κεφάλαια αυξήθηκαν κατά 2,9% την ίδια περίοδο, ανερχόμενα στο ποσό των 1,3 δισ.
Μείωση κατέγραψαν τόσο οι συνολικές μεσο- μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις & προβλέψεις (κατά 3,4%) όσο και οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις (κατά 3,9%) το 2013/2012.
Οι συνολικές πωλήσεις διαμορφώθηκαν σε 7,41 δισ. το 2013, μειωμένες κατά 1,6% σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Τα συνολικά μικτά κέρδη υποχώρησαν κατά 2,9%. Ωστόσο, η μείωση των λοιπών λειτουργικών εξόδων (κατά 53,3 εκατ. ή 3,4%) οδήγησε σε βελτίωση του λειτουργικού αποτελέσματος (κατά 1,3%), το οποίο διαμορφώθηκε σε 156,3 εκατ. το 2013. Τελικά, το καθαρό αποτέλεσμα (προ φόρου) των συγκεκριμένων εταιρειών αυξήθηκε κατά 3,7% το 2013/12 και ανήλθε σε 134,9 εκατ. το 2013. Αντίθετα, τα κέρδη EBITDA υποχώρησαν κατά 10,4%, διαμορφούμενα σε €302,3 εκατ. το ίδιο έτος.
Στρατηγικές
Τα στελέχη του κλάδου πραγματοποιούν ασκήσεις επί χάρτου προκειμένου τα ελληνικά super markets να γυρίσουν στην ανάπτυξη ή να διατηρήσουν τη θέση τους στην Αγορά, λαμβάνοντας υπόψη και τη δυσμενή οικονομική κατάσταση της χώρας.
Η μείωση του λειτουργικού κόστους, ο εξορθολογισμός του δικτύου καταστημάτων, η διαμόρφωση ευέλικτης τιμολογιακής πολιτικής, η ένταξη μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε Ομίλους Κοινών Αγορών και η γεωγραφική επέκταση του αριθμού των καταστημάτων, θεωρούνται (κατά σειρά) οι κυριότεροι τομείς στους οποίους οι εγχώριες επιχειρήσεις super markets (πρέπει να) εστιάζουν τις στρατηγικές τους κινήσεις για την ενίσχυση της θέσης τους στην Αγορά.
Η προσαρμοστικότητα στις νέες απαιτήσεις της Αγοράς που χαρακτηρίζει εν γένει τον συγκεκριμένο κλάδο, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι μπορεί να αναπτύσσεται και με χαμηλότερα (συγκριτικά) περιθώρια κέρδους ανά προϊόν, καθώς και η “άντληση” πελατών από άλλα ανταγωνιστικά κανάλια, αποτελούν ορισμένους από τους κυριότερους μηχανισμούς “άμυνας” απέναντι στη δεδομένη αρνητική οικονομική συγκυρία.
Επίσης, η επέκταση σε νέες μορφές πώλησης όπως είναι η διείσδυση του ηλεκτρονικού εμπορίου (e-commerce) ή του εμπορίου μέσω κινητών συσκευών (m-commerce) είναι μια τάση που αναπτύσσεται συνεχώς σε ευρωπαϊκό επίπεδο και εκτιμάται ότι θα κερδίσει, σταδιακά, σημαντικό έδαφος και στην ελληνική αγορά.