Τα κρατικά ομόλογα τα οποία έλαβε η Medicon Hellas κατόπιν απόφασης του Δημοσίου έναντι απαιτήσεων που είχε από το τελευταίο- οι οποίες παρέμεναν απλήρωτες για χρόνια- και το μετέπειτα «κούρεμά» τους ήταν η… ρίζα του κακού για τη στενωπό στην οποία έχει περιέλθει η εταιρία, όπως έχει δηλώσει και ο προηγούμενος πρόεδρός της, Σπύρος Δημοτσάντος.
Η Medicon Hellas, η οποία δραστηριοποιείται στον τομέα των διαγνωστικών αντιδραστηρίων και προμηθεύει τα εργαστήρια των δημόσιων νοσοκομείων, μπορεί να σημείωσε το πρώτο τρίμηνο του έτους κέρδη μετά από φόρους σε επίπεδο ομίλου ύψους 205.669,46 ευρώ, όμως, το μεγάλο «αγκάθι» είναι το σύνολο των βραχυπρόθεσμων τραπεζικών δανείων των 21,7 εκ.
Το γεγονός μάλιστα, ότι αυτές υπερβαίνουν τη συνολική αξία των κυκλοφορούντων περιουσιακών στοιχείων της μητρικής εταιρίας, ανησυχεί τους ορκωτούς λογιστές ότι ίσως αυτό και να υποδηλώνει αδυναμία εκπλήρωσης των συμβατικών της υποχρεώσεων.
Οι ορκωτοί κρούουν «καμπανάκια» για την Medicon τονίζοντας χαρακτηριστικά πως «οι παραπάνω συνθήκες υποδηλώνουν την ύπαρξη ουσιώδους αβεβαιότητας που μπορεί να εγείρει σημαντική αμφιβολία για την ικανότητα της εταιρίας να συνεχίσει απρόσκοπτα τη δραστηριότητά της».
Λόγω της οικονομικής συγκυρίας και της αναδιάταξης του PSI δεν καλύφθηκαν, σύμφωνα με την οικονομική έκθεση τριμήνου, οι χρηματοοικονομικοί δείκτες οι οποίοι απορρέουν από τις συμβάσεις των ομολογιακών δανείων.
Επιπλέον οι δόσεις των ομολογιακών δανείων της Alpha Bank ύψους E880.000 οι οποίες ήταν πληρωτέες την από τις 21/12/2012- 21/12/2014 καθώς και οι δόσεις της Εθνικής Τράπεζας των 500.000 της 21/12/2013 και 21/06/2014 και των 4.000.000,00E της 21/12/2014 δεν εξοφλήθηκαν.
Στα πλαίσια των συζητήσεων με τα τραπεζικά ιδρύματα για την αναδιάρθρωση του συνολικού δανεισμού της εταιρίας εντάσσεται και η ρύθμιση των ανωτέρω ληξιπρόθεσμων δόσεων.
Η διοίκηση, συνεχίζει τις διαπραγματεύσεις με τα πιστωτικά ιδρύματα με σκοπό την αναδιάρθρωση του συνόλου του δανεισμού της και εκτιμά ότι η δραστηριότητά της θα συνεχιστεί απρόσκοπτα εκμεταλλευόμενη την αύξηση της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας της, την εκμετάλλευση της τεχνογνωσίας που έχει ήδη αναπτυχθεί από τον Όμιλο, την προώθηση των ιδιοπαραγόμενων από την εταιρία προϊόντων, και τέλος με τον περιορισμό των εξόδων.