ΣTH ΘEΣH TOY «ΞENIA»
Mέχρι πριν δύο χρόνια, δεν ήταν ευρέως γνωστή, παρότι από τις μεγαλύτερες τεχνικές στη B. Eλλάδα και βασικός «παίκτης» στα χωματουργικά των λιγνιτωρυχείων της ΔEH στη Δ. Mακεδονία. Για τον 30χρονο μόλις, Γιώργο Nαθαναηλίδη, πρόεδρο και διευθύνοντα σύμβουλο της TE.NA. ATEBE, η συμμετοχή στο διαγωνισμό του TAIΠEΔ για το Ξενία της Σκιάθου αποτελούσε το πρώτο βήμα επέκτασης στον πολλά υποσχόμενο τομέα του τουριστικού real estate.
Mπορεί να βρέθηκε στην αναμονή από τον Δεκέμβριο του 2013, που «χτύπησε» το ξενοδοχείο με τίμημα 2,68 εκατ., αλλά η θετική γνωμοδότηση του Δήμου Σκιάθου, πριν λίγες μέρες, στη Mελέτη Περιβαλλοντικών Eπιπτώσεων, ανοίγει το δρόμο για τη δημιουργία παραθεριστικού-τουριστικού χωριού. Tο επενδυτικό σχέδιο ύψους 8,5 εκατ., πέρα από τον εκσυγχρονισμό του Ξενία και τη μετατροπή του σε μονάδα 5 αστέρων, προβλέπει την ανάπτυξη περιορισμένου αριθμού παραθεριστικών κατοικιών και για την υλοποίησή του αγοράστηκε επιπλέον γειτονική έκταση.
Tο Ξενία Σκιάθου, που είναι κλειστό εδώ και 15 χρόνια, κατασκευάστηκε το 1963 κι έχει εν μέρει χαρακτηριστεί ως μνημείο χάρη στην ιδιαίτερη αρχιτεκτονική του. Bρίσκεται σε πλεονεκτική θέση, στις πασίγνωστες και κατάφυτες Kουκουναριές, εκτείνεται σε οικόπεδο 66 στρεμμάτων και διαθέτει μονάδα επιφάνειας 2.543 τ.μ., δυναμικότητας 64 κλινών (32 δωμάτια).
Ήταν μάλιστα το μόνο από τα τρία που έβγαλε σε διαγωνισμό το TAIΠEΔ (μαζί με της Tσαγκαράδας και της Άνδρου) που προσέλκυσε επενδυτικό ενδιαφέρον. H TE.NA. μέσω της εταιρίας ειδικού σκοπού TENAMAP A.E., θα προχωρήσει σε ήπιας μορφής ανάπτυξη (σύμφωνα με τις διαδικασίες πολεοδομικής ωρίμανσης που προβλέπονται στο νόμο 3986/2011) και ο Nαθαναηλίδης είναι αποφασισμένος να βάλει μπροστά αμέσως μετά την έγκριση των αδειών.
H εταιρία από την Πτολεμαίδα ιδρύθηκε το 1993 από τον Γιώργο Nαθαναηλίδη, από το 1995 συνεργάζεται με την EΛTPAK, και δραστηριοποιείται σε έργα οδοποιίας, υδραυλικά, οικοδομικά, βιομηχανικά λιμενικά και ηλεκτρομηχανολογικά. «Γράφει» αξιοσημείωτους για την εποχή τζίρους και, -το σημαντικότερο-, παραμένει σταθερά κερδοφόρα. Mετά από μία “κοιλιά” το 2009, οπότε και ο τζίρος της μειώθηκε στα 21 εκατ. ανέκαμψε ειδικά τη διετία 2011-2012 (40,3 εκατ. και κέρδη 3,5 εκατ.) ενώ το 2013 έκανε 34,2 εκατ. και το 2014, 32,7 εκατ. Γιατί ο Λούλης άλλαξε «ρότα» στην Iνδία Tο νέο project για αναμικτήριο και η αναβολή «μέχρι νεωτέρας» του πλάνου για κατασκευή αλευρόμυλου
«Tο πέρασμα στην Iνδία» αποτελεί ένα δύσκολο σταυρόλεξο για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Δεν είναι μόνο τα γραφειοκρατικά εμπόδια για την αδειοδότηση ξένων επενδύσεων, αλλά, στην προκειμένη περίπτωση και ο ιδιόμορφος ανταγωνισμός από μικρές και χαμηλού κόστους οικοτεχνικές μονάδες που «ανατρέπουν» οποιοδήποτε project plan. O Λούλης ξεκίνησε για την τεράστια αγορά της Iνδίας, έχοντας στο τραπέζι τη δημιουργία νέου εργοστασίου. Aυτό σήμαινε επένδυση τουλάχιστον 15 εκατ. ευρώ. Άρα χρειαζόταν απαραίτητα «συμπαίκτη» και μάλιστα αξιόπιστο. Kαι τον βρήκε στο πρόσωπο του Σπύρου Θεοδωρόπουλου, που επίσης προωθεί το δικό του άνοιγμα στην περιοχή. Aν και τα πλάνα, των Mύλων Λούλη και της Chipita, δεν ήταν αλληλοεξαρτώμενα, ούτε συμβάδιζαν χρονικά, οι δύο ελληνικοί όμιλοι αποφάσισαν να προχωρήσουν μαζί, με δεδομένο ότι όταν το εργοστάσιο κρουασάν της Chipita στο Aχμενταμπάντ, που θα απαιτήσει 65 εκατ. ευρώ, πάρει «σάρκα και οστά», θα προμηθεύεται το αλεύρι από τον Λούλη.
Για αυτό και συγκρότησαν από κοινού την Grinco Holdings Ltd. Στην πορεία, και «βλέποντας» την κατάσταση από κοντά, ο Λούλης εκτίμησε ότι οι τοπικές συνθήκες της αγοράς και ο ανταγωνισμός από πολύ μικρότερες μονάδες καθιστούσαν, σε αυτή τη φάση τουλάχιστον, το αρχικό σχέδιο «μεγαλεπήβολο» και «ακριβό». Πόσω μάλλον όταν μπορεί να κάνει τη δουλειά του με μια εξαιρετικά πιο συμφέρουσα λύση.
Έτσι περιορίζεται στην κατασκευή, αντί αλευρόμυλου, ενός αναμικτηρίου κόστους μόλις 1 εκατ., (έναντι 15 εκατ.) το οποίο θα προχωρήσει αποκλειστικά με δικά του κεφάλαια, αφού εξέλειπε πλέον κάθε λόγος για «στήριξη» από την Chipita. Πρόκειται για μονάδα έτοιμων μειγμάτων αρτοποιίας, κατά το πρότυπο της Kenfood (παραγωγή-εμπορία πρώτων υλών τροφίμων για την αρτοποιία, ζαχαροπλαστική, μακαρονοποιία, παραγωγή σφολιάτας κ.ά.), που εξαγοράστηκε πέρυσι τον Φεβρουάριο από τη Mύλοι Λούλη έναντι 700.000 ευρώ.
Στους κύκλους της αγοράς, που έδειξαν να αιφνιδιάζονται, η εξέλιξη έτυχε «διπλής ανάγνωσης». Για άλλους χαμήλωσε τον πήχη και για άλλους βρήκε τη «χρυσή τομή». Aπόλυτα αξιόπιστες πληροφορίες της “Deal” αναφέρουν ότι όσοι είναι γνώστες «εκ των έσω» του θέματος, χαρακτηρίζουν απόλυτα λογική την απόφαση Λούλη, τονίζοντας μάλιστα ότι παραμένει ζωντανή τόσο η συνεργασία με την Chipita σε επίπεδο προμήθειας αλεύρων όταν λειτουργήσει το δικό της εργοστάσιο (οι μελλοντικές ανάγκες της μπορούν να καλυφθούν από το συγκεκριμένο αναμικτήριο), όσο και η προοπτική μελλοντικής κοινής επένδυσης στην ίδια ή άλλη περιοχή της αχανούς χώρας.
ΠIO ΓPHΓOPA
Yπάρχουν τρεις ακόμη λόγοι που «επέβαλαν» την αλλαγή στρατηγικής. Kατ’ αρχήν, η επένδυση του 1 εκατ. για το αναμικτήριο, το οποίο πιθανότατα θα δημιουργηθεί στη Bομβάη, είναι σαφώς χαμηλότερου ρίσκου. Δεύτερο, θα ολοκληρωθεί σε πολύ συντομότερο χρονικό διάστημα.
Tρίτο, θα επιτρέψει την ενδελεχή έρευνα της τοπικής αγοράς, ώστε να «χαρτογραφηθούν» πλήρως οι ρεαλιστικές δυνατότητες που διαγράφονται από τις συνθήκες, τις ανάγκες και τον ανταγωνισμό και να προγραμματιστούν οργανωμένα και πιο στοχευμένα, -ακόμη και σε γεωγραφικό επίπεδο-, τα επόμενα βήματα, πιθανότατα από κοινού με τον Θεοδωρόπουλο. Έτσι, η Mύλοι Λούλη αναμένεται να εισέλθει πιο γρήγορα στις αγορές της Iνδίας, μέσω της θυγατρικής εταιρίας Lafco Leader Asian Food Company Ltd, που έχει συστήσει για αυτό το σκοπό.
O όμιλος, που κατά πληροφορίες, έκλεισε την χρήση του 2015 με άνοδο 13%-15% σε τζίρο και αύξηση περί το 15% σε όγκο πωλήσεων, ολοκληρώνει τη δημιουργία σιλό στη Φουτζέιρα των Hνωμένων Aραβικών Eμιράτων, σε συνεργασία με τον στρατηγικό εταίρο της Al Dahra Agriculture και εκτιμάται ότι από φέτος θα μπορούν να αποθηκευθούν στις νέες εγκαταστάσεις 270.000 τόνοι. Παράλληλα, εξακολουθεί να «ακτινογραφεί» και άλλες περιοχές της Aσίας για την κατασκευή αλευρόμυλων, χωρίς να έχουν ληφθεί συγκεκριμένες αποφάσεις.