Την πλήρη αποχώρηση της από την αγορά γάλακτος στην Ελλάδα, χαρακτηρίζοντας την εν λόγω δραστηριότητα, ασύμφορη, αποφάσισε η ΦΑΓΕ. Μάλιστα η γαλακτοβιομηχανία έχει βάλει ήδη πωλητήριο στο εργοστάσιο που διατηρεί στο Αμύνταιο της Φλώρινας στο οποίο παράγονται γάλατα μακράς διαρκείας και σοκολατούχα. Η εταιρεία αναμένεται να επικεντρωθεί στην κατηγορία του γιαουρτιού, με νέες επενδύσεις προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες, κυρίως για τις αγορές του εξωτερικού, όπου και πέρυσι είχε μία καλή χρονιά.
Το εργοστάσιο στο Αμύνταιο είχε «χτιστεί» μόλις πριν από μια δεκαετία, το 2005, με σκοπό την παραγωγή φρέσκου γάλακτος, η οποία στην πορεία εγκαταλείφθηκε και η εταιρεία στράφηκε στην παραγωγή γάλακτος μακράς διαρκείας από τις ίδιες εγκαταστάσεις.
Η επένδυση που έγινε τότε είχε κοστίσει 37 εκατ. ευρώ στην εταιρεία, η οποία στην πορεία έριξε το μεγαλύτερο βάρος των δραστηριοτήτων της στην παραγωγή γιαουρτιού στην Ελλάδα και στις ΗΠΑ, όπου κατέχει υψηλά μερίδια αγοράς, σε αντίθεση με την κατηγορία του γάλακτος στην οποία το μερίδιο αγοράς της είναι σήμερα περίπου 4% για τα μακράς διαρκείας και 7% για τα σοκολατούχα.
Το ερώτημα πλέον είναι αν θα υπάρξει ενδιαφερόμενος στην πορεία προκειμένου να συνεχίσει να λειτουργεί το εργοστάσιο και να διασωθούν οι εναπομείνασες θέσεις εργασίας που έχουν μειωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Οι πληροφορίες αναφέρουν πάντως ότι η εταιρεία έχει ξεκινήσει ήδη διαπραγματεύσεις με διάφορες εταιρείες, προκειμένου να πωλήσει τη μονάδα, το ακίνητο και τον εξοπλισμό, ενώ έχει αναθέσει σε εξωτερικό σύμβουλο την αποτίμηση της αξίας του εργοστασίου. Παράγοντες της αγοράς πάντως δηλώνουν ότι δύσκολα θα βρεθεί αγοραστής αφού η αγορά γάλακτος βρίσκεται σε διαρκή φθίνουσα πορεία, με τους πρώτους μήνες του 2016 να καταγράφεται 10%.
Σημειώνεται ότι η ΦΑΓΕ εντός Ελλάδος διαθέτει δύο ακόμη εργοστάσια, ένα στη Μεταμόρφωση Αττικής, όπου παράγεται γιαούρτι, και ένα στα Τρίκαλα, όπου παράγονται τυροκομικά προϊόντα.
Για το σύνολο της χρήσης 2015, ο όμιλος της ΦΑΓΕ ανακοίνωσε πωλήσεις 648,2 εκατ. δολαρίων εκ των οποίων από τις διεθνείς αγορές προήλθε το 82,4%, και καθαρά κέρδη 14,7 εκατ. δολαρίων. Στην Ελλάδα ο όγκος πωλήσεων υποχώρησε κατά 11,1% σε αντίθεση με την αγορά των ΗΠΑ όπου αυξήθηκε 2,8%, το Ηνωμένο Βασίλειο όπου η αύξηση ήταν 32% και την Ιταλία που ξεπέρασε το 40%.